Χιλιάδες σελίδες έχουν αφιερωθεί κατά καιρούς στην πολιτική ποίηση. Η κρίση των τελευταίων ετών άνοιξε το δρόμο για μία νέου τύπου διασταύρωση πολιτικής και ποίησης, έρωτα που γεννιέται μέσα από εικόνες ένδειας, συγκρούσεων χάους κοινωνικού που δένεται με την υπαρξιακή προσέγγιση των εξαπατημένων ονείρων. Οι νεότεροι ποιητές αναζητούν τρόπους έκφρασης αυτής ακριβώς της εικόνας της κοινωνίας συνδεδεμένη με ατομικά βιώματα και συναισθήματα.

Ads

Η πρώτη ποιητική συλλογή της Κατερίνας Ζησάκη υπό τον “τρομακτικό” τίτλο «ιστορίες από το ονειροσφαγείο» (Μανδραγόρας, 2014) κινείται στο κοινωνιοϋπαρξιακό ρεύμα της ποίησης της αγανάκτησης. Με αφηγηματικό ύφος  εκθέτει ιστορίες που αναβρύζουν από την κοινωνική κρεατομηχανή των ονείρων.

Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για επιρροές από το ιδιαίτερο ύφος της Γώγου και γενικότερα από την ποίηση -και τους πειραματισμούς- της γενιάς του ’70, χωρίς να προσπεράσουμε το Σαχτούρη και το Λειβαδίτη που τους αναφέρει στις συνθέσεις της η ίδια.

Η δημιουργός δίνει έμφαση στον στιχουργικό πειραματισμό (ουρλιαχτά στην άκρη της νύχτας, ιστορίες με Ζάχαρη, κλιμάκωση ερωτικής ιστορίας, δώδεκα άνθρωποι μαζεμένοι σε ένα δωμάτιο, το μαύρο και το λευκό τετράγωνο, ποίημα για μια πενταετία) σε μία προσπάθεια να αισθητοποιήσει οπτικά το μήνυμα της ήπιας οργής. Πάντα όμως στο επίκεντρο τίθεται η κοινωνία και τα καθημερινά πρόσωπα που περιβάλλουν τον ποιητικό της κόσμο.

Ads

Επηρεασμένη η ποιήτρια από τον νεοϋπερρεαλισμό αξιοποιεί τη συνειρμική διάσταση της γλώσσας, δημιουργώντας μετωνυμίες και μεταφορές. Από το σουρεαλιστικό στίχο αναδύεται μία μελαγχολική εικονοπλασία που πηγάζει αυθόρμητα. Μέσα από τον παραλογισμό όμως αναβλύζει μία αδιόρατη σαρκαστική διάθεση που ποτίζει με ένα μαραζωμένο μειδίαμα τον αναγνώστη. Το κλίμα της ευρύτερης κοινωνικής απογοήτευσης αποτυπώνεται στη συλλογή. Ωστόσο, το εξομολογητικό -ή αναλόγως αφηγηματικό- ύφος σε συνδυασμό με τη μετωνυμική χρήση της γλώσσας και τη σουρεαλιστική εικονοπλασία επιβάλλουν μία ισορροπία αποφεύγοντας τις εξάρσεις.

Οι πολιτικές αναφορές είναι πολύ συχνές (ελευθερία, όνειρα εξαπατημένα) υπό ενός αντιεξουσιαστικού και ριζοσπαστικού προσανατολισμού (μνημόσυνο Μίλτου Σαχτούρη, σχεδόν ερωτικό, της απεργιακής κινητοποίησης, αναμνήσεις από τον πόλεμο). Ωστόσο, η επιθετικότητά της είναι ελεγχόμενη απέχοντας από εκείνη της Γώγου, ως κλασικής εκπροσώπου της αντιεξουσιαστικής ποίησης. Αν και καταγράφεται ένα αφοριστικό συναίσθημα (όλους αυτούς, για τις γυναίκες των δυτικών μητροπόλεων) τούτο όμως δεν αγγίζει την ριζοσπαστική απολυτότητα, χωρίς αυτό να αλλοιώνει την ασυμβίβαστη και δυναμική γραφή της.

Η δημιουργός έχει μία τάση για μακροσκελείς τίτλους. Διατηρούν μία λειτουργική σχέση προς το ποίημα, ορίζοντας το νοηματικό πλαίσιο στην κριτική και τη μετωνυμική/σουρεαλιστική διάσταση της ποιητικής της έκφρασης. Παράλληλα, έρχονται σε αισθητική αντίθεση με τους ολιγόλεκτους στίχους των συνθέσεων, αλλά σε πλήρη αρμονία με τη μεγάλη έκτασή τους.

Χαρακτηριστικό είναι ότι στη μεγάλη έκταση των ποιημάτων η Ζησάκη ακολουθεί μία φυγόκεντρο προσέγγιση, με τα ποιήματα όμως πάντα να κινούνται σε έναν άξονα. Τα θέματα αναπτύσσονται ακτινωτά γύρω από ένα κεντρικό πυρήνα που συνδέεται με τον τίτλο. Οι επαναλήψεις στίχων (ουρλιαχτά, στην άκρη της νύχτας, αναμνήσεις απ’ τον πόλεμο) ή λέξεων (για τις γυναίκες των δυτικών μητροπόλεων, δώδεκα άνθρωποι μαζεμένοι σε ένα δωμάτιο) συγκρατούν την προσοχή του αναγνώστη δίχως να χάνεται στην πολυθεματικότητα.

Ο θεματικός πλουραλισμός, παράλληα , της επιτρέπει να εκθέτει απόψεις και αγωνίες για πολλά ζητήματα. Συχνά μάλιστα το ερωτικό στοιχείο δένεται με την πολιτική (σχεδόν ερωτικό, διορθώσεις) ή με ποιήματα για την ποίηση (κλιμάκωση ερωτικής ιστορίας, λίγα λόγια για τη γυναικεία ποίηση, διορθώσεις). Έτσι συνθέσεις “πολιτικές” διακρίνονται από μία λάγνα έκφραση, ενώ “ερωτικά” ποιήματα από μία ριζοσπαστική γραφή.

Το αστικό τοπίο σκιαγραφείται σχεδόν σε κάθε έργο. Δρόμοι, αστικές συγκρούσεις, αλλοτρίωση και μοναξιά όλα λαμβάνουν χώρα στο άστυ. Πρόκειται για ποίηση εξωτερικού χώρου (παρά την ύπαρξη κάποιων “συνθέσεων δωματίου”), ενός τοπίου μάχης, μίας εκρηκτικής -από μολότοφ- ειλικρίνειας. Μία ειλικρίνεια που εκφράζεται -εκτός από το απαισιόδοξο τίτλο της συλλογής- με την έσχατη, επίσης πεσιμιστική σύνθεση («ζωή σπατάλησέ μας λίγο ακόμη»).

Η ποίηση Ζησάκη μέσα στη συγκρατημένη επιθετικότητά της είναι ασυμβίβαστη. Ωστόσο, δεν αφήνει το πολιτικό στοιχείο να κυριαρχήσει, δε ρητορεύει, δεν προσπαθεί να πείσει. Αντίθετα, επενδύει στο συναίσθημα μεταφέροντας βιώματα και καταγράφοντας τις δικές της “ιστορίες” σε μια κοινωνία που οδηγεί τα πρόωρα όνειρα στη λαιμητόμο. Άλλωστε, διάγουμε την εποχή της τρομοκρατίας, των εκκαθαρίσεων όποιου τολμά ακόμα να ονειρευτεί.

τοβιβλίο