Τώρα που στέγνωσε το μελάνι των πολεμικών ανταποκρίσεων και των ιατρικών ανακοινωθέντων από το μέτωπο του Βόλου. Τώρα που στέγνωσε το αίμα στα τσιμέντα του “Πανθεσσαλικού”. Τώρα που στέγνωσε ο κρύος ιδρώτας που έλουσε όλους όσοι κινδυνεύσαμε να γυρίσουμε μισοί από τον ποδοσφαιρικό τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας.

Ads

Τώρα μπορούμε να μιλήσουμε κι εμείς. Εμείς που δεν ντρεπόμαστε να δηλώσουμε την αγάπη μας για το ποδόσφαιρο και την ομάδα μας. Εμείς που δεν πήγαμε να σκοτώσουμε ούτε να σκοτωθούμε. Εμείς που μάθαμε πως να χάνουμε και πως να κερδίζουμε. Εμείς που δεν ανήκουμε στον “στρατό” κανενός επιχειρηματία και στηθήκαμε στην ουρά χωρίς η “εταιρεία” να νοιαστεί αν θα ποδοπατηθούμε μεταξύ μας για το μαγικό χαρτάκι. Εμείς που είδαμε να μας πουλάνε ένα εισιτήριο χωρίς αριθμό θέσης, λες και θα μπαίναμε σε αρένα.

Τώρα μπορούμε να μιλήσουμε κι εμείς. Για όσα είδαμε, για όσα ζήσαμε και περισσότερο για όσα καταλάβαμε πως παίχτηκαν στην πλάτη μας για να μην δυσαρεστηθούν πρόεδροι και παράγοντες που ήθελαν ο κόσμος να χαλάσει να γίνει ο αγώνας το Σάββατο στον Βόλο. Εμείς που χρησιμοποιηθήκαμε σαν κομπάρσοι σε ένα επικίνδυνα κακοστημένο σκηνικό που το βάφτισαν “γιορτή” του ποδοσφαίρου. Σε έναν τελικό που στήθηκε στο πόδι χάρη στη μαγκιά κάποιων τύπων του κοινού ποινικού δικαίου, σε ένα γήπεδο εντελώς ακατάλληλο να φιλοξενήσει τις άγριες διαθέσεις μεγάλης μερίδας οπαδών, με μια διοργανώτρια αρχή ανίκανη να διασφαλίσει ακόμα και αυτά τα στοιχειώδη, με μια αστυνομία που είχε χάσει τα αβγά και τα πασχάλια εντός και εκτός γηπέδου και με μια Πολιτεία που τελικά κακώς σήκωσε τα χέρια ψηλά, και λίγα έγιναν τελικά το Σάββατο στον Βόλο.

Όταν καταφέρνεις να γυρίσεις σπίτι σου σώος και αβλαβής από το μακελειό και με το εισιτήριό σου άθικτο καταλαβαίνεις πως επί τρεις ημέρες κάποιοι απλά έπαιζαν μαζί σου με αυτοκόλλητες δικαιολογίες. Όταν μπαίνεις στο γήπεδο στην πρώτη θύρα που βρίσκεις μπροστά σου για να γλιτώσεις τα επί δικαίους και αδίκους κλομπ και τις τυφλές κλωτσιές των ανδρών των ΜΑΤ σε ό,τι κινείται μπροστά τους και κανείς υπάλληλος δεν βρίσκεται εκεί όχι απλά να σου κολλήσει το περίφημο αυτοκόλλητο, αλλά ούτε καν να σου κόψει το εισιτήριο, τότε έχεις κάθε δικαίωμα να αισθάνεσαι θύμα μιας παρέας ανίκανων και ασυνείδητων παραγόντων.

Ads

Όταν συνειδητοποιείς ότι το γήπεδο όπου βρίσκεσαι διαθέτει την παγκόσμια αρχιτεκτονική πατέντα μιας “αερογέφυρας” που συνδέει τα δύο αντίπαλα πέταλα των φανατικών οπαδών, έχεις κάθε δικαίωμα να αισθάνεσαι θύμα μιας παρέας επικίνδυνων παραγόντων. Όταν μάλιστα βλέπεις την “αερογέφυρα” να μην έχει αποκλειστεί εξ αρχής από τις αστυνομικές δυνάμεις, αποκόπτοντας δύο πολεμοχαρείς και αιμοδιψείς ομάδες που πήγαν στο γήπεδο οπλισμένες με σουγιάδες, κατσαβίδια και βόμβες μολότοφ, τότε έχεις κάθε δικαίωμα να αισθάνεσαι θύμα του εαυτού σου που πίστεψες όλους αυτούς τους εκ του αποτελέσματος γελοίους που διαβεβαίωναν με περισσή σιγουριά για την ομαλή διεξαγωγή του αγώνα. Όλους αυτούς από τους οποίους δεν βρίσκεται κανείς σήμερα υπόλογος ενώπιον της Δικαιοσύνης και της κοινωνίας.

Ανίκανοι, ασυνείδητοι, επικίνδυνοι και γελοίοι, που τώρα τρέχουν να βγάλουν την ουρά τους απ’ έξω πετώντας το μπαλάκι των ευθυνών ο ένας στον άλλον και στο τέλος την ευθύνη να τη φορτωνόμαστε εμείς. Εμείς που δεν ντρεπόμαστε να δηλώσουμε την αγάπη μας για το ποδόσφαιρο και την ομάδα μας. Εμείς που εξακολουθούμε να θέλουμε να πηγαίνουμε με τους φίλους μας και τα παιδιά μας τις Κυριακές στο γήπεδο. Γιατί, να μου το θυμηθείς, εμείς θα απολογηθούμε στο τέλος και εμείς θα την πληρώσουμε, αφού κανείς δεν θα τολμήσει ποτέ να τρίξει τα δόντια στους προέδρους και στους ανεξέλεγκτους “στρατούς” τους, αφού κανείς δεν θα βρει τη δύναμη να δυσαρεστήσει τους “ισχυρούς” άνδρες του ποδοσφαίρου μας, που στο πρώτο τους νεύμα θα βρουν μια διακομματική ντουζίνα πρόθυμους βουλευτές να υπερασπιστούν τα δίκαια του λαοπρόβλητου συλλόγου και έναν κοτζάμ πρόεδρο κόμματος να ψαρεύει ψηφαλάκια στις κερκίδες.

Πηγή: Η Αυγή