”Ο κόσμος μετακόμισε στο απάνθρωπο,
βολεύτηκε σ’ αυτή την προσφυγιά,
πήρε μαζί του για εικονίσματα φωτογραφίες δημίων,
όργανα βασανιστηρίων για φυλαχτά,
μιλάει μόνο με σήματα μες την οχλαγωγία της ερημιάς
στις φαντασμαγορίες του  τίποτε”
Βύρων Λεοντάρης
(Εν γη αλμυρά)

Ads

Επιστρέφοντας στην πατρίδα μου -δηλαδή στους τάφους των αγαπημένων μου και στα ενδιαιτήματα των λατρεμένων μου προσώπων, στο σπίτι μου- γυρίζω πίσω κουβαλώντας συναισθήματα και αναμνήσεις  και -για ηθελημένους λόγους- έλλειμμα πληροφόρησης. Όμως, τις  ειδήσεις όσο και αν θέλεις να τις αγνοήσεις, να τις απωθήσεις από τον ορίζοντα της ζωής σου, αυτές κεφαλαιοποιημένες υπομονετικά και υπονομευτικά περιμένουν να σε εκδικηθούν. Θέλουν να προκαλέσουν την προσοχή σου, όταν μαθαίνεις για τα χιλιάδες αθώα θύματα των πολεμικών συρράξεων και τους βομβαρδισμούς των οικισμών. Τότε είναι που μπαίνεις σε βασανιστικές σκέψεις, έστω και αν έχεις μια απόσταση γεωγραφικής ασφάλειας από το θέατρο των επιχειρήσεων. Τότε είναι που θέτεις στον εαυτό σου αμείλικτα ερωτήματα του τύπου «που πάει ο κόσμος;». Η όποια γνώση δεν μπορεί να σε απαλλάξει από την υπαρξιακή σου αγωνία, αντίθετα σε βυθίζει όλο και περισσότερο στο λαβύρινθο της.

Η Μέση Ανατολή φλέγεται. Η Ουκρανία βρίσκεται μεταξύ πολέμου και ανακωχής. Ο ισλαμικός φονταμενταλισμός αναζωπυρώθηκε, οργανώθηκε σε Ισλαμικό Χαλιφάτο (ISIS) και στις τάξεις του προσχώρησαν νέοι άνθρωποι προερχόμενοι από το Δυτικό κόσμο (μήπως πρέπει να αναρωτηθούμε το γιατί;). Τα κρατικά σύνορα αμφισβητούνται. Αποσχιστικές τάσεις διαγράφονται στον πολιτικό ορίζοντα. Οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί οξύνονται και τα γεωστρατηγικά συμφέροντα απειλούν παλιές ισορροπίες. Ένας συμπαντικός εφιάλτης μετεωρίζεται πάνω από τα κεφάλια της ανθρωπότητας και η γη μοιάζει με μια μεγάλη χύτρα που προθερμαίνει  το αίμα ενός νέου παγκοσμίου πολέμου.

Όλη αυτή η κατάσταση γεμίζει θλίψη, οργή και αγωνία κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο και τα ερωτήματα που μπαίνουν στο μυαλό του είναι «γιατί όλα αυτά;». Γιατί δεν επαληθεύτηκε μετά από δύο αιώνες το πρόταγμα του Διαφωτισμού; Μήπως ο εξορθολογισμός της ζωής εξαντλήθηκε καθοδόν; Που είναι η εξαγγελία του Kant για «αιώνια ειρήνη»; Πόσο ακόμη θα την περιμένουμε να έρθει;  Ή μήπως τα λουστρινένια της γοβάκια κόλλησαν στις λάσπες της ιστορίας από τότε που οι καθεδρικοί ναοί της Δύσης και τα βαριεστημένα από το κλέος τους μεσαιωνικά κάστρα παρέδωσαν τα κλειδιά της εξουσίας τους στις ανερχόμενες «λογοκρατούμενες» αστικές δυνάμεις. Δυνάμεις που με ιδιαίτερο ζήλο μετασχημάτισαν την ιεροκρατική Δύση σε λίκνο του καπιταλισμού και με την επιβολή του μεταμορφωμένου σε «εργαλειακό ορθολογισμό» Λόγου και Νόμου μετέτρεψαν την αστική κοσμοαντίληψη σε ηγεμονεύουσα ιδεολογία και ιμπεριαλιστική πρακτική.

Ads

Η νεωτερικότητα έχει δείξει ότι η λογική θεώρηση της ζωής δεν οδήγησε τον άνθρωπο στην αυτογνωσία και η απελευθέρωση της σκέψης και της βούλησης από τα παλιά δεσμά, δεν έφερε την αρμονία των σχέσεων και την ειρήνη στον κόσμο. Η ειρήνη μοιάζει σαν ένα απραγματοποίητο ιδεώδες, σαν χίμαιρα, και ως σύλληψη  παραπέμπει μέσα από άλλους δρόμους σκέψης σε μία εσχατολογία ανάλογη του Χριστιανισμού. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, αυτό που συμβατικά αποκαλούμε ειρήνη είναι μη-πόλεμος ή διαλείμματα πολέμου, δηλαδή ανακωχή, όπως αυτή του Ψυχρού Πολέμου. Περίοδος κατά την οποία  επικράτησε στον πλανήτη ισορροπία τρόμου, η οποία από το ένα μέρος άφησε τον πόλεμο να ξαποστάσει για ένα χρονικό διάστημα μέσα στην απέραντη από ερείπια, πτώματα, ξεραμένα αίματα και θραύσματα ψυχών έρημο και από το άλλο μέρος τους ανθρώπους να ανατάξουν τον λαβωμένο υπαρξιακό τους πυρήνα ακολουθώντας καθ’ υπόδειξη του ανασυγκροτημένου καπιταλισμού την θεραπευτική αγωγή του καταναλωτισμού που αναδείχτηκε σε νέα εγκόσμια θεότητα. Η μετάβαση του κόσμου από ένα καθεστώς διπολισμού σ’ ένα καθεστώς πολύπολικότητας, λόγω της απόσπασης των ιδιαίτερων πολιτισμικών συγκροτήσεων από υπερεθνικά ή αταξικά σχήματα, οδήγησε στην ανασύνταξη του πλανήτη. Άλλαξε τις ισχύουσες ισορροπίες δυνάμεων. Ανέτρεψε τα γεωπολιτικά δεδομένα και ανέδειξε στο διεθνή ορίζοντα νέα συλλογικά υποκείμενα ως υποκείμενα Διεθνούς Δικαίου. Και όσο συνέβαινε αυτό, τόσο οι δεξαμενές σκέψης των ισχυρών κρατών βρίσκονταν σε εγρήγορση εκπονώντας σχέδια επί σχεδίων, στρατηγικές καθ’ υπόταξης των μικρών και αδυνάμων κρατικών μορφωμάτων.

Οι παλαιοί δρόμοι της αποικιοκρατίας μετατράπηκαν σε λεωφόρους απρόσκοπτης διέλευσης των καπιταλιστικών συμφερόντων με σκοπό την εγκαθίδρυση σφαιρών επιρροής στο εσωτερικό των ανίσχυρων πολιτικών συλλογικοτήτων με πρόσχημα τη «βοήθεια», την ιδεολογία της «ανάπτυξης» και με μέσο χειραγώγησης για την διάδοση της κυρίαρχης κουλτούρας τα ΜΜΕ. Στο πλαίσιο αυτό διαμόρφωσαν τους όρους διάβρωσης της πολιτικής ζωής και άλωσης των ανίσχυρων εθνοτοπικών οικονομιών, με στόχο την ενοποίηση της αγοράς και αποτέλεσμα το «τέλος της εργασίας» (J.Rifkin). Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα πολιτικά ασταθή και οικονομικά εξασθενισμένα κράτη θέλησαν να κρατήσουν την ανεξαρτησία τους ή τις εσωτερικές τους ισορροπίες και να μη συμμορφωθούν με την λογική της κυρίαρχης τάξης πραγμάτων οι ισχυροί εφάρμοσαν τη λαϊκή ρήση «Εκεί που δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος». Στο όνομα δήθεν της υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προχώρησαν σε στρατιωτικές επεμβάσεις, διέσπειραν βόμβες, σκότωσαν και προκάλεσαν «παράπλευρες απώλειες», έκαναν με άλλα λόγια πόλεμο για να επιβάλλουν τάχατες την ειρήνη, την ασφάλεια και την τάξη.

Όμως, καμία έξωθεν και άνωθεν επιβαλλόμενη ασφάλεια και τάξη και κανένα εξωκαθοριζόμενο δίκαιο -δηλαδή ο νόμος των ηγεμονικών δυνάμεων- δεν μπορεί ούτε με τα όπλα, ούτε με τη βία, ούτε με «διατάγματα να αλλάξει την κοινωνία» -όπως έλεγε ο Montesquieu- και κανένας νόμος του ισχυρού που αγνοεί τις εσωτερικές δικαιακές ισορροπίες των επιμέρους κοινωνικών και πολιτικών συλλογικοτήτων δεν δύναται να αποδώσει δικαιοσύνη. Αντίθετα, ενισχύει την αδικία και προκαλεί πόλεμο. Μπορεί σε πρώτη φάση και συνθήκες έκτακτης ανάγκης ο νόμος του ισχυρού να λειτουργήσει προσωρινά ως «τακτοποιούσα τάξη» (ordo ordinans) – όπως έλεγε ο πατέρας του Διεθνούς Δικαίου, Hugo Grotius-, όχι όμως και ως «τακτοποιημένη τάξη» (ordo ordinatus). Όσο στον κόσμο θα υπάρχουν ανισότητα ισχύος και πλούτου, διεύρυνση της φτώχιας και του κοινωνικού αποκλεισμού, τόσο η ειρήνη και ο νόμος του δυνατού θα είναι ασύμβατοι δρόμοι.

Στην Ευρώπη του νεοφιλελευθερισμού η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει μετατραπεί σε επιστέγασμα του καπιταλισμού, αυτονομημένη από την κοινωνία της. Αυτό σημαίνει ότι κανένας «συνταγματικός πατριωτισμός», που με ιδιαίτερο οπτιμισμό οραματίστηκε ο συνεχιστής της Καντιανής παράδοσης J.Habermas, δεν θα είναι ικανός να αλλάξει τις πολιτικοκοινωνικές συνθήκες όσο στην Ευρώπη θα επικρατούν ηγεμονικές πολιτικές και καπιταλιστικές σχέσεις. Αναλυτικότερα από την στιγμή κατά την οποία:

α) τα ολιγαρχικά συμφέροντα παραμένουν ασύδοτα και η πολιτική είναι θεραπαινίδα της οικονομίας και το μετασχηματισμένο από βιομηχανικό σε εμπορικό και χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο συμπεριφέρεται σύμφωνα με τη  slang γλώσσα σαν «Bank-gangster» και η αγορά είναι ο ρυθμιστής των κοινωνικών σχέσεων και ο πρωταρχικός παράγοντας δικαίου- νόμου, κατά τον απολογητή του νομικού νεοφιλελευθερισμού F.A.Hayek (Law, Legislation and Liberty),
β) η Δύση έχει μια ιδιοκτησιακή αντίληψη του κόσμου τόσο σε ιδεολογικό όσο και σε οικονομικό-πρακτικό επίπεδο, θεωρώντας τον εαυτό της φορέα «ανώτερου» πολιτισμού και τους άλλους φορείς «κατώτερου» και όχι διαφορετικού πολιτισμού, όπως παρατηρούσε ο Claude Levis-Strauss (Φυλές και Ιστορία) και
γ) το Διεθνές Δίκαιο  παραμένει ανίσχυρο ή ενίοτε μονόφθαλμο και οι διεθνείς θεσμοί είναι είτε εξαρτημένες μεταβλητές, είτε πυροσβεστικά οχήματα, τότε δεν θα υπάρχει ισορροπία, ασφάλεια και ειρήνη στον πλανήτη.

Αντίθετα, θα διεγείρονται τα εξαρτημένα αντανακλαστικά του ισλαμικού φονταμενταλισμού και θα ενισχύεται η συνοχή του ως κίνημα αντίστασης στις προκλήσεις του Δυτικού κόσμου. Η εκτίναξη του κεφαλαίου σε πλανητική κλίμακα και η ακάθεκτη εισβολή του σε πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ανατολής θα κάνει τις πολεμικές συρράξεις καθημερινότητα, την ειρήνη απατηλή ιδέα, το δίκαιο γράμμα κενό περιεχομένου ή σαφέστερα νόμο του ισχυρού και ο πλανήτης θα βρίσκεται σε διαρκή αναταραχή, α-ταξία και αναρχία. Θα χωρίζεται σε δύο ασυμφιλίωτα στρατόπεδα, σε εχθρούς και φίλους, σε ομόθρησκους και αλλόθρησκους, επιβεβαιώνοντας τον S. Huntington. Η κάθε πλευρά για δικούς της λόγους θα αντιμάχεται την άλλη στην αρένα της ιστορίας και ο νόμος του ισχυρού θα είναι αυτός που θα καθορίζει τις εξελίξεις.

Πριν ο Rousseau (Κοινωνικό Συμβόλαιο) πει ότι οι νόμοι υπηρετούν τους δυνατούς και πριν ο K. Marx (στον πρόλογο της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας) αναφερθεί στην σχέση δικαίου και άρχουσας τάξης, ο σοφιστής Θρασύμαχος είχε πει: «φημὶ γὰρ ἐγὼ εἶναι τὸ δίκαιον οὐκ ἄλλο τι ἢ τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον» (Πλάτωνος Πολιτεία). Αυτό το δόγμα εφάρμοσε η «νομοκρατούσα» Αθήνα του 5ου αιώνα καταστρέφοντας στο όνομα των ιμπεριαλιστικών της συμφερόντων την Μήλο. Για την άρρηκτη σχέση οικονομικών συμφερόντων και δικαίου έκανε λόγο όχι ένας μαρξιστής άλλα ένας αστός κοινωνιολόγος αντίστοιχου πνευματικού διαμετρήματος με τον Marx, ο γερμανός Max Weber στο έργο του «Οικονομία και Δίκαιο» και με επιστημονική εντιμότητα επισήμανε ότι «η νομική ρύθμιση εξυπηρετεί άμεσα και σε μεγάλο μέρος οικονομικά συμφέροντα και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτό δεν γίνεται ορατό κατά άμεσο τρόπο […] τα οικονομικά συμφέροντα ανήκουν στους πιο ισχυρούς παράγοντες που επηρεάζουν την διαμόρφωση του δικαίου». Και επειδή το θετό δίκαιο δεν είναι κάτι το ουδέτερο και ανεξάρτητο, δηλαδή ένα κλειστό «αυτοαναφορικό» και «αυτοποιητικό» σύστημα, όπως το αντιλαμβάνεται η συστημική θεωρεία υπό τον Niklas Luhmann (Rechtssoziologie), αλλά ένας θεσμός που προβάλλει με τον μανδύα της ουδετερότητας, ενώ κάτω από το σιδερένιο περιτύλιγμα του επιμελώς υποκρύπτονται τα εξουσιαστικά συμφέροντα της κοινωνίας. Τότε στη βάση αυτής της θεώρησης το δίκαιο -όπως έλεγε ο Pierre Bourdieu (Μικρόκοσμοι)- είναι «οι συγγένειες που ενώνουν τους κατόχους της κατεξοχήν μορφής της συμβολικής εξουσίας με τους κατόχους της κοσμικής, πολιτικής ή οικονομικής εξουσίας (και…) η ενδογενής λογική των νομικών κειμένων συμφωνεί με τα συμφέροντα, τις αξίες και την θεώρηση του κόσμου των κρατούντων».

Οι σκέψεις αυτές επαληθεύονται από το γεγονός ότι στις παρούσες συνθήκες ένας μεγάλης σημασίας κλάδος του Δικαίου, το Εργατικό Δίκαιο, ως κατεξοχήν συμμετοχικό δίκαιο στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου και ιδιαίτερα στην Ελλάδα έχει περιπέσει σε αφάνεια. Και το ερώτημα που προκύπτει μετά από όλα αυτά είναι «τι κάνουμε;». Τι κάνουν οι ανίσχυροι και οι μικροί λαοί για να μην υποκύψουν στις έξωθεν ποικιλόμορφες εξαρτήσεις, επεμβάσεις και απειλές των μεγάλων; Αρκούν τα όποια προγράμματα και κινήματα ειρήνης ή ακόμα οι όποιες διακηρύξεις (Ελσίνκι); Ή μήπως οφείλουν οι ανίσχυροι λαοί, πρώτα από όλα, να αλλάξουν στο εσωτερικό τους κοινωνικό και πολίτικο παράδειγμα και να εργαστούν από κοινού στη βάση κάποιων αξιών για την δημιουργία ενός άλλου κόσμου, που η υφή και η ισχύς του θα εγγυάται την ασφάλεια και την ειρήνη;

Στο τελευταίο αυτό ερώτημα την απάντηση την έδωσε εδώ και χιλιάδες χρόνια ο Θουκυδίδης, όταν έλεγε ότι κανένα σύμφωνο «ειρήνης» δεν μπορεί να παραμένει σε ισχύ όταν τα συμβαλλόμενα μέρη-κράτη δεν είναι ισχυρά. Με άλλα λόγια δεν έχουν αναπτύξει στο εσωτερικό τους τις αναγκαίες κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες και δεν έχουν συγκροτήσει μια εθνική στρατηγική ως άξονα προσανατολισμού της δράσης τους και, βεβαίως, δεν έχουν διαμορφώσει μια αρραγή πολιτισμική ταυτότητα. Στοιχεία τα οποία, από το ένα μέρος, θα τους επιτρέψουν την επιβίωση τους ως διακριτές πολιτιστικό – πολιτικές οντότητες και, από το άλλο μέρος, θα τα καταστήσουν ικανά να αποκτήσουν μια σοβαρή θέση και ένα σημαντικό ρόλο στο σύστημα των Διεθνών Σχέσεων ως ισοδύναμοι και ισότιμοι συμπράκτες στο γίγνεσθαι της κοινωνίας των εθνών.

Το να μιλάει κανείς για Δι-εθνισμό, τουλάχιστον είναι βερμπαλιστικό, όταν δεν έχει προηγουμένως ενδυναμώσει τον εθνισμό του -και όταν λέμε εθνισμό, μην πάει ο νους μας στον εθνικισμό, αλλά στην οικοδόμηση μιας κοινωνικής συνείδησης ως προϋπόθεση για την αυτοδύναμη και όχι εξαρτημένη ανάπτυξη της κοινωνίας.

Υ.Γ. Το αφιερώνω στους νομικούς συνομιλητές μου και στο νομοδιδάσκαλο για τις ατελείωτες ώρες των συζητήσεων και διαφωνών μας, ένδειξη της διάστασης ανάμεσα στην νομική και κοινωνιολογική σκέψη, με απεριόριστη αγάπη και σεβασμό.

*Η Σούλα Αντωνίου είναι Κοινωνιολόγος- Πανεπιστημιακός