Μία από τις σημαντικότερες θεωρητικούς των σπουδών φύλου, την καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας Τζούντιθ Μπάτλερ, υποδέχεται το Megaron Plus αύριο Τετάρτη 11 Μαΐου. Η αμερικανίδα φιλόσοφος θα παρουσιάσει τη διάλεξη με τίτλο “Σώματα που έχουν ακόμη σημασία”.  Η διάλεξη δίνεται στο πλαίσιο του κύκλου Θεωρία στο Μέγαρο: φιλοσοφία, κριτική, ιστορία που επιμελείται ο Κώστας Δουζίνας.

Ads

Όταν μιλάμε για τη σύγχρονη φεμινιστική θεωρία, ένα από τα ονόματα που μας έρχεται πρώτο στο νου ενστικτωδώς, είναι αυτό της Μπάτλερ. Ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας θεωρούνται καταστατικά έργα της σύγχρονης φεμινιστικής θεωρίας, των σπουδών φύλου και της queer θεωρίας. Δεν είναι μόνο η συμβολή της στη φεμινιστική θεωρία όμως που την έχει  καταστήσει μια από τις σπουδαιότερες θεωρητικούς της εποχής μας, αλλά επίσης η καθοριστική συμβολή της στην πολιτική φιλοσοφία, τη ψυχαναλυτική θεωρία και την κοινωνική και πολιτισμική κριτική. Το πρωτοποριακό της έργο, που έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα θεματικών.

Είχε συνυπογράψει το κείμενο με τον τίτλο “Όχι στην επιστροφή της δικτατορίας στην Ελλάδα” του Ετιέν Μπαλιμπάρ αλλά και το συλλογικό κείμενο με τον τίτλο “Το μόνο που λέμε είναι «Δώστε στην Ελλάδα μια ευκαιρία»”.

Το φύλο είναι πάντα ένα πράττειν

Στα 15 της, οι γονείς της την είχαν στείλει σε έναν ψυχίατρο επειδή κατάλαβαν ότι ίσως είναι ομοφυλόφιλη. Αυτός της έκανε μια σύντομη ανάλυση κι έπειτα της είπε: με τέτοια οικογένεια είσαι τυχερή που μπόρεσες να αγαπήσεις τον οποιονδήποτε!

Ads

“Αυτό που στην πραγματικότητα μου έδωσε ώθηση εξαρχής να ασχοληθώ με τα θέματα του φύλλου, είναι το πόσο υποφέρουν οι άνθρωποι από τις νόρμες που καθορίζουν τι είναι φυσιολογικό. Θέλω να ελαφρύνω αυτό το βάρος.” Είναι μια φράση που επαναλαμβάνει η Μπάτλερ σε συνεντεύξεις και ομιλίες της.

Η Μπάτλερ ισχυρίζεται πως τα χαρακτηριστικά του (κοινωνικού) φύλου στο σύνολό τους,  αντί να αποτελούν την έκφραση ή την εξωτερίκευση κάποιας προϋπάρχουσας “ουσίας”, συγκροτούνται σταδιακά στην επιφάνεια του σώματος, μέσω μιας στυλιζαρισμένης επανάληψης κινήσεων και πράξεων. Τέτοιες επαναλαμβανόμενες κινήσεις, χειρονομίες, στάσεις και πράξεις παράγουν την εντύπωση μιας βαθύτερης και “αληθινής” ή “αυθεντικής” έμφυλης ταυτότητας, η οποία ενώ μοιάζει να είναι η γενεσιουργός τους αιτία, στην πραγματικότητα είναι το αποτέλεσμά τους.

“Το φύλο είναι πάντα ένα πράττειν, όχι όμως ένα πράττειν από ένα υποκείμενο που θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι προϋπάρχει της πράξης”, εξηγεί.

Στο βιβλίο της  “Αναταραχή φύλου” που την έκανε διάσημη στις αρχές της δεκαετίας του ’90 υποστήριξε  ότι το αρσενικό και το θηλυκό είναι κοινωνικές κατασκευές. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου αποδομούσε τη βιολογική θεμελίωση της έμφυλης ταυτότητας και υποστήριζε ότι είναι το κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον, οι διαδικασίες του λόγου και οι σχέσεις εξουσίας που διαμορφώνουν τις κατηγορίες ‘Αντρας και Γυναίκα, που οι κοινωνίες μας δέχονται ως δεδομένες.

Κατηγορήθηκε για άρνηση της “βιολογικότητας” της σεξουαλικής ταυτότητας. Αρκετοί δημοσιογράφοι μάλιστα τη ρωτούν αν είναι στα μαχαίρια με τους επιστήμονες της βιολογίας. Μετά από αυτό, πολλοί επικριτές της, αλλά και πολλοί υποστηρικτές της, ισχυρίζονται πως  είναι υπέρ της κατάργησης των κατηγοριών των φύλων. Είναι αλήθεια όμως αυτό;

“Δεν το έχω πει ποτέ αυτό” διευκρινίζει μιλώντας στην Αν-Κατρίν Σιμόν .  “Χρειαζόμαστε την κατηγοριοποίηση για να οργανώνουμε τον κόσμο, μας χρησιμεύει για να προσανατολιζόμαστε. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι αυτό που περιγράφουμε είναι υπαρκτό και στην πραγματικότητα. Αν αρχίσουμε να συζητάμε ποια είναι η ουσία του θηλυκού φύλου, είναι σίγουρο ότι δεν θα συμφωνήσουμε. Μια γυναίκα που δεν μπορεί να κάνει παιδιά ή που δεν θέλει, μπορεί να πει: εξακολουθώ παρ’ όλα αυτά να είμαι εξ ορισμού γυναίκα, αυτό δεν έχει καμία σχέση με την αναπαραγωγική μου ικανότητα. Άλλοι όμως θα έλεγαν όχι, η τεκνοποίηση είναι το πιο ουσιώδες, δεν είσαι γυναίκα ή είσαι μια γυναίκα ατελής.”

Οφείλω να αποστασιοποιηθώ από την συνενοχή με τον ρατσισμό

Όταν η  Renate Künast, επικεφαλής του Κόμματος των Πρασίνων παραβρίσκεται στην παρέλαση Christopher Street Day, στην πύλη του Βρανδεμβούργου με περισσότερους από 600.000 συμμετέχοντες για να βραβεύσει με το «Βραβείο Θάρρους» την Judith Butler η ίδια αρνείται το βραβείο αποδοκιμάζοντας την εμπορευματοποίηση της παρέλασης, καλώντας τους συμμετέχοντες να ενισχύσουν μια εναλλακτική Christopher Street Day στην περιοχή του Kreuzberg στο Βερολίνο, που διοργανώνεται από οργανώσεις πραγματικά θαρραλέες! Διάβασε το μήνυμά της στα Γερμανικά.

“Όταν σκέφτομαι το νόημα της σημερινής ημέρας, το να δεχθώ ένα τέτοιο βραβείο θα σήμαινε πως έχω χάσει τη γενναιότητά μου, ιδιαίτερα αν το αποδεχόμουν υπό τις παρούσες πολιτικές συνθήκες. Για παράδειγμα, κάποιοι από τους διοργανωτές έκαναν ρατσιστικές δηλώσεις ή  δεν διαχώρισαν τις θέσεις τους από αυτές. Οι διοργανώτριες οργανώσεις αρνούνται να κατανοήσουν τις αντιρατσιστικές πολιτικές ως μια σημαντική πλευρά της δουλειάς τους. Και λέγοντάς το αυτό, οφείλω να αποστασιοποιηθώ από την συνενοχή με τον ρατσισμό, συμπεριλαμβανομένου και του αντι-μουσουλμανικού ρατσισμού.”

Γενικότερα η Butler,  όπως πολύ σωστά σημειώνει ο αρθρογράφος Παντελής Προμπονάς, κατάφερε να αναδείξει ένα πολύ σημαντικό και γενικότερο θέμα. Το πώς δένονται οι πολιτικές διεκδικήσεις για το φύλο, το σώμα και τη σεξουαλικότητα με τις άλλες μορφές καταπίεσης, την τάξη, την φυλή, την εθνότητα. Αποτελεί γροθιά στο κοσμοπολίτικο Lifestyle που επικράτησε στα Pride ολόκληρου του Δυτικού κόσμου με την πάροδο των χρόνων, μετατρέποντάς τα σε πανηγύρια χορηγών, αποκομμένα από σοβαρές πολιτικές διεκδικήσεις.

Κρατική βία –  κινήματα- δικαιοσύνη

“Πολύ συχνά η πολιτική ανυπακοή αποτελεί ηθική αναγκαιότητα.” δήλωσε η Μπάτλερ πρόσφατα στην ΕΦΣΥΝ. Είναι κάτι που επαναλαμβάνει συχνά με διαφορετικές αφορμές και ιδιαίτερα στα άρθρα της πάνω στο κίνημα Occupy Wall Street.

Σε μια παλαιότερη συνέντευξη στην Καθημερινή, στον Ματθαίο Τσιμιτάκη είχε υπογραμμίσει μια αναγκαία διευκρίνιση: “Καλό είναι να θυμόμαστε ότι η κρατική βία δεν ανήκει μόνο στο κράτος πλέον, αλλά σε ένα ευρύτερο κατεστημένο ασφάλειας το οποίο περιλαμβάνει και μεγάλες εταιρείες, καθώς και κράτη που είναι συνδεδεμένα με επιχειρήσεις ― τόσο ώστε να μην μπορούμε πάντα να διακρίνουμε το ένα από το άλλο. Πρέπει να επιστρέψουμε σε μια πολύ απλή έννοια. ‘Οτι οι άνθρωποι έχουν τη δύναμη να επιμείνουν σε ένα είδος δημοκρατικής αντιπροσώπευσης, αλλά και ένα είδος συμμετοχής στα οικονομικά και πολιτικά συστήματα στα οποία κατοικούν”.

“Εκείνοι/ες που δεν μπορούν να πληρώσουν για την φροντίδα της υγείας τους, δεν αποτελούν, παρά μία από τις πλευρές αυτού του πληθυσμού που αντιμετωπίζεται ως να είναι «για πέταμα», διαπιστώνει η Μπάτλερ και επαναφέρει το σώμα στο επίκεντρο του προβληματισμού και της συζήτησης, αυτή τη φορά ως μέσο για να εκφραστεί το συλλογικό αίτημα. Γράφει:

“Όταν οι άνθρωποι συγκεντρώνονται στο δρόμο, αυτό συνεπάγεται ξεκάθαρα ένα πράγμα: βρίσκονται εκεί, ακόμα και για πάντα, συνεχίζουν να αντιστέκονται. Συγκεντρώνονται και διαδηλώνουν μιας και έχουν μια κοινή αντίληψη για την κατάστασή τους. Ακόμη κι αν δε μιλάνε ή δεν παρουσιάζονται όλοι μαζί στις διαπραγματεύσιμες διεκδικήσεις, το αίτημα για δικαιοσύνη έχει διατυπωθεί: τα σώματα τους ενωμένα «λένε», δεν είμαστε εξαρτημένοι, είτε χρησιμοποιούν λόγια για να το εκφράσουν, είτε όχι. Αυτό που λένε είναι ότι είμαστε πάντα εκεί,  απαιτούμε να έχουμε «δικαίωμα» στη δικαιοσύνη, να βγούμε από την επισφάλεια και να έχουμε τη δυνατότητα της βιώσιμης ζωής.

Η διεκδίκηση της δικαιοσύνης, είναι αναμφίβολα μία πολύ έντονη διαδικασία – αναπόφευκτα θέτει σε κάθε έναν/μια που αγωνίζεται ένα πρόβλημα φιλοσοφικό: τί είναι η δικαιοσύνη; Και με ποια μέσα μπορεί να διεκδικηθεί η δικαιοσύνη; Ο λόγος για τον οποίο λέμε κάποιες φορές ότι τα σώματα που συγκεντρώνονται κάτω από το «λάβαρο» του κινήματος Οκιουπαι Γουολ Στρητ δε ζητούν «τίποτα», είναι ότι καμία λίστα διεκδικήσεων δεν μπορεί να «εξαντλήσει» το ιδανικό της δικαιοσύνης, το οποίο είναι το κύριο υπό διεκδίκηση διακύβευμα. Με άλλους όρους, μπορούμε όλοι να φανταστούμε δίκαιες λύσεις σε προβλήματα πρόσβασης στις υπηρεσίες φροντίδας, στην εκπαίδευση, στην στέγη και στην αναδιανομή και προσβασιμότητα της τροφής – σύντομα θα μπορούσαμε να απαριθμήσουμε τις αδικίες και να τις παρουσιάσουμε ως ένα σύνολο εξειδικευμένων αιτημάτων.

Αλλά είναι δυνατό, επίσης, το αίτημα για δικαιοσύνη να είναι παρόν σε καθεμία από αυτές τις διεκδικήσεις, αλλά και επίσης να τις υπερβαίνει εξίσου, όλες. Αλλά δε χρειάζεται να προσκολληθούμε στην πλατωνική θεωρία της δικαιοσύνης για να δούμε άλλους τρόπους για να πετύχουμε αυτή τη σύνθεση. Μιας και τα σώματα συγκεντρώνονται, όπως το κάνουν, για να εκφράσουν την αγανάκτησή τους και να πάρουν στα χέρια τους την πληθυντική τους ύπαρξη μέσα στον δημόσιο χώρο, θέτουν επίσης αιτήματα πιο ευρέα: ζητούν να αναγνωριστούν, να εκτιμηθούν, εξασκούν ένα δικαίωμα «εξάσκησης» της ελευθερίας τους και διεκδικούν μία ζωή βιώσιμη. Αυτές τις αξίες, οι συγκεκριμένες διεκδικήσεις τις προϋποθέτουν, αλλά επίσης, απαιτούν  μία θεμελιακή ανατροπή της σημερινής οικονομικής κοινωνικής και πολιτικής τάξης.”