Τα Χριστούγεννα του 1806, πολλά χρόνια πριν από τον θάνατό του το 1824 στο Μεσολόγγι, όπου εξανέμισε τη ζωή και την περιουσία του, ο Λόρδος Βύρων θα φτάσει στην Αθήνα στο πλαίσιο ενός μεγάλου ταξιδιού στην Ανατολή – κάτι πολύ συνηθισμένο μεταξύ των ευρωπαίων αριστοκρατών και καλλιτεχνών του 19ου αιώνα. Τότε θα βρεθεί για πρώτη φορά αντιμέτωπος με το θέαμα των αρχαιοελληνικών ερειπίων. Του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
 

Ads

Θέαμα που θα του προκαλέσει εξαιρετικά αντιφατικά αισθήματα: Από τη μια δέος για τα υπολείμματα της αρχαίας δόξας και από την άλλη στενοχώρια για την κατάσταση των Νεοελλήνων.

Τα αισθήματα αυτά θα καταγραφούν στα ποιήματα τα οποία θα συνθέσει ο Μπάιρον για την Ελλάδα, ποιήματα που παρ’ όλες τις επιφυλάξεις του θα ασκήσουν τεράστια επίδραση στο ευρωπαϊκό και αμερικανικό κοινό, συμβάλλοντας αποφασιστικά στη διεθνή αναγνώριση του Αγώνα του 1821.

image

Ads

Ο Βύρων θα συνεχίσει σε όλα του τα χρόνια να δηλώνει ανάμεικτα τις αντιρρήσεις και τον θαυμασμό του για τους Νεοέλληνες – κι ας έδωσε εντέλει τα πάντα για την ελληνική επανάσταση.

Μετά την επίσκεψή του στην Ακρόπολη, ο Μπάιρον θα ελεεινολογήσει τον Έλγιν για την ιεροσυλία που διέπραξε στα ερείπια, από την άλλη, όμως, μεριά, το ζήτημα το οποίο τον απασχολεί δεν είναι τόσο η ιεροσυλία του Έλγιν όσο το ότι οι σωροί των ερειπίων υπενθυμίζουν, προκαλώντας κατάθλιψη, τον θάνατο (θάνατο οριστικό και αμετάκλητο) του αρχαιοελληνικού κόσμου.

Πολλοί μελετητές του έργου και του βίου του Μπάιρον έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει ότι η εμπειρία την οποία αποκόμισε από την επίσκεψη στην Ακρόπολη και από την παραμονή του στην Αθήνα προδίδει εντέλει μια τεράστια αδιαφορία για τα ερείπια.

image

Ο Βύρων δεν επέδειξε στην πραγματικότητα την παραμικρή αδιαφορία για τα ερείπια και δεν έπαψε ποτέ να ενδιαφέρεται για την αρχαία Ελλάδα, υποστηρίζει προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση ο Roderick Beaton, ο πλέον πρόσφατος βιογράφος του: «Ο Μπάιρον φαντάζεται ολόκληρη την Αθήνα ως λήκυθο, τόπο ενταφιασμού τού από καιρό νεκρού πολιτισμού της αρχαίας Ελλάδας: ”Κατοικία των θεών που οι βωμοί τους έχουν πια σβήσει”. Η ρημαγμένη όψη των αρχαίων ναών φαίνεται ότι για τον ποιητή αποδεικνύει πως καμιά θρησκεία δεν μπορεί να προσφέρει ανακούφιση και, πολύ περισσότερο, προστασία από την αμφιβολία για τον θάνατο. Στην ποιητική του φαντασία, το κρανίο, σύμβολο του θανάτου, και τα λευκασμένα κελύφη των αρχαίων μαρμάρινων ναών ισοδυναμούν – το καθένα με τον τρόπο του είναι προσωρινό ενδιαίτημα της θεϊκής σπίθας της ζωής».

Ο Βύρων θα αλλάξει πάντως τη στάση του απέναντι στην αρχαία Ελλάδα επηρεασμένους από τον άλλο μεγάλο βρετανό ποιητή της εποχής του, τον Σέλλεϋ, με τον οποίο και θα συναντηθεί στη Ραβέννα μετά το νεανικό του ταξίδι στην Αθήνα. Γράφει τότε ο Σέλλεϋ: «Είναι η Ελλάδα και τα θεμέλιά της / χτισμένα κάτω απ’ την παλίρροια του πολέμου / στηριγμένα στην κρυστάλλινη θάλασσα / της σκέψης και της αιωνιότητάς της».

Οι στίχοι αυτοί θα εξοικειώσουν τον Βύρωνα με την ιδέα της Ακρόπολης και της αρχαιοελληνικής αιωνιότητας. Ο τελικός θρίαμβος της Ελλάδας, κηρύσσει με πάθος ο Σέλλεϋ, θα είναι ένας θρίαμβος της τέχνης και του πνεύματος, ανεξαρτήτως του πώς θα εξελιχθούν τα πολιτικά και τα στρατιωτικά γεγονότα. Όλοι οι νεώτεροι είναι κληρονόμοι της αρχαιοελληνικής ιδέας, που δεν δεσμεύεται από την Ιστορία, υπάρχει εδώ και πολλούς αιώνες και μπορεί ανά πάσα στιγμή να αναστηθεί και να αποκτήσει καινούργια ορμή και δύναμη. Η Ελλάδα, χάρη στο παρελθόν της, θα καταφέρει στο τέλος να αποτινάξει τους δεσμούς της και να διεκδικήσει καθ’ ολοκληρίαν την ελευθερία της.

Ο Σέλλεϋ δεν πρόλαβε να συνεχίσει γιατί έχασε τη ζωή του σε ναυτικό δυστύχημα. Ο Βύρων άφησε τη σορό του φίλου του στην Ιταλία και ήρθε στην Ελλάδα (αν και αρκετά μακριά από την Αθήνα και την Ακρόπολη), για να αφήσει στα δικά της χώματα την τελευταία του πνοή.

(Πηγές: Λόρδου Μπάϋρον «Επιστολές από την Ελλάδα 1809-1811 και 1823-1824», μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ, Ιδεόγραμμα, 1996. Roderick Beaton «Ο πόλεμος του Μπάιρον. Ρομαντική εξέγερση, ελληνική επανάσταση», μετάφραση Κατερίνα Σχινά, εκδόσεις Πατάκη, 2015).

Επιμέλεια: Νατάσσα Δομνάκη

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ