Με μία ακόμη ποιητική συλλογή, ο Γιώργος Δελιόπουλος, «επισκέπτης άγγελος» (Κοβεντάρειος Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, 2015), σαν οδοιπόρος των λέξεων στις δύσβατες διαδρομές των στίχων, επιβεβαιώνει τις θετικές κριτικές που είχε λάβει από την πρώτη του εμφάνιση στα ελληνικά γράμματα. Η ποίηση δεν αποτελεί για τον Δελιόπουλο μία αυθόρμητη καταγραφή στείρων σκέψεων σε μορφή στίχων μετά από μία ολιγόμηνη διαδικασία. Αντίθετα, είναι εμφανή τα σημάδια από τα “βασανιστήρια” και τις κακουχίες κατά την αναζήτηση της άρτια έκφρασης.

Ads

Υπαρξιακές και κοινωνικές αγωνίες συναντώνται και διασταυρώνονται μέσα από αλληγορίες και κριτικές προσεγγίσεις, αναδύοντας ένα άρωμα απογοήτευσης από τη μούχλα που περικλείει τον ποιητή. Εύληπτες κοινωνικές αλληγορίες συνδέονται με υπαρξιακές αναζητήσεις μέσα από μία στοχαστική διάθεση (ο φόβος των δέντρων). Μιλά για την κοινωνική αδιαφορία και τον ατομισμό (φρουροί, τοκογλύφος, το μαγαζί του τρελού), τα όνειρα (η σκόνη του αύριο, λόγια στο τζάκι, ελπίδα) και τις συμβάσεις της ζωής (γιατί φοράς κλουβί;), την ευπιστία (όλοι χάνουμε, προδομένος Μάης) και την πολιτική (ένοχοι στίχοι, σύνθημα, σαλτιμπάγκοι).

Ακόμα και ο έρωτας αποκτά μία υπαρξιακή διάσταση στην ποιητική του (κάπου αλλού, παιδική θάλασσα) πλάι στην αγάπη (αναγκαία υπόσχεση, παρηγοριά, χρωμοσώματα, ο αόρατος πατέρας). Ο δημιουργός μοιάζει να αναζητά μία χαμένη ταυτότητα (διαίρεση, το καταφύγιο της νύχτας, επείγοντα λόγια). Εκθέτει τις αγωνίες του για το χρόνο (μικρός Φλεβάρης, προδομένος Μάης, το καταφύγιο της νύχτας, παιδική θάλασσα), ενώ στοχάζεται ποιητικά για την ίδια την ποίηση και τη γλώσσα (μέλλοντας, υπενθύμιση, ποίηση, υπόσχεση φωτιάς, ποιητική, η γλώσσα των ανθρώπων, επείγοντα λόγια, ταμπακιέρα).

Αξίζει να υπογραμμίσουμε τη στιχουργική ποικιλία του Δελιόπουλου. Τούτη κινούμενη πάνω στον υπερρεαλιστικό άξονα των κοινωνιοϋπαρξιακών του αγωνιών, “σπάει” τη μονοτονία· πεζοποιήματα (φρουροί, διαίρεση, η σκόνη του αύριο, λόγια στο τζάκι, απολεσθέντα, άρρωστη μνήμη, ταμπακιέρα) ή στιχουργήματα με έντονα πεζολογικά στοιχεία (εντός ζωής, επείγοντα λόγια, κληρονομιά, τοκογλύφος, μεθυσμένος Ιούλιος, ο φόβος των δέντρων, αναγκαία υπόσχεση, ελπίδα, ποιητική, βαφείς του γκρίζου, θλιμμένος Σεπτέμβρης) συμπλέκονται με συνθέσεις έμμετρες (επισκέπτης άγγελος, όλοι χάνουμε, υπόσχεση φωτιάς, υπενθύμιση) και ελευθερόστιχες ομοιοκατάληκτες και μη (όπως το σονέτο μικρός Φλεβάρης).
Και η ανομοιομορφία τούτη προσδίδει έναν πλουραλισμό ύφους και έναν στιχουργικό πλούτο που αναδεικνύουν την αγωνία του ποιητή και τον συνεχή πειραματισμό του με στόχο την τελειότερη έκφραση. Η ίδια, άλλωστε, πολυμορφία παρατηρείται και στα ποιητικά υποκείμενα.

Ads

Το α΄ ενικό διατηρεί μία δίσημη διάθεση, αποφεύγοντας με φροντίδα τον ποιητικό εγωκεντρισμό, μια και το υποκείμενο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ποιητικού κάδρου και του κοινωνικού συνόλου, δίχως να χάνει την αυτονομία μιλώντας προσωπικά. Και τούτο υποστηρίζεται από την εμφάνιση του αφηγηματικού γ΄ γραμματικού προσώπου και ενός β΄ ενικού. Το τελευταίο υπερασπίζεται και ένα υπόκωφο διαλογικό ύφος (η σκόνη του αύριο, θλιμμένος Σεπτέμβρης, ελπίδα, λόγια στο τζάκι) σε συνδυασμό με ερωτήσεις (γιατί φοράς κλουβί;, επίμονα ερωτηματικά) και το α΄ πληθυντικό πρόσωπο -ως συλλογικό υποκείμενο- (φυγή;, σύνθημα, επείγοντα λόγια).

Μέσα από τον πλούσιο ποιητικό του λόγο ξεπηδά μία ζωηρή εικονοπλασία. Κοινωνικά στιγμιότυπα καθώς συμπλέκονται με την ανοίκεια μεταφορική έκφραση, τις λανθάνουσες  αντιθέσεις και τις επιμελημένες επαναλήψεις, “ντύνουν” το ποιητικό καναβάτσο με κίνηση και ήχους παρά τα μουντά χρώματα που επιλέγει συνειδητά ο δημιουργός σαν σκονισμένους χώρους.
Εντυπωσιακές μεταφορές που στηρίζονται σε μία ανοικείωση που ξαφνιάζει τον αναγνώστη/ακροατή, καθώς συνδυάζουν το εικαστικό με το συναισθηματικό και το στοχαστικό. Έτσι αναδύεται ένας πλούτος συναισθημάτων και στοχασμών -υπαρξιακών ή κοινωνικών- πλάι σε οξυμένες αισθήσεις μέσα από τη σουρεαλιστική εικονοπλαστική ζεύξη λέξεων σε πρωτότυπους προσδιοριστικούς συνδυασμούς. Η συνειρμική ισχύς της εκφραστικής του αφήνει ανεμπόδιστα τα συναισθήματα και τα μηνύματα να αναβρύζουν.

Έτσι οι καθαρές εικόνες αναδύονται πιο φωτεινές, ακόμα και στο νυχτερινό τοπίο, σχεδόν απαστράπτουσες μέσα από την αντίθεση που συνειρμικά στιχουργεί. Άλλωστε, σχεδόν όλη η συλλογή οικοδομείται ακριβώς πάνω στη συνειρμικότητα· από αυτήν αναδύονται αυθόρμητα οι στοχασμοί και οι αγωνίες του Δελιόπουλου.

Οφείλουμε, από την άλλη, να υπογραμμίσουμε την οικειότητα του δημιουργού με τη λογοτεχνική παράδοση. Αξιοποιεί αρχαιοελληνικούς μύθους (εντός ζωής, Αναξίμανδρος, η σκόνη του αύριο, Μινώταυροι) και στοιχεία από τη θρησκευτική παράδοση (άρρωστη μνήμη, φρουροί, απολεσθέντα). Ωστόσο, τούτα εντάσσονται -με μέτρο χωρίς να μονοπωλούν- στη δική του ποιητική έκφραση και αναζήτηση προσδίδοντάς το δικό του κοινωνιοϋπαρξιακό περιεχόμενο.
Αναλόγως συχνή είναι η εμφάνιση του ουρανού και των πουλιών (ο φόβος των δέντρων, μεθυσμένος Ιούλιος, λόγια στο τζάκι, ένοχοι στίχοι, όλοι χάνουμε, θλιμμένος Σεπτέμβρης) ξεπερνώντας όμως και τη δημοτική παράδοση και τη σαχτουρική αλληγορία. Ο ουρανός του Δελιόπουλου δε συμβολίζει μόνο τον πνευματικό κόσμο και την ποίηση, αλλά μάλλον τη δική του ουτοπία.

Οφείλουμε, επιλογικά, να υπογραμμίσουμε ότι η ποιητική του, παρά τη βασανιστική επεξεργασία του στίχου, δεν είναι εγκεφαλική. Παραμένει συναισθηματική σε κάθε λέξη μέσα από τη συνειρμικότητα. Αποφεύγει την περιγραφική ποίηση αφήνοντας τα εικαστικά χαρακτηριστικά της στιχουργίας του να ξεπροβάλλει ελεύθερη και διαυγής, όπως η ποιητική του αγωνία.

τοβιβλίο