Πράσινο φως για την εισαγωγή και κυκλοφορία 19 μεταλλαγμένων προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Ένωση έδωσε την Παρασκευή η Κομισιόν. Υπενθυμίζεται πως πρόσφατα αποφασίστηκε πως δεν θα ισχύει γενική απαγόρευση, αλλά κάθε χώρα θα έχει τη δυνατότητα να απαγορεύει την καλλιέργεια και την εισαγωγή γενετικά τροποποιημένων προϊόντων στην επικράτειά της.

Ads

Πολλοί ωστόσο επισημαίνουν πως είναι πρακτικά αδύνατο να αποτραπεί πλήρως η κατανάλωση γενετικά τροποποιημένων προϊόντων μεμονωμένα σε κάποια χώρα, καθώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε διάφορα προϊόντα όπως σε ζωοτροφές ή ακόμη και σε τρόφιμα για τους ανθρώπους (αλεύρι, κονσέρβες, είδη ζαχαροπλαστικής, μπισκότα κ.λπ.) και η κοινοτική συνθήκη επιβάλλει την ελεύθερη κυκλοφορία προϊόντων.

Από τα 19 αυτά προϊόντα που εγκρίθηκαν 11 ανήκουν στην αμερικανικό κολοσσό Monsanto και τα υπόλοιπα οκτώ στην επίσης αμερικανική εταιρεία Dupont και στους γερμανικούς όμιλους Bayer και BASF. Δεκαεπτά προορίζονται για ανθρώπινη και ζωική διατροφή – δέκα ποικιλίες καλαμποκιού, σόγιας, βαμβακιού και ελαιοκράμβης, στην πράξη χρησιμοποιούνται κυρίως για ζωοτροφές – ενώ δύο είναι δρεπτά άνθη (γαρίφαλα). Η έγκρισή τους ισχύει άμεσα και για δέκα χρόνια.

Σημειώνεται πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέτεινε για δέκα ακόμα χρόνια την άδεια επτά ακόμα γενετικών τροποποιημένων φυτών, από τα οποία το τελευταίο είχε λάβει έγκριση το 2013. Με την απόφαση της Παρασκευής ο αριθμός των «μεταλλαγμένων» που επιτρέπεται να εισάγονται στην ΕΕ, σύμφωνα με το Reuters, αυξάνεται στα 58. Μέχρι σήμερα, τo μόνο γενετικά τροποποιημένο φυτό που καλλιεργείται σήμερα στην ΕΕ είναι μια ποικιλία αραβόσιτου της Monsanto, το οποίο καλλιεργείται μόνο στην Ισπανία και την Πορτογαλία.

Ads

«Η απόφαση του προέδρου της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ επιβεβαιώνει πως δεν έχει καμία πρόθεση να φέρει την ΕΕ πιο κοντά στους πολίτες της. Αντίθετα φέρνει πιο κοντά την ΕΕ στις ΗΠΑ και την Monsanto», δήλωσε η επικεφαλής της Greenpeace για τα τρόφιμα στην ΕΕ Franziska Achterberg και προσθέτει: «Ανοίγει τις πύλες για ένα κύμα γενετικά τροποποιημένων προϊόντων μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει τις αμερικανικές εταιρείες βιοτεχνολογίας και τους εμπορικούς διαπραγματευτές. Αυτή είναι η TTIP».