“Όλοι οι απατεώνες στην Ελλάδα είναι στην κυβέρνηση”, λέει ένας χωρικός. Μόνο που δεν είναι σημερινή φράση, την ανέσυρα από συνέντευξη που έδωσε Έλληνας πολίτης σε ξένο δημοσιογράφο το 1948. Την ξεστόμισε με απάθεια. Δεν είναι ανατριχιαστικές οι αναλογίες με το σήμερα;” η συγγραφέας Σοφία Νικολαϊδου, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη, με αφορμή την δημιουργική εμπειρία της συγγραφής –από την ιδέα μέχρι το τυπογραφείο– του μυθιστορήματος Χορεύουν οι ελέφαντες

Ads

Σ.Ν.: Το Χορεύουν οι ελέφαντες αντικρίζει δύο εποχές: την εποχή του εμφυλίου (1948-49) μέσα από μια πολύκροτη δίκη που έγινε πρωτοσέλιδο για μήνες και το σήμερα (2010-2011). Σχολείο, Πανελλαδικές, αναβράζουσα εφηβεία, κρίση.

Η πρώτη αράδα του είναι μια φράση που μπορεί να ακούγεται αγοραία, σίγουρα την έχουμε σχολιάσει ή ξεστομίσει ο καθένας με τον τρόπο του: “Όλοι οι απατεώνες στην Ελλάδα είναι στην κυβέρνηση”, λέει ένας χωρικός.

Μόνο που δεν είναι σημερινή φράση, την ανέσυρα από συνέντευξη που έδωσε Έλληνας πολίτης σε ξένο δημοσιογράφο το 1948. Την ξεστόμισε με απάθεια.
Δεν είναι ανατριχιαστικές οι αναλογίες με το σήμερα;

Ads

Έχουμε την εντύπωση ότι η Ιστορία προχωρά γραμμικά, η κοινωνία προοδεύει, όμως ίσως αυτή η ευθεία γραμμή που έχουμε στο μυαλό μας δεν είναι και τόσο ευθεία.

Ίσως είναι σπείρα κι ως κοινωνία επανερχόμαστε σε πράγματα που νομίσαμε ότι έχουμε αφήσει πίσω μας.
 
Κρ.Π.: Πώς σκέφτηκες να το γράψεις;

Σ.Ν.: Με βασάνιζε, εδώ και χρόνια, η υπόθεση Πολκ. Το 1948 δολοφονείται στη Θεσσαλονίκη ένας Αμερικανός δημοσιογράφος. Πρωθυπουργός, κυβέρνηση, ξένοι διπλωμάτες ανακατεύονται, θέλουν να βρουν οπωσδήποτε κάποιον ένοχο, για να κλείσει η υπόθεση. Δεν τον βρίσκουν. Τον κατασκευάζουν.

Είναι ο Στακτόπουλος. Είναι λοιπόν μια υπόθεση που τα έχει όλα: φόνο, αθώο αίμα, επέμβαση του ξένου παράγοντα, ψυχρό πόλεμο (η υπόθεση Πολκ εγκαινιάζει τον Ψυχρό Πόλεμο στην Ευρώπη), δικαστική πλάνη.

Δε με ενδιέφερε όμως να κάνω μια απλή αποτύπωση της ιστορίας. Η λογοτεχνία δεν είναι ρεπορτάζ.

Φέρνω λοιπόν την υπόθεση στο σήμερα: αντικρίζω τις δύο εποχές. Αναζητώ την ελληνική περιπέτεια –και την ελληνική παθογένεια- μέσα στα χρόνια και τα γεγονότα που μεσολάβησαν, από τότε ως σήμερα.

Η παθογένεια ενός κράτους, η παθογένεια ενός εκπαιδευτικού συστήματος που περνά τα παιδιά από τη μηχανή του κιμά, ο τρόπος που η ακρισία επικρατεί και καταπίνει τα πάντα. Ενήλικες και παιδιά τσουγκρίζουν με την Ιστορία που συμβαίνει μπρος στα μάτια τους και παίρνει παραμάζωμα τα πάντα. 

Το Χορεύουν οι ελέφαντες, λοιπόν, συνδυάζει Ιστορία και επινόηση.

Αναφέρεται στη δίκη και την καταδίκη του Στακτόπουλου, στον οποίο αποδόθηκε ο φόνος του αμερικανού δημοσιογράφου Πολκ, έγκλημα που συντάραξε τη χώρα την περίοδο του εμφυλίου.

Το σχολικό έτος 2010-2011 ένας μαθητής αρνείται να δώσει Πανελλαδικές. Λαμπρό μυαλό, τσινάει και επαναστατεί. Η μάνα του τρελαίνεται κι αυτός τραβάει το σκοινί.

Ο αγαπημένος του καθηγητής του αναθέτει να ερευνήσει την παλιά υπόθεση. Ο πρώην άριστος μαθητής αρχίζει να ψάχνει. Πόσο έτοιμοι είναι οι ενήλικες ν’ ακούσουν τι έχει να πει; Κι οι δάσκαλοι; Μπορούν να διδάξουν ένα παιδί; 

Κρ.Π.: Σε σχέση με αυτό που είπες, πως κάτι που νομίζουμε ότι το αφήσαμε πίσω μας, το ξαναβρίσκουμε μπροστά μας… Πότε πιστεύεις συμβαίνει αυτό; Σήμερα, πόσο μας αφορά κάτι τέτοιο, σε σχέση με την κρίση που βιώνουμε; 

Σ.Ν.: Το πρόβλημα με την Ιστορία είναι πως ποτέ δε διδάσκει.

Πολύ δύσκολα μαθαίνει κανείς από τα σφάλματα των άλλων, πρέπει να πάθει, για να μάθει.

Το θέμα της δικαιοσύνης, για παράδειγμα, και της απονομής της είναι ένα μείζον ζήτημα που δεν έπαψε να αποτελεί ανοιχτή πληγή για τη χώρα.

Η ετερονομία, το να κάνεις κάτι, για χάρη κάποιου άλλου πράγματος, ακούγεται σε κάποιους λογικό, όχι βέβαια όταν παίζεται το δικό τους τομάρι.

Γιατί η ρητορική που συνηθίζεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, το περίφημο “να σώσουμε τη χώρα” (φράση που έλεγαν και τότε και σήμερα) συνήθως εκφωνείται από ανθρώπους που είναι πολύ πρόθυμοι να θυσιάσουν τα πάντα οι άλλοι.

Όπως λέει και ο δικηγόρος (που έχει βεβαίως τη φωλιά του λερωμένη) στο βιβλίο: “Εάν πιστεύετε πως με το νόμο στο χέρι αποδίδεται η δικαιοσύνη και λύνονται τα πάσης φύσεως προβλήματα, λυπάμαι αλλά είσθε αφελής”. Και συνεχίζει: “Η πραγματικότητα είναι η υπέρτατη κατασκευή, ρωτήστε τους ανθρώπους που βιοπορίζονται από αυτή, δικηγόρους και δημοσιογράφους”. Επίκαιρο, μέχρι τελικής πτώσεως.-

imageimage
Σοφία Νικολαΐδου, Χορεύουν οι ελέφαντες, Μεταίχμιο, 2012

Η Σοφία Νικολαΐδου σπούδασε κλασική φιλολογία (προπτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές) και αξιοποίηση των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας (διδακτορική διατριβή).

Από το 2007 διδάσκει Δημιουργική Γραφή στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Έχει διδάξει σε σεμινάρια δημιουργικής γραφής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Επίσης, έχει διδάξει το μάθημα της Λογοτεχνίας στην Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης του ΚΘΒΕ (2001-2004).

Έχει εκδώσει τα βιβλία:

– “Ξανθιά πατημένη” (διηγήματα, Κέδρος, 1997)
– “Ο φόβος θα σε βρει και θα’σαι μόνος” (διηγήματα, Κέδρος, 1999)
– “Πλανήτης Πρέσπα” (μυθιστόρημα, Κέδρος, 2002)
– “Ο μωβ μαέστρος” (μυθιστόρημα, Κέδρος, 2006)
– “Απόψε δεν έχουμε φίλους” (μυθιστόρημα, Μεταίχμιο, 2010, βραβείο The Athens Prize for Literature περιοδικού (δέ)κατα, 2011)

Επίσης έχει εκδώσει τις μελέτες:

– “Διαδίκτυο και διδασκαλία” (Κέδρος, 2001)
– “Λογοτεχνία και Νέες Τεχνολογίες” (Κέδρος, 2009) καθώς και τις μεταφράσεις:
– “Nick Cave, Μπαλάντες για φόνους και άλλα τραγούδια” (Κέδρος, 2005)
– Ευριπίδη, “Ελένη”, (Κέδρος, 2008, ανέβηκε στο ΚΘΒΕ σε σκηνοθεσία Γιάννη Παρασκευόπουλου το 2008-2009)
– Σοφοκλή, “Αντιγόνη”, (Κέδρος, 2009, ανέβηκε στο ΚΘΒΕ σε σκηνοθεσία Τάσου Ράτζου το 2009-2010).
Έχει συμμετάσχει σε δεκαοκτώ ελληνόγλωσσες και οκτώ ξενόγλωσσες ανθολογίες λογοτεχνικών κειμένων. Διηγήματά της έχουν μεταφραστεί σε οκτώ γλώσσες. Από το 2001 συνεργάζεται με την εφημερίδα “Τα Νέα” ως κριτικός βιβλίου με αντικείμενο την ξένη λογοτεχνία. Η ιστοσελίδα της είναι www.snikolaidou.gr