Ο υπερρεαλισμός για πολλούς αναλυτές και κριτικούς αποτελεί μία διαφορετική ποιητική διάλεκτο, ξεπερνώντας κατά πολύ την τάση όπως εμφανίστηκε κατά το Μεσοπόλεμο. Η υπερρεαλιστική έκφραση είναι μια μεταγλώσσα, μία επανάσταση του ασυνείδητου και του συναισθήματος κόντρα στη μηχανοποιημένη και λογικοκρατούμενη πραγματικότητα που εξοστρακίζει το θυμικό ως παρία.
Δεν είναι τυχαίο ότι επηρέασε όσο κανένα άλλο ρεύμα τις Τέχνες. Στην ποίηση ακόμα και σήμερα είναι εμφανής η παρουσία του. 

Ads

Ο θρυμματισμός του στίχου και η εικονοπλαστική εμμονή της σύγχρονης ποιητικής παραγωγής αποτελούν σουρεαλιστικούς επιγόνους. Ωστόσο, καθώς η ποίηση είναι ένας γλωσσικός πειραματισμός με έμφαση στο συναίσθημα, ο υπερρεαλισμός βρίσκει πρόσφορο έδαφος.

Και ο Μιχαήλ Παπαδόπουλος – με την συλλογή  «ανατολή ηλίου, αναστολή θανάτου» (Μανδραγόρας, 2014) – ακολουθεί τη μαχητική σουρεαλιστική πρωτοπορία του Μεσοπολέμου, δίνοντας μία γλωσσοκεντρική διάσταση. Στην ποίησή του ανθίζει ο κόσμος των λέξεων και αναδύεται το γλωσσικό υποσυνείδητο, η μαγεία μιας λεκτικής  υπερπραγματικότητας που υποκαθιστά τη νοητική συμβατικότητα της γλώσσας προς όφελος της συναισθηματικής και συνειρμικής της ισχύος.

image

Ads

ο ποιητής ζει 
υπό το κράτος του βλέμματός της 
και υπό το έθνος των ματιών της 

Η ποίηση του Παπαδόπουλου είναι ερωτική· χωρίς να προκαλεί, κινείται μεταξύ λαγνείας και ερωτικού συναισθήματος. Κυριαρχεί ο ρομαντισμός (πανσέληνος, μάτια, φιλί, ήλιος). Το ύφος του δεν είναι εξομολογητικό. Ποιητικό υποκείμενο είναι ένας – ανώνυμος – ποιητής, γοητευμένος από το αντικείμενο του πόθου του. 

Η λιτή του διατύπωση διανθίζεται με επίθετα κι επιρρήματα που ενισχύοντας τη ρομαντική διάθεση αναδεικνύουν τη γλωσσική ευρηματικότητα της ποιητικής του. Η θραυσματική στιχουργία εντείνει το ανεκπλήρωτο πάθος σαν κραυγή πόνου. Ωστόσο, στην ποίηση του Παπαδόπουλου δεν κυριαρχεί κάποιο αίσθημα απογοήτευσης, παρά την ύπαρξή της σε κάποια λανθάνουσα μορφή. Ισορροπεί μεταξύ αισιοδοξίας κι απαισιοδοξίας· χαρακτηριστικό είναι ότι η «έκπληξη» του αναγνώστη από τη γλωσσική του εφευρετικότητα μειώνει/εκμηδενίζει τον όποιο πόνο και θλίψη. 

Βουβός ποιηματογράφος 

Ο Μιχαήλ Παπαδόπουλος ανοίγει νέους δρόμους στην ποίηση με την ιδιαίτερη αποφθεγματική του διατύπωση που στηρίζεται σε γλωσσικά λογοπαίγνια και μία αξιόλογη ευρηματική διατύπωση. Μέσα από το πρίσμα ενός ιδιάζοντος γλωσσοκεντρικού υπερρεαλισμού αξιοποιεί τα συνθετικά μέρη των λέξεων και τα συνδέει συνειρμικά με άλλες ομόηχες λέξεις, όπως βλ – αίμα, εφη – βία, μα – χαίρια (πανσέληνος μαχαίρια, αγαποιημένη και πάλιν, πανσέληνος ανορθογραφία) κι άλλοτε καινοτομεί με τη χρήση παρώνυμων (φύλαθλον βλέμμα, μου λύπης) ή παρηχήσεων (άφωνος σχέσις, δι – Αλογος). 

Με τη γλωσσική προσέγγισή του εμπλουτίζει τις συνθέσεις του με τη δύναμη της πολυσημίας των λέξεων. Οι θρυμματισμένοι – παρώνυμοι – όροι ξεπερνούν το τυποποιημένο περιεχόμενο της λέξης με τη συμβατική ορθογραφία και επικονιάζονται με το μήνυμα της νέας λέξης (βλέμμα->βλ αίμα, συν φωνία->συν φονία κλπ). Έτσι μέσα από τη γλωσσική σουρεαλιστική του γραφή προστίθεται μία ακόμα έννοια στο στίχο, αλλάζοντας στην ουσία συνειρμικά το συναισθηματικό βάρος του. 

Η ποίηση του Παπαδόπουλου δεν είναι απαγγελίας/ακουστική, αλλά οπτική/ανάγνωσης. Ο ακροατής αδυνατεί να συλλάβει το μήνυμα και το γλωσσικό ριζοσπαστισμό του δημιουργού, καθώς χάνεται η λεκτική αποτύπωση. Ωστόσο, οπτικά οι λέξεις με την ανορθογραφία, τη θρυμματισμένη σε συνθετικά μορφή τους και την αποκωδικοποίηση και επανακωδικοποίησή τους, ενισχύουν ακριβώς την αισθητικοαναρχική ουσία του αρχέγονου υπερρεαλισμού, μόλο που εκείνος στηρίζονταν στην εικόνα και το μήνυμα. 

Ακόμα και η εικονοπλασία του υποτάσσεται στην εκφραστική δεινότητα του δημιουργού. Η εικόνα χάνει το λειτουργικό της ρόλο μέσα στο χώρο των συνθέσεών του, ακόμα κι αν οι μεταμοντέρνες υπερρεαλιστικές πινελιές σε συνδυασμό με τη γλωσσική δημιουργικότητά του επεκτείνονται χωρικά και θεματικά ως αλληγορική εικαστική αναπαράσταση με κεντρικό θέμα πάντα τον έρωτα. Μέσα από τη γλωσσοκεντρική σουρεαλιστική γραφή του Παπαδόπουλου αναδύεται ένας κόσμος ερωτικός και ονειρικός, άλλοτε λάγνος κι άλλες φορές αναζήτησης. 

Ας μην παραβλέπουμε, εξάλλου, πως ο υπερρεαλισμός ήταν ένα κίνημα μέσα στη γενική δραστηριότητα της ανθρώπινης παρουσίας. Ο ευρύτερος στόχος του είναι ν’ απελευθερώσει όλες τις παραμέτρους που στοιχειώνουν το ανθρώπινο πρόσωπο, ν’ αποκαταστήσει στο λειτουργικό τους ρόλο την ύλη που αδρανοποιείται κάτω από την συντριπτική πίεση της νοησιαρχίας. Και αυτό ακριβώς επιτυγχάνει ο Παπαδόπουλος.
 
Αναδεικνύει όχι μόνο την οπτική απεικόνιση μιας λέξης ή την ηχητική της διάσταση, αλλά ταυτόχρονα τη διασπά μέχρι να βρει εκείνο το συναισθηματικό υπόβαθρο στα συνθετικά της μέρη – ή στα γράμματά της – που να εξυπηρετεί το δικό του μήνυμα, δίχως να απεμπολεί το αρχικό νόημα. Διαμαρτύρεται καλλιτεχνικά για τη συμβατική μονοκρατορία της χρήσης των λέξεων στην ποίηση με ένα μόνο σημαίνον και ένα συγκεκριμένο σημαινόμενο. Θέλει να φέρει στο φως από το χώρο του ασυνείδητου το γλωσσικό απωθημένο από το λογικό/συμβατικό με εισβολές και παύσεις αναδεικνύοντας ένα νέο σημαινόμενο και μία ρηξικέλευθη αλλαγή του σημαίνοντος. 

Το βιβλίο