Η Μίκα μιλά για τους γονείς της και κάθε φορά που αναφέρεται σε αυτούς δακρύζει και είναι αναγκασμένη να πάρει χαρτομάντιλα από το τραπεζάκι που είναι μπροστά της για να σκουπίσει τα μάτια της. Στο ερώτημα τι την κάνει να συγκινείται τόσο πολύ μόνο με την απλή αναφορά στους γονείς της, εκείνη μιλάει για την άσχημη ζωή που είχαν, για τις δυσκολίες και την έλλειψη ευχαρίστησης που βίωσαν . Μιλάει για τα δικά τους βιώματα σαν να είναι δικά της. Μιλάει με τέτοιο τρόπο ώστε δεν μου είναι εύκολο να διακρίνω ποιος είναι ο γονέας και ποιο το παιδί, που είναι τα όρια ανάμεσα τους. Πρέπει να πούμε επίσης ότι η Μίκα δεν είναι παντρεμένη, μένει με τους γονείς της και εργάζεται και χάριν στην εργασία της μπορεί μαζί με την σύνταξή των γονιών, η οικογένεια να διατηρεί ένα ανεκτό επίπεδο ζωής.

Ads

Η Μίκα είχε ερωτικές σχέσεις αλλά ποτέ δεν προχώρησε κάτι σοβαρά, αλλά και ποτέ δεν το έμαθε ο πατέρας της, ενώ η μητέρα της κάτι μαθαίνει από την προσωπική της ζωή. Τώρα είναι χωρίς σχέση και νιώθει πολύ άσχημα, έχει άγχος, δεν θέλει να βγαίνει έξω, αλλά και όταν βγαίνει δεν αισθάνεται καλά. Ασχολείται με τις ανάγκες του σπιτιού και τους γονείς και αυτό είναι το πιο σημαντικό για αυτή.

Η Μίκα δεν είναι η μόνη η οποία έχει αναλάβει τους γονείς της με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, πολλά παιδιά τα οποία γίνονται γονείς των γονιών τους από μικρή ηλικία και κυκλοφορούν ανάμεσά μας κουβαλώντας την ευθύνη τους. Για να το καταλάβουμε καλύτερα στην μικρή μας κοινωνία παλιά, αλλά και ακόμα και σήμερα πάντα η οικογένεια ξεχώριζε ένα παιδί που θα αναλάμβανε το ρόλο να “προσέξει” περισσότερο τους γονείς, να τους γεροκομήσει. Το παιδί αυτό ήταν και είναι “προορισμένο” να μην κάνει οικογένεια, αλλά να μείνει μαζί τους μέχρι να φύγουν από την ζωή. Τα παιδιά αυτά τα ονομάζουμε γονεϊκά παιδιά.

Οι Simon, Sterlinet Wynne στο έργο τους The Langage of amly therapie 1985 ορίζουν το γονεϊκό παιδί σαν αυτό στο οποίο, μέσα στο οικογενειακό σύστημα, έχει ανατεθεί ο γονεϊκός ρόλος. Δηλαδή καταλαμβάνει τον ρόλο του γονιού απέναντι στους γονείς και όχι μόνο σε αυτούς. Μια τέτοια κατάσταση διαταράζει τις οικογενειακές σχέσεις καταργώντας τις διαφορές των γενεών και την τάξη που επικρατεί ανάμεσά τους.

Ads

Από το 1973 Ο Boszormenyi-Nagy et Sparks στο έργο τους Invisible loyalties μίλησαν για αυτό το φαινόμενο σαν μια υποκειμενική παραμόρφωση των σχέσεων όταν το ένα μέλος της παίρνει την θέση του γονέα και το άλλου του παιδιού. Αυτή η κατάσταση, τις περισσότερες φορές δημιουργεί ένα τεράστιο πρόβλημα στα παιδιά, διότι δεν τους επιτρέπει από την μια να ζήσουν το γεγονός ότι είναι παιδιά και από την άλλη να ασχοληθούν με την προσωπική τους ζωή.

Έτσι έχουμε να κάνουμε με ένα φαινόμενο όπου ένα παιδί, ένας/μια έφηβος/η αναλαμβάνει μια υπευθυνότητα στο οικογενειακό σύστημα η οποία δεν αναλογεί στην ηλικία του και το επίπεδο της ωριμότητας του οδηγώντας τον/την να γίνει γονιός των γονιών του/της. Βέβαια με περισσότερη προσοχή θα δούμε ότι αυτή η κατάσταση είναι μια επανάληψη ανάμεσα στις γενιές που έφυγαν και θα έρθουν, δηλαδή κάτι τέτοιο έχει παρατηρηθεί και στις προηγούμενες γενιές μιας συγκεκριμένης οικογένειας.

Λειτουργίες του Γονεϊκού παιδιού

Όπως μας λέει ο Ο Boszormenyi-Nagy το γονεϊκό παιδί έχει διάφορες λειτουργίες στην οικογένεια που σημαίνει ότι αναλαμβάνει την ευθύνη να φροντίζει τους γονείς, είτε αυτό έχει σχέση με την υγεία τους, την οικονομική τους κατάσταση, την ανάγκες του σπιτιού. Επίσης μπορεί να γίνει το ενδιάμεσο της επικοινωνίας των γονέων, ο “διασκεδαστής” και “φροντιστής” της ψυχικής τους ηρεμίας και διακρίνεται από τα άλλα ως προς την καλοσύνη του, την ηρεμία, την επιδεκτικότητα του και την ενοχή του πάνω στην οποία η οικογένεια επενδύει την φαντασιακή ικανοποίηση του μέλλοντος της, και στηρίζεται η πραγμάτωση των γονεϊκών της προσδοκιών. Επίσης πολλές φορές το γονεϊκό παιδί μπορεί να επωμιστεί το ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου κουβαλώντας όλα τα αρνητικά της οικογένειας βοηθώντας της με αυτό τον τρόπο να διατηρήσει την συνοχή της .
Άλλοι θεωρητικοί βλέπουν ότι το γονεϊκό παιδί ιδιοποιείται την εξουσία του γονέα προς τα άλλα μικρότερα αδέλφια. Γίνεται ο γονιός των μικρότερων αδελφών και αυτό το συναντάμε κατά κόρον παλιά στην κοινωνία μας όταν οι γονείς, λόγο εργασίας, άφηναν το μεγάλο παιδί, συνήθως κορίτσι να φροντίζει τα μικρότερα αδέλφια του.
Για τις μορφές που μπορεί να πάρει η λειτουργία του γονεϊκού παιδιού μέσα στην οικογένεια, μίλησε το 1979 Η Froma Walsh Σύμφωνα με αυτή συναντάμε το γονεϊκό παιδί στο ρόλο του γονέα σε σχέση με τον γονιό και με τα αδέλφια του, όπως το συναντάμε στο ρόλο του συζύγου, ακόμα και το ρόλο του παππού. Για την Froma Walsh ο ρόλος του γονέα είναι λιγότερο καταστρεπτικός από το ρόλο του συζύγου.
Για τον Jurkovic η γονικότητα εκφράζεται με δυο μορφές λειτουργίας πρώτα συγκινησιακή μορφή, η οποία βασίζεται στην συναισθηματική στήριξη η οποία εμπεριέχει σαν βασικό της στοιχείο την εμπιστοσύνη ανάμεσα στο γονέα και το παιδί. Και δεύτερον στην υλική στήριξη της καθημερινότητα του γονέα, η οποία έχει σχέση με την υγεία, την οικονομία, την διαχείριση του σπιτιού, και τις σχέσεις των γονέων με τον έξω κόσμο.

Επιπτώσεις

Αυτό που παρατηρείται είναι ότι σε όλες τις μορφές οικογένειας το γονεϊκό παιδί κάνει την εμφάνισή του με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Ακόμα στο ζευγάρι συμβαίνει πολλές φορές το ένα μέλος να αναλαμβάνει το άλλο σαν γονέας. Για τα παιδιά λοιπόν που παίζουν το ρόλο του γονιού δεν είναι πάντα δυσάρεστες καταστάσεις, εξαρτάται από την διάρκεια της λειτουργίας αλλά και την αναγνώριση του ρόλου τους. Από την μια, σε ένα πρώτο βαθμό ο ρόλος αυτός βοηθά το παιδί να ταυτιστεί πιο εύκολα με τον γονέα, αλλά, από την άλλη, όταν αυτή η κατάσταση διαρκεί, τότε το βάρος ευθυνών οι οποίες δεν του αναλογούν ξεπερνάνε τις ικανότητες του έτσι λειτουργούν ενάντια στην προσωπική του ανάπτυξη και εξέλιξη. Το γονικό παιδί δεν μπορεί να απομακρυνθεί από την οικογένεια, δεν μπορεί να ασχοληθεί με την “δική” του ζωή. Ο Le Golff ξεχώρισε το 1999 τους παράγοντες εκείνους που είναι θετικοί για το γονεϊκό παιδί και αυτούς που δεν είναι.

Αρνητικοί παράγοντες

α) Το παιδί είναι αναγκασμένο να απαντήσει σε απαιτήσεις που το ξεπερνάνε νοητικά ,συναισθηματικά και φυσικά.
β) Οι γονείς έχουν απαιτήσεις που δεν βοηθάνε στην εξέλιξη του παιδιού.
γ) Οι ανάγκες του παιδιού δεν λαμβάνονται υπ όψιν.
δ) Δεν του αναγνωρίζεται αυτό που προσφέρει.
ε) Αισθάνεται ενοχή και θεωρούν την συμπεριφορά του άσχημη.
ζ) Υπάρχει ένας διάχυτος ερωτισμός στην σχέση με τους γονείς που εγκλωβίζει το παιδί.
η) Απουσία των γονέων.
θ) Η ενοχή των γονέων από την παρέμβαση κάποιου τρίτου που ασκεί εξουσία.

Θετικοί παράγοντες

α) Η αναγνώριση από τους γονείς.
β) Βοήθεια του παιδιού από τους γονείς, ή κάποιον άλλον.
γ) Η εμπιστοσύνη που αναπτύσσεται μέσα στην σχέση.
δ) Οι γονείς αποφεύγουν δεν ζητούν από το παιδί μια πίστη που περιορίζει την ελευθερία του.
ε) Εάν οι γονείς εμποδίζονται στην αναγνώρηση του ρόλου του τότε η ύπαρξη κάποιο άλλο μέλους της οικογένειας μπορεί να βοηθήσει με την αναγνώριση της συνεισφορά του.
ζ) Οι αλλαγές στην οικογένεια, θάνατοι , χωρισμοί, επανασυνδέσεις
θ) Τα παιδιά δεν είναι εγκλωβισμένα ερωτικά στην σχέση.
η) Η έλλειψη ενοχοποίησης.

Από την μεριά του, ο Jurkivic προτείνει τέσσερις διαφορετικές μορφές του ρόλου ανάλογα με τις επιπτώσεις στο παιδί που τον αναλαμβάνει, οι οποίοι εξαρτώνται από τις κοινωνικές συνθήκες που αναπτύσσεται η οικογένεια.:

α) Την καταστροφική μορφή, όταν οι ευθύνες του παιδιού, είτε υλικές, είτε συναισθηματικές γίνονται οι μόνες πηγές κατασκευής της ταυτότητας του.
β) Την προσαρμοστική μορφή , όταν το παιδί παρ΄ όλες τις ευθύνες παραμένει κάποιος τον οποίο στηρίζεται και αυτός από την οικογένεια του και από τον κοινωνικό του περίγυρο.
γ) Την απουσία γονικότητας, όταν αυτό το παιδί ασκεί τις ευθύνες που του αναλογούν σύμφωνα με την ηλικία του και στηρίζεται από τους ενήλικες για την κατασκευή της ταυτότητας του.
δ) Τον παλιμπαιδισμό, όταν το παιδί κρατείται δέσμιο μια συντηρούμενης παιδικότητας που δεν του επιτρέπει να εξελιχτεί και να αναπτυχθεί όπως του αρμόζει.

Συμπεράσματα

Αυτό που καταλαβαίνουμε ότι δημιουργεί πρόβλημα δεν είναι η ύπαρξη του γονεϊκού παιδιού, αλλά η αγνόησή και η υποτίμηση αυτής της λειτουργίας. Δηλαδή η μη αναγνώριση των προσπαθειών του γονικού παιδιού προς του γονείς του και κατ επέκταση η έλλειψη βοήθειας… που προσφέρουν σε αυτό.

Οι περισσότεροι γονείς θεωρώντας ότι είναι υποχρέωσή του παιδιού να τους “ κοιτάξει” με τον έναν ή τον άλλον τρόπο δεν του αναγνωρίζουν τις προσπάθειες, αλλά τις περισσότερες φορές παραπονιούνται ότι τους “παρατάει” για να κοιτάξει την ζωή του. Η στάση αυτή από την μια γεμίζει το γονεϊκό παιδί με μια απογοήτευση, διότι δεν αναγνωρίζεται η προσπάθεια που καταβάλει και από την άλλη προδικάζει την ύπαρξη της ενοχής σαν κινητήρια δύναμη που το κατακλύζει και δεν του επιτρέπει να ασχοληθεί με τον ίδιο του τον εαυτό.

Η αναγνώριση του ρόλου του προσφέρει στο παιδί την ικανοποίηση της ύπαρξή του διότι μέσα από αυτό το ρόλο διαμορφώνει την ταυτότητα του με τέτοιο τρόπο ώστε πολύ γρήγορα αναλαμβάνει και προσπαθεί να φέρει εις πέρας δυσκολίες που δεν έχουν σχέση μόνο με τον οικογενειακό του ρόλο αλλά και με την θέση του στην κοινωνία σε κοινωνικές ομάδες διαφορετικές από την οικογένεια του.
Στην αντίθετη περίπτωση, η μη αναγνώριση της λειτουργίας του, το αφήνει πάντα σε μια έλλειψη πληρότητας του εαυτού του και παρ όλο που “καταναλώνει” χρόνο και συναίσθημα στην βοήθεια προς του γονείς, μένει πάντα ένα κενό μέσα του το οποίο δεν μπορεί να συμπληρωθεί παρά μόνο από την αναγνώριση της προσπάθειά του.

Έτσι αισθάνεται συνεχώς ότι δεν κάνει τα πράγματα έτσι όπως πρέπει, ότι δεν είναι αυτό που έπρεπε να είναι για τους άλλους και ότι και αν κάνει δεν τα καταφέρνει έτσι όπως οι άλλοι προσδοκούν. Σε αυτή την περίπτωση το γονεϊκό παιδί νιώθει μια συναισθηματική αστάθεια, μια μικρότητα, και το κυριεύει ένα συνεχές άγχος παρ όλες τις προσπάθειες του να μην λείψει τίποτα στους γονείς ή αυτούς που έχει αναλάβει στην οικογένεια.

Πηγή: kerentzis.blogspot.gr