Ισχυρίζονται πολλοί ότι το “καλό” μνημόνιο δεν απέδωσε γιατί “το πολιτικό σύστημα αρνείται πεισματικά τις μεταρρυθμίσεις”. Όπου πολιτικό σύστημα εννοούν κυβέρνηση και αντιπολίτευση αντάμα. Η άποψη αυτή μας συνοδεύει από το πρώτο μνημόνιο που μέσα στον βολονταρισμό του και την αοριστία του μπορούσε εύκολα να υιοθετηθεί από ένα wannabe μεταρρυθμιστή ο οποίος φυσικά δεν καταλάβαινε την  χωρίς συζήτηση απόρριψή του από την “παλαβή”  αριστερά…

Ads

Τα χρόνια πέρασαν όμως, η σύγκρουση μνημόνιο-αντιμνημόνιο έχασε την οξύτητά της, οι γραμμές ανακατεύτηκαν, η επιχειρηματολογία θόλωσε: τις πταίει;

Γιατί η αποτυχία της εφαρμοζόμενης πολιτικής είναι κάτι παραπάνω προφανής για όλους και όλες πλέον και οι επιπτώσεις της στην ζωή και το μέλλον των ανθρώπων δραματική – μέχρι και το ΔΝΤ ζητά χαλάρωση, κούρεμα και άλλα “παλαβά” και τα επίσημα χείλη της ΕΕ “θαυμάζουν” τους έλληνες για την αντοχή τους στις “υπερβολικά” σκληρές θυσίες στις οποίες υπεβλήθησαν… χωρίς αναπτυξιακή ελπίδα.

Η γενική αποδοχή της μνημονιακής αποτυχίας αλλάζει και την γλώσσα σιγά σιγά.

Ads

Εκεί που κάθε πολέμιος των μνημονίων ήταν και οπαδός της δραχμής και της χρεοκοπίας αλλά και όργανο όσων έχουν ευρώ στο εξωτερικό, σήμερα μπορεί απλά να είναι δικαιολογημένα καχύποπτος με τον γερμανικό οικονομικό εθνικισμό ή την αποτελεσματικότητα των προτάσεων των λογιστών της τρόικας…

Και εκεί που κάθε άνθρωπος θετικός ή καλόπιστος στα μνημόνια και τις προθέσεις τους ήταν κουίσλινγκ, προδότης και μισθαρνο όργανο του νεοφιλελευθερισμού, σήμερα μπορεί να είναι ένας παρασυρμένος από μια γενική έκθεση ιδεών με πιθανά καλές προοπτικές που όμως έγινε στην εφαρμογή της πρόσχημα του πελατειακού κομματικού κράτους να περάσει τις δικές του επιθυμίες.

Έτσι όλοι πια στην συγκυβέρνηση “σκίζουν τα μνημόνια” εφαρμόζοντας ταυτόχρονα κυριολεκτικά ό,τι επιθυμούν στο όνομά τους  – την ώρα που στην αντιπολίτευση με τον όρο “μνημόνια” εννοούν ακριβώς τα μέτρα της συγκυβέρνησης και όχι την δανειακή σύμβαση αυτή καθαυτή που άλλωστε θα διαπραγματευτούν αφού ακυρώσουν ότι ψήφισε η συγκυβέρνηση στο όνομα των μνημονίων.

Μπέρδεμα; Όχι βέβαια.

Αυτό που συμβαίνει στην χώρα πέντε χρόνια τώρα είναι ότι το πολιτικό σύστημα το υπεύθυνο για την κατάρρευση της εμπιστοσύνης των δανειστών στην χώρα και την κρίση χρέους που ακολούθησε, κάνει ότι μπορεί για να διατηρηθεί στην εξουσία. Είναι τόσες και τόσο βαριές οι ευθύνες του για αυτήν την κρίση που η πιθανή του απομάκρυνση θα αποκάλυπτε μια τερατώδη υπεξαίρεση δημοσίου πλούτου και υπερχρέωση χωρίς ρήτρα ανάπτυξης των επόμενων γενεών, τέτοια ώστε οι συνέπειες γι αυτό το ίδιο θα ήσαν δραματικές: θα οδηγούσαν στην ξεθεμελίωσή του με ότι αυτό συνεπάγεται για την ντόπια κρατικοδίαιτη ολιγαρχία (τους νταβατζήδες) και τους πολιτικούς συνεργάτες της.

Αυτό που έγινε αντιληπτό και ο κόσμος στράφηκε στην αριστερά, ήταν ακριβώς αυτό: τα καθαρά χέρια της (δεν είχε ασκήσει διακυβέρνηση) άσχετα με τα “παλαβά” (πιθανά ανεφάρμοστα) λόγια της. Το 2012 ο κόσμος περίμενε κάποιον από την αριστερά να πει “ναι, αναλαμβάνω – δώστε μου δύναμη” και γρήγορα πέρασε από το δημοσκοπικό 16% στην ΔΗΜΑΡ που μάσαγε τα λόγια της στον “παλαβό” ΣΥΡΙΖΑ που αποδεχόταν 100% την πρόκληση-πρόσκληση αν και φανερά ανέτοιμος.

Σήμερα, τα δεδομένα είναι πολύ σαφέστερα: η συγκυβέρνηση έχει καταστρέψει τον παραγωγικό ιστό της χώρας εφαρμόζοντας την εσωτερική υποτίμηση με κάθετα ταξικό τρόπο  – αντί για αναδιάρθρωση και μεταρρυθμίσεις εφαρμόζει ένα δεξιό ταξικό ρεβανσισμό απέναντι στους εργαζομένους και τους ΜμΕπιχειρηματίες, ξεπουλά τον δημόσιο πλούτο στο όνομα της “αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας”, επιτίθεται στο εισόδημα και την ιδιοκτησία με υπερφορολόγηση των μικρών και απαλλαγές των μεγάλων και εφαρμόζει μια Μεγάλη Αντιμεταρρύθμιση στο όνομα της “ευρωπαϊκής πορείας” της χώρας.

Η αντιπολίτευση θα παραλάβει πραγματικό χάος και “καμμένη γη”. Η αναμενόμενη και επιταχυνόμενη στροφή της στον ρεαλισμό, οι συμμαχίες της με την “αμερικανική” διαχειριστική εκδοχή της κρίσης και τους φορείς της, η υιοθέτηση μη-συγκρουσιακής εναλλακτικής προσέγγισης των ευρωπαίων (πχ με την “μετριοπαθή πρόταση” των τριών οικονομολόγων), η συμμαχία με τον Νότο και η “συνολική ευρωπαϊκή λύση απομείωσης του χρέους” – εργαλεία με τα οποία θα προσέλθει στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές για την διαχείριση του χρέους  – πιθανώς δεν είναι αρκετά για την ανάκαμψη της εμπιστοσύνης (και των επενδύσεων) στην χώρα μας.

Τι άλλο απαιτείται;

Πρώτα η εμπιστοσύνη του λαού και των παραγωγικών του τάξεων.

Ένα “κοινωνικό συμβόλαιο” με:

αποκατάσταση της θεσμικής ανεξαρτησίας της παιδείας, της δικαιοσύνης και του μόνιμου κρατικού μηχανισμού με κοινοβουλευτικό και όχι κομματικό έλεγχο αξιολόγηση των δομών και υπηρεσιών του δημοσίου τομέα και απονομή της μονιμότητας μετά και όχι πριν από αυτήν παραγωγική ανασυγκρότηση με στήριξη του εισοδήματος από υγιή επιχειρηματικότητα και εργασία, καινοτομία και εφευρετικότητα, τυποποίηση και εξαγωγές και όχι από σχηματισμό καρτέλ, κρατικοδίαιτη “επιχειρηματικότητα” και κομματική ανάθεση, προμήθεια και ποσοστά/μίζες από “καταναλωτικές” εισαγωγές και αγορές διόρθωση των συντεχνιακών αδικιών του παρελθόντος και αποκατάσταση της δικαιοσύνης στον διαρρηγμένο από το πελατειακό σύστημα, κοινωνικό ιστό και έναν νέο ιστορικό συμβιβασμό δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.

Με λίγα λόγια απαιτείται μια συμμαχία εξουσίας με μακροπρόθεσμους στόχους ανάκαμψης και εκπροσώπησης της χώρας βάσει ενός ελληνικού “μνημονίου” που θα ζητηθεί να (ανα)χρηματοδοτηθεί από τις δανειστές και τις αγορές – και όχι από τα κερδοσκοπικά funds και τους γύπες της “ευκαιρίας” και της χρεοκοπίας. Τους επενδυτές και όχι τους “επενδυτές”.

Το κρίσιμο στοιχείο είναι η “εμπιστοσύνη”. Η αμοιβαιότητα. Ένα σχέδιο που εκπονείς και μοιράζεσαι με τους δανειστές και επενδυτές. Και στην θέση των ΝΔΠΑΣΟΚ  – που έπεισαν τους δανειστές …να μην μας δανείζουν πια, βλέποντας τον κραυγαλέο παρασιτισμό, το υπερμεγέθες πελατειακό σύστημα, τους διορισμούς και την γιγάντωση ενός μη παραγωγικού κράτους και τα ελλείμματα χωρίς ανάπτυξη – να έρθει μια νέα προοδευτική συγκυβέρνηση που να πείσει να μας (ξανα)δανείσουν επειδή θα τους πείσει ότι μπορεί να υπηρετήσει την λύση που η ίδια προτείνει.

Μανιασμένα το παλιό πολιτικό σύστημα προσπαθεί να αποτρέψει μια τέτοια εξέλιξη. Μια συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων.

Δαιμονοποιεί την αντιπολίτευση, αξιοποιεί τα όποια λάθη της για να την παρουσιάσει ως την “‘άσχημη” της υπόθεσης – αφού δεν μπορεί πλέον να πείσει κανέναν ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν είναι η “κακή” -και δραματικά αποτυχημένη- κυβέρνηση.

Μένει το “καλό” μνημόνιο που η ίδια η τρόικα έχει (ξε)σκίσει ό,τι αόριστα θετικό προέβλεπε στην πρώτη του εκδοχή με την συνεργασία της στο δια ταύτα με το ντόπιο πελατειακό πολιτικό σύστημα. Και αυτή με την σειρά της είναι δραματικά αποτυχημένη εάν υποθέσουμε ότι την ενδιέφερε πραγματικά η “μεταρρύθμιση” και όχι πως θα πάρει λογιστικά τα δανεικά της πίσω με την κοντοπρόθεσμη λογική “δώσε ημίν σήμερον κι από όπου νάναι και ότι κι αν σημαίνει”. Και σε καμιά περίπτωση άμοιρη ευθυνών.

Αν δεν τους ενδιαφέρει η καταστροφή του παραγωγικού ιστού της χώρας και το στρατηγικό ξεπούλημα του φυσικού της πλούτου έναντι πινακίου φακής, στο όνομα μιας βίαιης και χοντροκομμένης “εσωτερικής υποτίμησης”, τότε έχουν απόλυτη ευθύνη που η λέξη “μνημόνιο”συμπυκνώνει πλέον όχι το σχετικό συμβόλαιο μιας δανειακής σύμβασης αλλά μια έξωθεν επιβαλλόμενη καταστροφική πολιτική.

Ας πρόσεχαν.

Η ελπίδα βρίσκεται πια στον ιστορικό συμβιβασμό των εθνικών παραγωγικών δυνάμεων του τόπου και μια μακρόπνοη συμμαχία εξουσίας και όχι στην τυφλή κομματική αντιπαράθεση.  Το “καλό’ μνημόνιο, η “κακή” κυβέρνηση και η “άσχημη” αντιπολίτευση δεν είναι πια παρά ένας παλιός αστικός μύθος – και η τελευταία παγίδα του παλιού πολιτικού συστήματος.

*Το άρθρο αποτελεί μια προσπάθεια διαλόγου με την άποψη που εκφράζεται στο κείμενο Τα όμορφα μνημόνια όμορφα σκίζονται του editorial του νέου τεύχους του “the books’ journal”.

Αριστερή Στρουθοκάμηλος