Ο φόνος στο Κερατσίνι και ο δημόσιος διάλογος για το φασισμό που αναπτύχθηκε τούτες τις μέρες, έφερε πολλά ερωτήματα αναφορικά με το σχολείο. Ήδη σε προηγούμενο άρθρο εντοπίσαμε μια σειρά προβλημάτων λειτουργίας και ύλης που ενισχύουν το φαντασιακό για ένα ανώτερο έθνος και παράλληλα δημιουργούν τις ψυχικές συνθήκες ώστε ο μαθητής να βρει στις ακροδεξιές οργανώσεις θετικά ερείσματα. Το βασικό ερώτημα όμως είναι, μπορεί το σχολείο να απαντήσει στο φασισμό;

Ads

Δυστυχώς φαίνεται ότι το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα αδυνατεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να λειτουργήσει ως φυτώριο δημοκρατικών πολιτών (όπως τυπικά προκύπτει από τις πρώτες γραμμές του ρόλου της Παιδείας και των αναλυτικών προγραμμάτων). Η πολιτική διαπαιδαγώγηση των παιδιών επαφίεται αποκλειστικά στα χέρια των γονέων, χωρίς το σχολείο να ασχολείται ιδιαιτέρως (οι εξαιρέσεις ενός ή δύο διδακτικών αντικειμένων και οι «μαθητικές εκλογές» μάλλον προκαλούν το γέλωτα παρά ανταποκρίνονται στις σύγχρονες κοινωνικές απαιτήσεις).
 

Χωρίς θεμελιώδεις αλλαγές στην ύλη και απομάκρυνση από τον στείρο εθνοκεντρικό χαρακτήρα και μία μετάβαση ουσίας σε αντικείμενα διαθεματικά και πολυεπίπεδης προσέγγισης, η κοινωνική και η πολιτική κρίση για έναν δημοκρατικό πολίτη δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθεί.

Η πεποίθηση όμως ότι η δημοκρατία ενυπάρχει μόνο σε μία κοινωνία ανοιχτή στην αμφισβήτηση, και ότι δεν είναι παρά μία διαρκώς μεταβαλλόμενη κριτική στάση σε θεσμούς και δομές (πολιτικές και κοινωνικές), δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε ένα στατικό σχολείο, σε μία αγκυλωμένη δομή που βλέπει ως δημοκρατία μόνο το πολίτευμα. Η πεποίθηση ότι η δημοκρατία πατά σταθερά πάνω στο σεβασμό, την αλληλεγγύη και τη συνεργασία, οφείλει να είναι αποτέλεσμα βιωματικής καλλιέργειας.

Ads

image
 
Μα μία τέτοια δημοκρατική αντίληψη αδυνατεί να αναπτυχθεί σε ένα δασκαλοκεντρικό σύστημα. Κλαδεύεται από νωρίς μέσα από την αυθεντία του βιβλίου, μπολιάζεται με ιδέες ανελευθερίας για το μαθητή που μόνο αυτός αξιολογείται. Μαραίνεται όταν το παιδί θέλει να προχωρήσει πέρα από τη μεταφορά γνώσης και να κρίνει θεσμούς ή και σχολικές πρακτικές.
 

Μόνο μία διδακτική προσέγγιση ανοιχτή στις ελεύθερες προσεγγίσεις που θα αγγίζει πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, μπορεί να αποτελέσει στήριγμα της δημοκρατίας. Ένα σχολείο που κορμό του θα έχει το διάλογο και τις ερευνητικές εργασίες, τις αναλύσεις και τις εκθέσεις ιδεών σε κοινό (με διάλογο μετά την έκθεση) μπορεί να απαντήσει στον εκφασισμό της κοινωνίας και να καλλιεργήσει την πολιτική κρίση. Ακόμα και η Τέχνη μπορεί να επιστρατευτεί για την προώθηση της δημοκρατίας μέσα από εκθέσεις φωτογραφίας ή βίντεο που θα παραγάγουν μαθητές και εικαστικών.
 

Το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα έχει ανάγκη όσο ποτέ να ξεφύγει από τη στατικότητα της ύλης και να μπορεί γρήγορα να δίνει απαντήσεις σε σοβαρά κοινωνικά προβλήματα, και να ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες κάθε σχολικής κοινότητας. Να καταλύει μύθους, να έχει την ελευθερία να αντιμετωπίσει εν τη γενέσει ακόμα αντιδημοκρατικές αντιλήψεις και να δίνει απαντήσεις στην πολιτική διαπαιδαγώγηση των γονέων.

Βέβαια, για να γίνει κάτι τέτοιο αποτελεί επιτακτική ανάγκη η παιδεία να ξεφύγει από το κυνήγι της ύλης και τα αυταρχικά αναλυτικά προγράμματα που θα αναπτυχθούν σε curricula [1]. Προτείνεται δηλαδή ένα σχολείο που δε θα στηρίζεται στην αυθεντία του βιβλίου ως πηγή γνώσης, αλλά στις ανάγκες για γνώση των μαθητών με έμφαση στην αναζήτησή της μέσα από την έρευνα και τη διαθεματικότητα.

Στο Σύνταγμα, στους σκοπούς και τους στόχους της Παιδείας, σε κάθε εκπαιδευτικό νόμο καταγράφεται ως αδήριτη η ανάγκη διαμόρφωσης ενός δημοκρατικού πολίτη μέσα από το σχολείο. Ωστόσο, ο τρόπος που λειτουργεί το εκπαιδευτικό αδυνατεί να συμβάλει σε τούτη την κατεύθυνση.

Χωρίς έμφαση στον πλουραλισμό απόψεων των μαθητών και χωρίς το φόβο πολιτικών προσεγγίσεων μέσα στην τάξη, η καλλιέργεια δημοκρατικών αντιλήψεων στους μαθητές μένει κενό γράμμα. Δίχως κριτική προσέγγιση, η δημοκρατία θυσιάζεται στο βωμό των συνεχών εξετάσεων που διαχωρίζουν τους μαθητές στο όνομα της αξιοκρατίας (ξεχνώντας φυσικά την κοινωνική καταγωγή της βαθμολογίας).

Πώς όμως μπορούν όλα αυτά να υπάρξουν όταν η Δημόσια Εκπαίδευση διαλύεται; Πώς μπορεί να γίνει δημοκρατικό ένα σχολείο που υπόκειται σε οικονομικούς αλγόριθμους; Με ποιο τρόπο θα μπορέσει μία συνεχώς υποχρηματοδοτούμενη και αποψιλωμένη από επαρκές προσωπικό και εκπαιδευτικούς παιδεία να ανταποκριθεί στα κελεύσματα της εποχής;


[1] Ο όρος σήμαινε τις επαναλαμβανόμενες διαδρομές στο στάδιο ή τον ιππόδρομο (υποδηλώνοντας σήμερα την ανανέωση)· πρόκειται για μια σημαντική αλλαγή στην αντίληψη και την αντιμετώπιση των προβλημάτων που σχετίζονται με το σχεδιασμό και την εφαρμογή των Αναλυτικών.
 

Το curriculum χαρακτηρίζεται από 4 δομικά στοιχεία (στόχοι, περιεχόμενα-ύλη, μεθοδολογικές υποδείξεις, έλεγχος επίτευξης στόχων) και είναι εύκολα προσαρμόσιμο στις ανάγκες λαμβάνοντας υπόψη κοινωνικές συνθήκες, εξατομικευμένες και συλλογικές ανάγκες μαθητές, τοπικές ιδιαιτερότητες που συνδιαμορφώνεται από μαθητές κι εκπαιδευτικούς. 

Δείμος του Πολίτη