Είναι αλήθεια ότι μιλώντας σήμερα για την κυπριακή ποίηση το μυαλό μας συχνά πάει στους μεγάλους εκπροσώπους της γενιάς της εισβολής (γενιά του ‘74). Ωστόσο, μόνο σχετικά πρόσφατα άρχισε η κριτική να στρέφει τη ματιά της προς τους σύγχρονους και νεώτερους δημιουργούς της Μεγαλονήσου που κατά τον Αλέξη Ζήρα είναι κάτοχοι μιας ποιητικής παιδείας, και μάλιστα διευρυμένης που πάει πιο πέρα από την παιδεία του Κώστα Μόντη, του Κυριάκου Χαραλαμπίδη, του Λεύκιου Ζαφειρίου.

Ads

Η παιδεία τούτη, αλλά και η απάλειψη των συνεχών αιματηρών συγκρούσεων με την ειρήνευση (παρά τη συνεχή απειλή), επέτρεψαν την καλλιέργεια της ποίησης μακριά από την επικαιρότητα και τα συγκλονιστικά/μαρτυρικά γεγονότα του παρελθόντος (χωρίς όμως να ξεχνιούνται)· επέτρεψαν το συγχρωτισμό με την εθνική ελληνική ποίηση και την ανάδειξη νέων χαρακτηριστικών, υπαρξιακών και κοινωνικών.

Η νέα ποιητική συλλογή του Πάμπου Κουζάλη, «σχεδόν» (παράκεντρο, 2015), εκφράζει ακριβώς αυτό το νέο δημιουργικό περιβάλλον, με φροντίδα στο κυπριακό ιδίωμα χωρίς να αποσπάται από το κοινωνικό παρόν, είτε αυτό εκφράζεται ως κοινωνιοϋπαρξιακή έκφραση είτε ως βιωμένες συνέπειες της διχοτόμησης.

image

Ads

Οι κοινωνικές αναφορές της ποιητικής του αναδύουν ένα βαθύ υπαρξιακό περιεχόμενο που ξεπερνά το ατομοκεντρικό σύμπαν και συνειρμικά αποκτά συλλογή διάσταση (μετανάστης, ψυγείο, χρέος, Μυριάνθη). Το προσφυγικό και η οδύνη για τον πόλεμο και τις διακρίσεις (Λαμπεντούζα, χάρτης, λάσπη) γεμίζουν οδοφράγματα και σύρματα πλεγμένα τη συλλογή.

Στο ίδιο κοινωνιοϋπαρξιακό πλαίσιο πρέπει να τοποθετηθεί και η ιχνηλασία του κυπριακού δράματος μέσα από τη βιωματική απόσταση που όρισε ο χρόνος (λαλέδες, τηλεφώνημα). Ακόμα και ο θάνατος αντιμετωπίζεται μέσα από μία κοινωνική προσέγγιση· το πένθος δε βιώνεται ως χωρισμός ή μοναξιά, αλλά αντιμετωπίζεται μέσα από την κοινωνική του διάσταση (της θείας Ελλούς, Ψυχοσάββατο, Ιούλιος, 03:00, 04:00).

Το κεντράρισμα των στίχων σε όλη τη συλλογή ως πειραματισμός(;), παρά τη μονοτονία που επιφέρει, αποκαλύπτει μία εμμονή για ισορροπία. Μοιάζει σαν ακροβατισμό μεταξύ ζωής και θανάτου, ανάμεσα στο δράμα του παρελθόντος και τη σύγχρονη κοινωνία του πόνου, της προσφυγιάς και της κρίσης.

Θα ξεχωρίσουμε τον πειραματισμό της ποιητικής σύνθεσης «24 ώρες», που απαρτίζεται από “ωρολόγια” αυτόνομα ολιγόστιχα θραύσματα. Εκεί ξεδιπλώνεται η ευχέρεια της γλωσσικής δημιουργικότητας του Κουζάλη, καθώς η συνειρμική στιχουργική γίνεται πιο εμφανής στην ολιγόλεκτη φόρμα μέσα από τη γλωσσοσουρεαλιστική εκφραστική ενισχύοντας την προβληματική του.

Η λιτή γλώσσα και η προφορικότητα προσδίδουν μία ιδιαίτερη αμεσότητα στην ποίηση του Κουζάλη. Εκφραστικοί πειραματισμοί με αλληγορικό υπόβαθρο (συνταξιούχος φιλόλογος, ιστορία) υποστηρίζονται από ήπιες υπερρεαλιστικές υποδομές. Η κυπριακή σύνταξη βοηθά τον ποιητή να διατηρήσει τον εσωτερικό ρυθμό του στίχου (λύκος, σταυρόλεξο).

Η ύπαρξη δε ποιημάτων στην κυπριακή διάλεκτο (τηλεφώνημα, χρυσοπέρτικα) δε δίνει μόνο ένα τοπικό συναισθηματικό υπόβαθρο, μα αποκαλύπτει τη φροντίδα για την καλλιέργεια του κυπριακού ιδιώματος· άλλωστε, η ποίηση πρέπει πρωτίστως να μιλά στην ψυχή του λαού και αυτό γίνεται μόνο μέσω της γλώσσας του. Και τούτη η επιλογή (διάλεκτος ή σύνταξη) ενισχύει την προφορικότητα και την αμεσότητα.

Οι δε διάλογοι (Κινύρας, πλανόδιος) ή τα μονολογικά σχόλια (Λαμπεντούζα, μετανάστης, Μυριάνθη, Οιδίπους, 09:00) προσδίδουν μία δραματική διάσταση σκηνοθετικά. Έτσι δημιουργείται μία σκηνική παραστατικότητα που σκηνογραφείται από τη θολή και συνειρμική εικαστική των συνθέσεων της συλλογής.

Στην ίδια λογική -της αμεσότητας προς τον αναγνώστη- ο δημιουργός μεταχειρίζεται και τα μυθικά πρόσωπα· αξιοποιεί το συναισθηματικό βάρος των προσώπων και την οικειότητα του κοινού με το μυθικό περιεχόμενο που τα περιβάλλει και εκθέτει υπαρξιακές αγωνίες· συνδέει το παρελθόν με το παρόν μέσα από διαχρονικά σύμβολα αναδεικνύοντας το δυναμικό δεσμό της επικής με την μεταμοντέρνα υπερρεαλιστική ποίηση (Κινύρας, απόδραση, Οιδίπους, Πηνελόπη).

Άλλωστε, η μυθολογία και η τέχνη αποτελούν τρόπους συμβολικής ιδιοποίησης της πραγματικότητας από τον άνθρωπο, αναπαριστώντας τον κόσμο που περιβάλλει τον άνθρωπο... Όλοι σχεδόν οι δημιουργοί εμπνέονται από την αρχαιοελληνική μυθολογία, καθώς προσφέρει στην ποίηση μία ανεξάντλητη αποθήκη υλικού που μπορεί να λειτουργήσει συμβολικά διατηρώντας την ξεχωριστή ιδιότητα της άμεσης πρόσληψης από τον αναγνώστη, καθώς διαθέτει ένα μοναδικό περιεκτικό νοηματικό περιεχόμενο που συναισθηματικά λειτουργεί ως αντικειμενική αναφορά[1].

Αν η κυπριακή ποίηση στο παρελθόν διαχωρίστηκε κριτικά από την ελλαδική, τούτο οφείλονταν στις αιματοβαμμένες συνθήκες που επικρατούσαν στο νησί. Σήμερα όμως, δεκαετίες μετά την κυπριακή τραγωδία, αναδεικνύεται μία νέα δυναμική γενιά που χωρίς να ξεχνά το παρελθόν (πώς θα μπορούσε άλλωστε) φέρνει στο επίκεντρο της ποιητικής της τα σημερινά προβλήματα της κυπριακής κοινωνίας και τις σύγχρονες υπαρξιακές αγωνίες.

Το βιβλίο

[1] βλ. Δήμος Χλωπτσιούδης, το θρησκευτικό στοιχείο ως μέσο ποιητικής έκφρασης, vakxikon.gr, τεύχ. 32.