Δε γνωρίζω αν ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος και οι συνεργάτες του παρακολουθούν τις δημοσιεύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή τις αρθρογραφήσεις του ενημερωτικού διαδικτύου, όπως κάνουν, παραδείγματος χάριν, ο Προκαθήμενος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, Πάπας Φραγκίσκος, και αρκετοί Καρδινάλιοι, σύμφωνα με τα διεθνή δημοσιεύματα. Αν η απάντηση είναι καταφατική, τότε θα έχουν λάβει ήδη γνώση για την αίσθηση που προκάλεσαν οι φωτογραφίες από τη δέηση που τελέστηκε την προηγούμενη βδομάδα στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών για τη συμπλήρωση 50 χρόνων έγγαμου βίου του κ. Κωνσταντίνου Γλύξμπουργκ και της συζύγου του.

Ads

Πέρα από την εντύπωση που προξένησε η αβρότητα με την οποία η Αρχιεπισκοπή ανταποκρίθηκε στο αίτημα του κ. Γλύξμπουργκ, ανοίγοντας τον υπό ανακατασκευή κλειστό καθεδρικό, τα διάφορα καυστικά σχόλια εστιάζουν και στο ζήλο όσων ανέλαβαν να «ξετρυπώσουν» από τα υπόγεια του ναού, όπως έγινε γνωστό, τους δυο βασιλικούς θρόνους που είχαν χρησιμοποιηθεί στο γάμο του ζεύγους 50 χρόνια πριν. Θρόνοι οι οποίοι μάλιστα φέρουν πάνω τους το βασιλικό εθνόσημο. Γεγονός που προκαλεί ερωτηματικά για τις προθέσεις όσων ανέλαβαν την πρωτοβουλία αυτή, αλλά και απορία για τη σιωπηρή στάση κάποιων από τους παρισταμένους, των οποίων οι δημοκρατικές πεποιθήσεις δεν αμφισβητούνται. Πώς επετράπη μια τέτοια παράβλεψη, η οποία επαναφέρει στη μνήμη θυμίσεις εποχών που ο Ελληνικός λαός έχει αποφανθεί εδώ και τέσσερις δεκαετίες, ότι ανήκουν ανεπιστρεπτί στο παρελθόν;

Σε όσους ετοιμάζονται να απαντήσουν πως δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε τόσο σοβαρά ένα «τυχαίο περιστατικό», μια «μικρή λεπτομέρεια», που ερμηνεύει, μάλλον σε υπερβολικό βαθμό, τη φιλοξενία του ναού, ανταπαντούμε τα εξής: Αν για την Ορθόδοξη Εκκλησία ο συμβολισμός αποτελεί συστατικό στοιχείο της πίστης και της θρησκευτικής της έκφρασης και τα σύμβολα και η χρήση τους λαμβάνονται πολύ σοβαρά υπόψη, τότε η εικόνα που συνοδεύει τα δημοσιεύματα, με το ζεύγος να κάθεται στους δυο θρόνους, μόνο ως ατόπημα μπορεί να γίνει αντιληπτή, αν όχι ως ένδειξη επιλεκτικής άγνοιας της ιστορίας. Η μόνη αποδεκτή χρησιμότητα που αναγνωρίζουμε στις φωτογραφίες που κυκλοφόρησαν, είναι αυτή της δημιουργικής έμπνευσης που μπορεί να παρέχει στους καλλιτέχνες του Μουσείου κέρινων ομοιωμάτων της Μαντάμ Τισό. Και δεν αναφέρομαι στο Μουσείο Ελληνικής Ιστορίας «Παύλος Βρέλλης», γιατί εκεί, εξ όσων θυμάμαι, μόνο σημαντικές στιγμές της ιστορίας μας και προσωπικότητες με ουσιαστική συμβολή εκτίθενται στους επισκέπτες.

Κουβεντιάζοντας με έναν φίλο το περιστατικό, δεινό γνώστη των εκκλησιαστικών πραγμάτων, διαπιστώσαμε τη δυσκολία που προκύπτει ως προς την ορθότητα της κατανόησης με την οποία αντιμετωπίζουμε το γεγονός. Θα μπορούσε κάποιος να αντιδράσει, καταρχήν, στην πρωτοβουλία να χρησιμοποιηθούν οι δυο θρόνοι, επικαλούμενος τις δεσμεύσεις της Εκκλησίας να σέβεται το πολίτευμα και τους νόμους του κράτους. Δεσμεύσεις που απορρέουν και από το καθεστώς της ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου. Αν και αυτή η θέση μπορεί να σταθεί ως πιθανό επιχείρημα σε μια κουβέντα που «αγνοεί» τον ειδικό χαρακτήρα που η Εκκλησία έχει σε σχέση με άλλα ΝΠΔΔ, αυτή ακριβώς η σύγχυση που προκαλεί περιορίζει την προβληματική σε ένα νομικίστικο πλαίσιο. Το οποίο μάλιστα δεν επιτρέπει να διερευνήσουμε το ουσιαστικότερο ζήτημα που αφορά τη στάση της Ορθόδοξης Εκκλησίας απέναντι στην εκάστοτε κοσμική εξουσία, αλλά και ποιάς μορφής πολιτειακή οργάνωση αναγνωρίζεται ως πλησιέστερη στη Χριστιανική αντίληψη περί του εδώ κόσμου.    

Ads

Σε άλλους καιρούς, όχι και τόσο μακρινούς, το περιστατικό θα λάμβανε μεγαλύτερες διαστάσεις, ενώ θα ανήγαγε τα πολιτικά κόμματα και τις ηγεσίες τους, σε κατηγόρους και προασπιστές της Εκκλησίας και των δημοκρατικών ή μη φρονημάτων Της. Οι καιροί όμως άλλαξαν, το ίδιο και το πολιτικό σκηνικό. Η δε πνευματική ηγεσία της Εκκλησίας έχει αποδείξει τη διάθεσή της να συνδιαλέγεται με παν πνεύμα και δύναμη καλής θελήσεως, ανεξάρτητα από την ιδεολογικοπολιτική του απόχρωση. Έτσι, κανένας δε μοιάζει να έχει τη διάθεση να εμπλακεί σε φθηνούς εντυπωσιασμούς και παραπλανητικούς διαξιφισμούς που ανήκουν στο παρελθόν. Όσο κι αν αυτή η στάση τής Εκκλησίας εκλαμβάνεται ως πολλαπλώς εκπεφρασμένη επιλογή να ασκεί διακριτικά τον ρόλο της, έξω από πολιτικές αναμείξεις και συστημικές διασυνδέσεις, εντούτοις, η ίδια η «απολιτίκ» συμπεριφορά της γεννά τον προβληματισμό για τα όρια του αποδεκτού που αυτή υιοθετεί. Αν δηλαδή η Εκκλησία μπορεί και πρέπει να συνδιαλέγεται και να ευλογεί την κάθε εξουσία, το κάθε σύστημα, το κάθε μαύρο κατάλοιπο του χθες που επιθυμεί να επανέλθει στο προσκήνιο. Αλλά αυτή η παράμετρος στον ευρύτερο προβληματισμό μας, είναι μια άλλη ιστορία.

Σε κάθε περίπτωση, από το ατυχές περιστατικό μένει μόνο ένα παράπονο σε όσους από εμάς λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη τον πνευματικό ρόλο και τον καθαρό προσανατολισμό που μπορεί να προσφέρει σε μια ταραγμένη κοινωνία ο λόγος, το παράδειγμα και το έργο της ποιμαίνουσας Εκκλησίας. Και υποθέτουμε πως, για μια ακόμα φορά, η διοικούσα Εκκλησία μάλλον δεν θα μπει καν στον κόπο να μας εξηγήσει τις επιλογές της. Στο δε τέως βασιλικό ζεύγος, ευχόμαστε «πολλά τα έτη» και μακριά από εμάς…