Παραφράζοντας τον Έλιοτ θα λέγαμε ότι υπάρχει ένας φυσικός νόμος ισχυρότερος από όλα αυτά τα ποικίλα ρεύματα που λέει ότι η ποίηση δεν πρέπει να απομακρύνεται από τα κοινά βιώματα. Και τούτα τα κοινωνικά βιώματα εισέρχονται όλο και πιο δυναμικά στην Τέχνη και ιδίως στην ποίηση. Το κοινωνικό και ατομικό αδιέξοδο, η φθορά της καθημερινότητας, η αναζήτηση μιας διεξόδου προσπαθούν να δρουν το δικό τους δρόμο προς το στίχο, αναζητούν τις δικές τους λέξεις να εκφραστούν. Είναι κραυγές αγωνίας που ως σαχτουρικά πουλιά προσπαθούν να ενώσουν το πνευματικό με το υλικό.

Ads

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, υπαρξιακό και κοινωνικό συνάμα, κινείται και η ποιητική συλλογή της Ελένης Δημητριάδου-Εφραιμίδου «Δωριείς και Ξυλοκόποι» (Γαβριηλίδης, 2014). Χαρακτηριστικό στην ποιητική πορεία της Δημητριάδου-Εφραιμίδου είναι το μεγάλα κενά μεταξύ των ποιητικών της εκδόσεων. Δε βιάζεται να εκδώσει, δεν είναι αυτοσκοπός η έκδοση. Περιμένει να ωριμάσουν οι συνθέσεις της.

image

Από τον τίτλο ακόμα της συλλογής υποδηλώνεται η καταστροφή και η αποψίλωση. Οι νικητές Δωριείς που άφησαν πίσω τους νεκρούς και μία κατεστραμμένη πόλη, αποκαλύπτουν την καταστροφή που εικονοποιείται από την αποψίλωση του δάσους που υπονοούν οι ξυλοκόποι. Άλλωστε και στο ποίημα που τιτλοφόρησε τη συλλογή κυριαρχεί ο δρόμος προς τον Άδη και η καταστροφή, μία έρημη κοινωνία στο αποκορύφωμα της κρίσης.

Ads

Η συλλογή απαρτίζεται από ποιήματα κοινωνικής αντανάκλασης. Αν τούτη η κοινωνική διάσταση της ποιητικής της είναι εμφανής και στην προηγούμενη συλλογή, «Σκιά είναι» (Αρμός, 2009), στη νεώτερη είναι εντονότερη η κοινωνική-κοινωνιοϋπαρξιακή προσέγγιση. Ανθολογούνται ποιήματα για τη μετανάστευση, αδιαφορώντας για τη φυλή και το φύλο, αλλά με βαθιά αγωνία για τον Άνθρωπο για όποιον παλεύει· για το απάνθρωπο αστικό τοπίο και τη φθορά της φύσης, τα ερείπια της ζωής και της πολιτικής. Η ίδια η κοινωνία τροφοδοτεί τη σκέψη της ποιήτριας, της γεννά αγωνίες και φόβους που τους μετατρέπει σε τέχνη. Παράλληλα, περιέχει συνθέσεις που εκφράζουν υπαρξιακούς προβληματισμούς· αγωνία για το θάνατο και το τέλος, για το χρόνο και τη μνήμη· τη μοναξιά, την αλήθεια, την πολιτιστική παράδοση.

Πηγή έμπνευσης αποτελούν κοινωνικά στιγμιότυπα που συχνά προσπερνάμε αδιάφορα (υπαίθρια διαφήμιση, αναμνήσεις μπολιασμένες με τη γνώση της εξέλιξης), κοινωνικά βιώματα (μετανάστευση, καθημερινότητα, φυσικά περιβάλλον, επισκέψεις σε μουσεία κλπ). Άλλωστε, η ποίηση δεν είναι απλά μία ψυχική εκτόνωση. Είναι πολύ επιπόλαιο να την κατατάσσουμε στείρα ως αντικαταθλιπτικό “φάρμακο”. Είναι πρωτίστως καλλιτεχνική έκφραση που στοχεύει στο συναίσθημα του δέκτη κι ακούσια στο στοχασμό.

Σε αντίθεση με τις σύγχρονες τάσεις η Δημητριάδου-Εφραιμίδου απορρίπτει την κυριαρχία της εικόνας. Η εικονοπλασία της είναι χαλαρή και θολή, σύντομη και με μία αίσθηση αδιαφορίας αφού ως κινηματογραφικό πλάνο είναι αναγκαίες για το κεντρικό πλάνο.. Ο στιχουργικός της πλούτος είναι τέτοιος ώστε πουθενά στις 73 ποιητικές σελίδες δε βλέπουμε να επαναλαμβάνεται δεύτερη φορά η ίδια εικόνα.

Η γραφή της ρέει με τόση άνεση που σαγηνεύει τον αναγνώστη. Η λυρική μουσικότητα στο στίχο ευωδιάζει το στοχαστικό περιεχόμενο, ενώ ο έκδηλος ρομαντισμός συμπαραστέκεται στη βαθιά απογοήτευση.

Η γλώσσα της είναι ζωντανή και οικεία αξιοποιώντας όλες τις εκφραστικές δυνάμεις. Οι πολλές δευτερεύουσες προτάσεις (και οι υποτακτικές με τις λίγες προτρεπτικές προστακτικές) ενισχύουν την προφορικότητα της γραφής της. Ενισχύουν τη διάθεση ανατροπής μέσα από την υποτακτικότητα στα κοινωνικά αδιέδοξα. Την ίδια όμως στιγμή ομαλοποιούν τον ελαφρώς κρυπτικό προσανατολισμό, καθιστώντας τον αρμονικό και διατηρώντας αποστάσεις από την παλαιότερη ερμητικότητα. Η ολοκληρωτική σχεδόν απουσία επιθέτων καλύπτεται από την ποιητική αξιοποίηση των ουσιαστικών.

Οι τολμηρές παρομοιώσεις και μεταφορές εντυπωσιάζουν. Η περιορισμένη περιγραφή, δίνοντας τη θέση της σε ένα αφηγηματικό ή στοχαστικό πλαίσιο, και η αξιοποίηση μετωνυμικών συμβολισμών ή της αρχαιοελληνικής παράδοσης συγκλονίζουν. Η λεπτή ειρωνεία (κοινωνική συνήθως) συνταράσσει και αφήνει άναυδο τον αναγνώστη με το βάθος της. Ο πόνος για τους ανθρώπους και την κοινωνία γίνεται πικρός σαρκασμός που “παγώνει” κάθε αυτάρεσκο ακροατή.

Η ελευθεροστιχία και τα στιχουργικά θρύμματα εντείνουν τον πυγαίο σπαραγμό. Το α΄ ενικό γραμματικό πρόσωπο διαμορφώνει ένα ύφος υποκειμενικής κρίσης· απέχει από τη συνηθισμένη εξομολογητική ποίηση· αποκτά μία μορφή κριτικής προσέγγισης και προσωπικών αγωνιών για τον Άνθρωπο, ως άτομο ή συλλογικό υποκείμενο.

Είναι η στιγμή που η ποίηση γίνεται αφορμή για στοχασμό και όπλο, αγκάλη, σεβασμός για τα ανθρώπινα πάθη. Οι λέξεις αντιδρούν, κινητοποιούν τον κριτικό στοχασμό. Στη Βαβέλ της ποίησης κάθε λέξη παρανοεί την άλλη, μα αλληλέγγυα στέκονται πλάι σε άλλες για να δημιουργήσουν από κοινού ένα συλλογικό μήνυμα ενότητας απέναντι στον πόνο και το φόβο, απέναντι στις αντιξοότητες του ανθρώπινου βίου.

Σε μια αποδομημένη κοινωνία που αναζητά τη νέα της ταυτότητα, η συγκρουσιακή σχέση του ατόμου με τη σκληρή πραγματικότητα και η ματαίωση των ονείρων φωταγωγούν την ποιητική δημιουργία και αποκτούν μία άλλη δυναμική. Η σύγχρονη ποιητική παραγωγή είναι σκοτεινή, γεμάτη θλίψη και ταυτόχρονα πλούσια σε άρνηση και ελπίδα αφού ο ποιητής αντανακλά την εποχή του, αδυνατώντας να μείνει έξω από τα προβλήματα του καιρού του. Σε καιρούς θλίψης, ματαιότητας, αλλοτρίωσης κι απομόνωσης, σε εποχές ανάπτυξης της υπο-κουλτούρας της μάζας από τη βιομηχανία του θεάματος και του βιβλίου, η προσπάθεια ενός ποιητή να επικοινωνήσει με το διπλανό του, να εκθέσει μία διαφορετική έκφραση καταντά παράλογη.

Το βιβλίο

* Κατεβάστε τη νέα ποιητική συλλογή του Δήμου Χλωπτσιούδη, «κατάστιχα» από την cosmotebooks ή από το myebooks.gr