Ο πολυσχιδής ελληνοϊταλός μουσικός Coti K αποτελεί μία από τις πιο ήρεμες πλην δυναμικές παρουσίες της ελληνικής μουσικής σκηνής των τελευταίων δύο τουλάχιστον δεκαετιών. Συνθέτει για θέατρο, χοροθέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση, δημιουργεί εγκαταστάσεις και υπογράφει παραγωγές δίσκων και συνεργασίες με ονόματα όπως ο Μπλέιν Ρέινινγκερ, οι Raining Pleasure, οι Tuxedomoon, οι Stereo Nova και ο Nikos Veliotis. Η μουσική του έχει ντύσει την παράσταση Μήδεια 2 του Παπαϊωάννου αλλά και ταινίες του Γιώργου Λάνθιμου, του Ντένη Ηλιάδη, του Μπάμπη Μακρίδη και του Άγγελου Φραντζή.

Ads

Ο Coti, γνήσιο παιδί της πόλης, μιλά στο 1againstracism.gr, την πλατφόρμα της εκστρατείας κατά της ρατσιστικής βίας της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, για μια γενικότερη αίσθηση υπόγειας βίας στην Αθήνα και προσπαθεί να ερμηνεύσει τις απροκάλυπτες εκφράσεις μιας αυξανόμενης ξενοφοβίας:

Θεωρώ ότι ο ρατσισμός ξεκινάει από μέσα μας, δεν είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο. Έχει να κάνει με τον φόβο, τον φόβο του ξένου και του άγνωστου, τον φόβο ότι θα χάσεις κάτι από τον εαυτό σου εάν αποδεχτείς τον άλλο. Οι φοβισμένοι άνθρωποι έχουν κάθε πιθανότητα να γίνουν ρατσιστές. Αντίθετα οι άνθρωποι που δεν φοβούνται δεν έχουν λόγο να καταφύγουν στο ρατσισμό. Σε ατομικό επίπεδο βρίσκεται λοιπόν για μένα το πρόβλημα αλλά και η λύση. Ποια είναι η λύση; Να συνειδητοποιήσεις ότι δεν υπάρχει το «εγώ» και το «άλλος», ότι δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσά σε μένα και σε σένα.

Τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί ο ρατσισμός γιατί έχει σαφέστατα αυξηθεί ο φόβος, ειδικά εν μέσω κρίσης. Υπάρχει ο φόβος να χάσεις τη δουλειά σου, να χάσεις τα λεφτά σου, το σπίτι σου… Και όλο αυτό τροφοδοτεί αυτή την ψυχολογία που οδηγεί στον ρατσισμό. Μπαίνει η ιδέα ότι ο άλλος, ο Νιγηριανός ας πούμε που μένει παραδίπλα, θα μου πάρει κάτι. Δεν είναι ότι θα με κλέψει στην κυριολεξία. Εγώ όμως κάτι χάνω αν είναι κι αυτός εδώ. Μπορεί να είναι πολύ τρομακτική αυτή η σκέψη.

Ads

Η κατάσταση ξεφεύγει όταν μαζεύονται πολλοί άνθρωποι με τον ίδιο φόβο σε μια ομάδα. Είναι σαν να νοιώθουν ξαφνικά μια δύναμη μέσα από αυτή την τρομερή τους αδυναμία.

Όλοι όμως πρέπει να προσέχουμε γιατί δεν είναι πολύ δύσκολο να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε ρατσιστικά. Χρειάζεται συνεχώς να παρατηρούμε τον εαυτό μας, τις σκέψεις, τα λόγια, τις χειρονομίες μας στις σχέσεις μας με τους ανθρώπους γύρω μας, με τους φίλους μας, με αυτούς που αγαπάμε.

Γενικά νοιώθω ότι υπάρχει μία υπόγεια βία στην Αθήνα. Εκτός από τη βία ως προς τους ξένους, τη ρατσιστική βία, υπάρχει και βία μεταξύ των Ελλήνων. Είναι όλοι έτοιμοι να πλακωθούν στο ξύλο, να παρεξηγηθούν, να τσαντιστούνε.

Μια αντίστοιχη βία έχω την αίσθηση ότι υπήρχε και τη δεκαετία του ’80 που μεγάλωνα στην Αθήνα. Θυμάμαι τότε υπήρχαν πάρα πολλοί σκινάδες (skinheads) που έκαναν τρομερές φασαρίες σε μαγαζιά. Έμπαιναν και τα σπάγανε όλα. Τότε προφανώς το πρόβλημά τους δεν ήταν οι ξένοι αλλά εμείς που ήμασταν.. τι ήμασταν; πανκιά, λέτσοι, δεν ξέρω.. κάτι που για κάποιο λόγο τους ενοχλούσε.

Είμαι σίγουρος ότι ο ρατσισμός δεν έχει να κάνει με μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, είτε είναι φυλετική είτε κοινωνική. Έχεις απέναντί σου Νιγηριανούς θα τα βάλεις με τους Νιγηριανούς. Έχεις χιπιά, θα τα βάλεις με τα χιπιά. Είναι ένα συναίσθημα που προσπαθεί να βρει μία διέξοδο. Χρειάζεται κάπως να εκφράσεις αυτό το μίσος και τη βία που νοιώθεις εσύ για τον εαυτό σου. Είμαι σίγουρος ότι εξηγείται έτσι. Δεν υπάρχει περίπτωση να δεις ένα ρατσιστή και να μην καταλάβεις ότι έχει σοβαρό προσωπικό πρόβλημα.

Πριν δυο χρόνια σοκαρίστηκα όταν ένας Χρυσαυγίτης τα έβαλε με έναν μαύρο στο μετρό, έναν ευγενέστατο κύριο γύρω στα 60 που πρέπει να ζούσε δεκαετίες στην Ελλάδα. Ο Χρυσαυγίτης, προκλητικός με μπλούζα Μολών Λαβέ άρχισε να κάνει φασαρία λέγοντας ότι τον είχε σπρώξει στην πλατφόρμα. Αυτός από την άλλη να απαντά σε άψογα ελληνικά «συγγνώμη κύριε αν σας είχα σπρώξει θα σας είχα ζητήσει συγγνώμη αλλά δεν σας έσπρωξα, εσείς με σπρώξατε», να προσπαθεί δηλαδή – μάταια – να κάνει την πιο πολιτισμένη συζήτηση που μπορούσε. Ευτυχώς μαζευτήκαμε αρκετοί άνθρωποι που μπήκαμε στη μέση για να μη δοθεί συνέχεια. Όμως μετά έγινε το χειρότερο – ενώ ο Χρυσαυγίτης συνέχισε να λέει τα δικά του πετάγεται ένα… δεν θα τανε 20 χρονών παιδί, και λέει «ναι ρε, να καθαρίσει η Ελλάδα επιτέλους, δεν αντέχουμε άλλο…». Εκεί πραγματικά σοκαρίστηκα. Όχι με τον Χρυσαυγίτη – αυτός ήταν ξεκάθαρος – αλλά με το παιδάκι. Αναρωτιέσαι πώς μεγάλωσε, από πού του φύτρωσαν αυτές οι ιδέες…

Όλα ξεκινάνε από την παιδεία που παίρνεις πρωτίστως από την οικογένεια και δευτερευόντως από το σχολείο. Χρειάζεται όμως να γίνονται δράσεις και για τους ενήλικες που έχουν πλέον φύγει από αυτά τα δύο πλαίσια. Πρέπει κάπως κάποιος να σου εξηγήσει ότι δεν είναι έτσι απλά τα πράγματα όπως ενδεχομένως σου μάθανε. Και εκεί ναι σίγουρα παίζουν σημαντικό ρόλο εκστρατείες σαν τη δική σας.

Μπορεί η μουσική να παίξει έναν ρόλο κατά του ρατσισμού; Δεν πιστεύω ότι η τέχνη γενικότερα πρέπει να είναι στρατευμένη. Παρόλα αυτά θεωρώ ότι από μόνη της αποτελεί μία πολιτική πράξη με την έννοια ότι εκ των πραγμάτων επικοινωνεί μία ιδέα, μία θέση πάνω στα πράγματα. Πάλι όμως λειτουργεί σε προσωπικό επίπεδο. Ακόμη κι αν υπάρχουν 10.000 άτομα σε μία συναυλία, ένα τραγούδι θα «μιλήσει» διαφορετικά στον καθένα.

Παλιά το αγαπημένο μου γκρουπ ήταν οι “The Specials”. Ήταν δύο μαύροι και τρεις λευκοί οπότε από μόνο του το γκρουπ ήταν ένα statement συμφιλίωσης. Είχαν όμως και διάφορα κομμάτια κατά του ρατσισμού – θυμάμαι ειδικά το “Racist Friend” αλλά και το “It doesn’t make it alright” που έλεγε:

Just because you’re a black boy
Just because you are a white
It doesn’t mean you’ve got to hate him
It doesn’t mean you’ve got to fight
It doesn’t make it alright