Τέσσερα κλακ-κλακ η πόρτα ασφαλείας, δύο γκραγκ-γκραγκ οι σύρτες στην γκαραζόπορτα, δύο κλιλ-κλικ το κλειδί στην ξύλινη εσωτερική πόρτα που πάει στην σκάλα, έξι μπιπ-μπιπ ο συναγερμός. Κατεβάζεις τα πατζούρια, ευτυχώς δεν άνοιξες καθόλου μες στην μέρα τα συρόμενα μεταλλικά συστήματα ασφαλείας… Της Αρετής Γεωργοσοπούλου*

Ads

Ο φίλος του ύπνου το σκοτάδι σε καλεί να κοιμηθείς. Διώχνεις από το μυαλό σου και πόσων άλλων φίλος είναι το σκοτάδι.

Πέφτεις με κλειστά μάτια αλλά αυτιά ορθάνοιχτα. Η μύτη δουλεύει κανονικά γιατί κάποιες καλοκαιρινές  νύχτες μες στον ύπνο σου έχεις πεταχτεί επάνω από την μυρωδιά καπνού που μπήκε απ’ τα ανοιχτά παράθυρα. Η περιοχή γύρω έχει πράσινο.

Τρέχεις όλο αγωνία στο τηλέφωνο να ενημερώσεις και να ενημερωθείς από το 199.

Ads

Άλλες νύχτες  ο συναγερμός του γείτονα διακόπτει τον ύπνο σου και το μόνο που εύχεσαι είναι να είσαι κοντά στο ξημέρωμα και να έχεις συμπληρώσει κάποιες αναγκαίες ώρες ύπνου.

Ετοιμάζεσαι να βγεις έξω. Πρωί πιά. Μπαίνεις στο αυτοκίνητο. Κοιτάς γύρω σου.

Κατηφείς, μουτρωμένοι, επιθετικοί οι περισσότεροι οδηγοί. Αναρωτιέσαι αν είχαν όλοι διαταραγμένο ύπνο. Φοβάσαι αυτόν που κάνει σφήνες σαν τρελός σχεδόν απάνω σου ακόμα και στην Αττική Οδό που έχεις πληρώσει για να μπεις, αγωνιάς με αυτόν που δεν σταμάτησε στο Στοπ και τρομοκρατείσαι με αυτόν που παραβιάζει το κόκκινο και σε περνάει με τα χίλια ενώ έχεις ξεκινήσει.

Τα μόνα αχνά χαμόγελα και μια καλημέρα από τους ανθρώπους των φαναριών. 

Περπατάς στον δρόμο, μπαίνεις στο μετρό ή στο λεωφορείο σφίγγοντας την τσάντα πάνω σου. Δεν πρέπει να χαλαρώσεις και να ξεχαστείς. Δεν πρέπει να αφεθείς να απολαύσεις τα τοπία που περνούν μπροστά σου, τις εικόνες της καθημερινής ζωής στις γειτονιές, τους ανθρώπους με τα σκυλάκια στο λουρί, αυτούς που ρουφούν απολαυστικά τον καφέ στα καφενεία.

Χρειάζεσαι λεφτά αλλά φοβάσαι να πας στο ΑΤΜ. Άστο καλύτερα αύριο. Ας πάει ο σύζυγος. 

Κάποια βραδινή έξοδος το Σάββατο. Φοβάσαι να περπατήσεις πίσω από το Εθνικό Θέατρο. Πως να πας στο αυτοκίνητό σου στο Μεταξουργείο, στην Κλαυθμώνος, στη Δροσοπούλου; Ακόμα και μέσα στο αυτοκίνητο οι πόρτες κλειδωμένες και τα παράθυρα κλειστά. Από φόβο.

Αποφεύγεις τα μέρη που συχνάζουν πολλοί έφηβοι γιατί θυμάσαι την φυσική επίθεση που σου έκαναν για ‘χαβαλέ’ λόγω της κάποιας διαφορετικότητας σου.
Πολλές νύχτες ξαγρυπνάς μέχρι να γυρίσει το παιδί σου και να είναι καλά γιατί ξέρεις ότι τα ποτίζουν μπόμπες και οδηγούν μεθυσμένοι.

Και συ από παιδί πάντα κουβαλούσες τους δικούς σου φόβους τούς προσωπικούς, να επικοινωνήσεις, να γίνεις κατανοητός, να σε αποδεχτούν να σε αγαπήσουν. Φοβάσαι γιατί δεν ξέρεις πως.

Πως όμως χώρεσε μέσα και πάνω σε τόσο φόβο να έρθει και να καταχωνιαστεί και ο καινούργιος; Για τη δουλειά, το σπίτι, για την επιβίωση, αλλά και για την μαύρη και σκοτεινή «Αυγή» που ξαφνικά απειλητικά εμφανίζεται γύρω σου.

Kαι γω που πάντα πίστευα στην αγωγή, την γνώση, τον πολιτισμό. Τώρα θα με αναγκάζουν να τους βλέπω παντού; Στην τηλεόραση, τις εφημερίδες, τις γειτονιές; Και μικρή και ανίσχυρη μπροστά τους θα παραμερίζω για να περάσουν ανθρώπινα σχήματα που δεν μοιάζουν με κανένα απ’ αυτούς που ξέρω; Με μια όμοια κοψιά. Όμοια αποκοτιά.

Ίσως αυτός ο καινούργιος φόβος να παραμέρισε τον αρχέγονο φόβο της συνείδησης της θνητότητας και να στριμώχτηκε κάπου κει. Ίσως. Δεν ξέρω. Αναρωτιέμαι και φοβάμαι. 

Aλλά σσσς… σιγά μην μας ακούσουν γιατί φοβάμαι μη τους ξυπνήσουμε και άντε τώρα να αρχίσουν να ξύνουν το κεφάλι τους όλοι αυτοί μαζί οι «αρμόδιοι» μπας και κατεβάσουν ιδέες, μελέτες και πρακτικές για την παιδεία, την προστασία του πολίτη, την αστυνόμευση, την πρόληψη, την εφαρμογή των νόμων και άλλα συναφή.-

*Μερικές καθημερινές βιωματικές εμπειρίες της Αρετής Γεωργοσοπούλου (κοινωνικός επιστήμονας)

Σχετικά άρθρα:

Πηγή: afigisizois.wordpress.com