Η παρουσία του Σωτήρη Κακίση (1954) στα ελληνικά γράμματα δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη. Με 20 ποιητικές συλλογές (η πρώτη το 1978) και δεκάδες αξιόλογες μεταφράσεις αρχαίων λυρικών και νεώτερων ή σύγχρονων ποιητών, ο Κακίσης άφησε τη σφραγίδα του στην σύγχρονη λογοτεχνία. 35 έτη, λοιπόν, in libris και στο πλαίσιο του αφιερώματος για τον λογοτέχνη στο τεύχος 26 του περιοδικού Vakxikon.gr, επανεκδόθηκε η εξαντλημένη ποιητική συλλογή «Χρυσάφι στον αέρα!» (vakxikon.gr, 2014) μετά από 26 χρόνια (Ίκαρος, 1988).

Ads

Με σθένος πειραματίζεται με τη μορφή, το στίχο και τη γλώσσα, ακροβατεί στη λεκτική ανισορροπία οριοθετώντας τη δική του σχοινοβασία στην ποίηση. Η γλώσσα του τολμηρή. Απόλυτη είναι η κυριαρχία των ρημάτων, των ουσιαστικών και των επιρρημάτων (ένα τόσο παρεξηγημένο μέρος του λόγου). Είναι ένας μόνιμος διάλογος με τον εαυτό του, χωρίς απάντηση.

Παιγνιώδες ύφος ενός συνεχούς πειραματισμού, πλούσιο σε τολμηρές εκφράσεις, λαγνεία, ευσύνοπτα μηνύματα. Διατηρεί μία εκκεντρική γραφή που επιτείνεται από τη στιχουργική μορφή, την πρόζα και τη γλώσσα του. Η έκφρασή του κάτω από μια αδιόρατη υπερρεαλιστική σκιά παραμένει πρωτοτυπεί με τη γλωσσική λιτότητα πλάι σε μεταμοντέρνες μεταφορές και κλασσικές παρομοιώσεις.
Διακρίνεται μία ιδιαίτερη θεατρικότητα που ενισχύεται με το α΄ ενικό γραμματικό πρόσωπο. Φαίνεται σα να σκηνογραφεί τον εαυτό του σε μία αόρατη σκηνή και να συνομιλεί, να αφηγείται και να προκαλεί, τον ακροατή/αναγνώστη. Οι συνειρμοί αποτελούν το κονίαμα που συνδέει τα κοινωνικά βιώματα με την ειρωνεία, την εξομολόγηση, την υπαρξιακή ή στοχαστική αναρώτηση.

Ο ποιητής επιλέγει την εκφραστική οδό της αφήγησης με πεζολογική μορφή. Μία ιδιόμορφη μικροπερίοδος τεχνοτροπία μοιάζει σαν από λάθος να συγκολλά τους “στίχους” σε “παραγράφους” και στην ουσία να απαρτίσουν το ποίημα. Οι “στίχοι” του ξεχωρίζουν με τις τελείες και το ακόλουθο πεζό εναρκτήριο γράμμα. Γενικώς στην ποίηση του Κακίση τα κεφαλαία γράμματα απουσιάζουν. Εκτός από τα κύρια ονόματα δεν υπάρχουν κεφαλαία. Έτσι η απαγγελία αποκτά μία ταχύτητα, σα να βιάζεται να πει όσα θέλει ο ποιητής. Οι τελείες (με το ακόλουθο πεζό γράμμα) προσμοιάζουν με μια μικρή, κοφτή, ανάσα μέσα στην επιταχυνόμενη λυρική αφήγηση.

Ads

Ο Κακίσης αντιστέκεται σθεναρά στις σειρήνες της ποπ λογοτεχνίας που ακμάζουν στην εποχή του. Έχει υιοθετήσει έναν συνδυασμό κλασσικού και μεταμοντέρνου. Δίχως υπεροψία θέτει υπαρξιακά (ρητορικά) ερωτήματα στο βουβό ακροατή με τρυφερότητα. Μέσα από ένα αφηγητικό στυλ εκθέτει το αστικό τοπίο της μελαγχολίας, της μοναχικότητας και των εμμονών. Ο πόνος, οι σκιές της πόλης που τρομοκρατούν το σύγχρονο άνθρωπο, οι αυταπάτες του, ο καταναλωτισμός (σε όνειρα και αγαθά) αποτελούν τις αφετηρίες της ποιητικής του. Συγκινεί και ισορροπεί πάνω στον ιστό της προκλητικότητας, της εκκεντρικότητας στην έκφανση, του ενθουσιασμού δίχως εξάρσεις, του ονειροπολήματος και του αινιγματικού –ήπιου- σαρκασμού. Μέσα από την ποίηση ερωτεύεται, συλλογίζεται, καυτηριάζει.

Οι θεματικές του προέρχονται από τις μικρές καθημερινές λεπτομέρειες των κοινωνικών βιωμάτων, από ένα στιγμιότυπο κινηματογραφικής ταινίας, από μία εικόνα καθημερινής τρέλας, τον έρωτα, το ποδόσφαιρο. Απαντώνται επιρροές κινηματογραφικές (superman, Μπάστερ Κίτον, Ακίρο Κουροσάβα, Τσάντλερ) ή μουσικές (Μαρία Κάλλας). Άλλωστε, η θητεία του στη μουσική και στον κινηματογράφο αποτελούν δύο ξεχωριστά κεφάλαια του ίδιου πνευματικού βίου. Αν ο ένας πνεύμονας του Κακίση αναπνέει ποίηση, ο άλλος αναπνέει μουσική.

Η ποίησή του είναι αινιγματική. Συμβολισμοί και αλληγορικά σχήματα δημιουργούν ένα σφιχτό -και συχνά κρυπτικό- σύνολο που στέκεται μακριά από το ευρύ κοινό. Η ποίησή του όμως δεν είναι ελιτίστικη. Αποφεύγει τις αριστοκρατικές κορώνες, δίχως να μειώνει την ευγένεια της τέχνης. Έχει το προτέρημα να εκφράζει τα πιο πολύπλοκα ψυχολογικά προβλήματα μ’ έναν πλάγιο τρόπο, μέσα από κάποιο θολό και αόριστο φως, που ενώ δεν αφαιρεί τίποτε απ’ την οξύτητα τους, τους προσδίνει συγχρόνως και μια μαγεία απαραίτητη για να δημιουργηθεί ο ποιητικός λόγος.

Αν και θεωρήθηκε σνομπ και εκκεντρικός (ήταν σίγουρα ακατανόητος από το ευρύ αναγνωστικό κοινό) συνέχισε τους πειραματισμούς της ποιητικής παράδοσης, μέσα από τη σεμνότητα που ποτέ δεν έγινε σεμνοτυφία, δήθεν κι επιτηδευμένη. Άλλωστε, η τέχνη είναι μία αέναη δοκιμή και μία συνεχής πρόκληση. Η ποιότητα κρύβεται ακριβώς στην ισορροπία και στη διαχρονικότητα των καλλιτεχνικών μηνυμάτων. Τα δημιουργήματά του δεν κρύβουν παρά την συγκεκαλυμμένη ομορφιά μιας χειρονομίας που στάθηκε μετέωρη, στις σφαίρες ενός κόσμου όπου τίποτα δεν ολοκληρώνεται, και που όλα μένουν ίσως για πάντα ασυγκόλλητα (αλλά αυτάρκη), μέσα στη δική τους απλησίαστη όσο όμως και τρυφερή μοναξιά.

Ο Τάσος Λειβαδίτης σημείωνε πως πολλές φορές γράφοντας για ένα βιβλίο βλέπει κανείς το αδιέξοδο του να μιλήσει απλά, να “εξηγήσει” το βιβλίο μια και στην ποίηση δεν υπάρχουν εξηγήσεις ή ερμηνείες για έναν κριτικό. Η κριτική οφείλει να προσεγγίζει την ποίηση αναζητώντας νεωτερισμούς και τόλμη στον γλωσσικό και καλλιτεχνικό πειραματισμό ενός δημιουργού. Η κριτική δε δικάζει ούτε υμνεί. Μεταγγίζει την καλλιτεχνική έκφραση στο περιορισμένο της κοινό και αναζητά τη διαφορετικότητα και την καινοτομία.

Υπό ένα τέτοιο πρίσμα ο Κακίσης ανύψωσε την ποίηση και την έβγαλε από τα καλούπια που εγκλωβίστηκε για δεκαετίες και στάθηκε απέναντι στην ποπ λογοτεχνική κουλτούρα που γιγαντώθηκε κατά την ποιητική του νιότη.

τοβιβλίο

“κατεβάστε” τη νέα ποιητική συλλογή του Δήμου Χλωπτσιούδη, «κατάστιχα»
από την cosmotebooks ή από το myebooks.gr