Η εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ από το 4% στη διακυβέρνηση της χώρας οφειλόταν στη βαθιά κρίση και τις καταστροφικές πολιτικές που την επέτειναν και στη συνακόλουθη κατάρρευση του πάλαι ποτέ δικομματισμού.

Ads

Στην πλατιά απαίτηση για ανατροπή των προηγούμενων πολιτικών και του «καθεστώτος» που είχαν διαμορφώσει.

Αυτή την απαίτηση εξέφρασε ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή είναι και η μεγαλύτερη ιδιαιτερότητα της ελληνικής περίπτωσης: ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ και η «καινοτομία» του σε επίπεδο ευρωπαϊκής Αριστεράς. Οι Ποδέμος στην Ισπανία είναι το πιο κοντινό παράδειγμα, και ας μην προέρχεται από την πολιτική Αριστερά.

Ο συμβιβασμός του Ιουλίου 2015 μετρίασε τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν μείωσε τη βαθιά αδυναμία του παλιού πολιτικού συστήματος να δώσει λύσεις ή να επανακάμψει.

Ads

Η πολιτική ρευστότητα από την οποία άντλησε ο ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογικές του νίκες συνεχίζει να χαρακτηρίζει το πολιτικό σκηνικό. Η αναντιστοιχία ανάμεσα στην πολιτική και εκλογική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει το στοίχημα που μπορεί να κερδηθεί. Αλλά αυτό προϋποθέτει ένα άλλο κόμμα.

Στην Ελλάδα του 1981 δόθηκε η ευκαιρία για μεγάλες κοινωνικές αλλαγές, ευκαιρία που σύντομα κατασπαταλήθηκε. Στο σημερινό ασφυκτικό πλαίσιο της επιτροπείας, οι καταναγκασμοί της τελευταίας υπερβαίνουν το στενά δημοσιονομικό πεδίο (π.χ. περιορισμοί του υπερταμείου, τραπεζικός χώρος) συνιστώντας ένα ιδιότυπο καθεστώς αποικίας χρέους.

Παρ’ όλα αυτά, στο έδαφος της κρίσης εμφανίζεται και πάλι μια μεγάλη ευκαιρία για κοινωνικές αλλαγές, που μόνο η παρούσα κυβέρνηση μπορεί να αξιοποιήσει. Η ευθυγράμμιση της κυβέρνησης στις προϋποθέσεις αυτής της ευκαιρίας, το κέρδισμα της κοινωνίας σε αυτό το όραμα προσδιορίζουν το κόμμα που έχουμε ανάγκη.

Κατ’ αρχήν ένα κόμμα που παράγει πολιτική. Ζούμε σε έναν κόσμο μεγάλων διεθνών ανακατατάξεων και μεταβολών όπου ο νεοφιλελευθερισμός έχει -φανερά πια- αποτύχει να δώσει λύσεις στο βαθύ πρόβλημα της παγκόσμιας και των εθνικών οικονομιών. Ζούμε σε μια Ευρώπη σε κρίση.

Οι προηγούμενες κυβερνήσεις και η σημερινή δεξιά αντιπολίτευση στήριζαν και στηρίζουν μαζοχιστικά τις ευρωπαϊκές πολιτικές και δυνάμεις που είναι υπεύθυνες για αυτή την κρίση, καθώς και τις καταστροφικές πολιτικές που προκρίθηκαν για την Ελλάδα, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ όρθωσε ανάστημα στην Ευρώπη και συμμετέχει σε διεργασίες αλλαγής των ευρωπαϊκών συσχετισμών, που για πρώτη φορά είναι μια ορατή προοπτική.

Τέλος, το σημαντικότερο, το πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση και την επιτροπεία δεν συνίσταται για τον ΣΥΡΙΖΑ στην εφαρμογή του Μνημονίου, αλλά σε μια σειρά από μεγάλες αλλαγές και ένα παράλληλο πρόγραμμα. Για πρώτη φορά στα μνημονιακά χρόνια είναι ορατή η δυνατότητα διεξόδου με την κοινωνία όρθια.

Αν η «καινοτομία» του ΣΥΡΙΖΑ τον οδήγησε μέχρι τη διακυβέρνηση, το εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα να αλλάξει τον εαυτό του σε ένα κόμμα της κοινωνικής, λαϊκής πλειοψηφίας είναι η επόμενη αναγκαία καινοτομία.

Ενα κόμμα που έχει ηγεμονική άποψη για τις διεθνείς και ευρωπαϊκές εξελίξεις και τα ελλαδικά πράγματα και παράγει πολιτική.

Ενα κόμμα που ξαναμπαίνει στον κόπο να πείσει την κοινωνία ότι υπάρχει προοπτική, ότι υπάρχει πρόγραμμα διεξόδου παρά το ασφυκτικό πλαίσιο, και έχει συγκεκριμένη άποψη για το πώς θα γίνει αυτό. Που μετουσιώνει τη χαλαρή εκλογική του επιρροή σε πολιτική ηγεμονία.

Συνεπώς, ένα κόμμα που συνομιλεί με την κοινωνία, που μπορεί να ακούει τους προβληματισμούς της, που είναι ανοιχτό σε αυτήν και πιο μαζικό, χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις. Τέλος, ένα κόμμα που επειδή ακριβώς παράγει πολιτική και συνδέεται με την κοινωνία, μπορεί και ελέγχει ουσιωδώς την κυβέρνηση που υποστηρίζει ανεπιφύλακτα, διορθώνει τα κακώς κείμενα.

Είναι εφικτό ένα τέτοιο άλμα σήμερα από τον υπαρκτό ΣΥΡΙΖΑ; Είναι εφικτό υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η προοπτική θα στηριχτεί από την πολιτική του ηγεσία που βρίσκεται σήμερα σε κυβερνητικές θέσεις.

Είναι εφικτό αν επιστραφούν δυνάμεις από την κυβέρνηση προς το κόμμα. Είναι εφικτό αν αποφασίσουμε στο συνέδριο ότι τα καθήκοντα που έχουμε μπροστά μας απαιτούν έναν ΣΥΡΙΖΑ πολύ διαφορετικό -από άποψη λειτουργίας, ώσμωσης με την κοινωνία και κατάκτησης «θέσεων» σε αυτήν- από τον ΣΥΡΙΖΑ του 4% που μας έφτασε ώς εδώ.

Και εφόσον, βέβαια, ορίσουμε τα συγκεκριμένα βήματα και μέτρα προς αυτόν τον στόχο.

* Ο Γιώργος τσίπρας είναι γενικός γραμματέας στο υπουργείο Εξωτερικών

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών