Τι μπορεί να συμβεί όταν μια παρέα μεσήλικων βρεθεί σε ένα σπίτι για να περάσουν όμορφα ένα καλοκαιρινό βράδυ; Τι είναι αυτός ο φόβος που έρχεται στους ανθρώπους μαζί με το βράδυ;

Ads

Συνέχεια από τα προηγούμενα: Μετά από τη Φρειδερίκη και τον  Όμηρο και ένα ακόμη ζευγάρι, την Κλειώ και τον Σόλωνα, η οικοδέσποινα  Σωτηρία ετοιμάζεται τον Πέρη, Για κάποιους η παρουσία του είναι ενοχλητική. Όμως η Σωτηρία δεν μπορεί να αποφύγει την πρόσκληση. 

Ο φόβος επιστρέφει τη νύχτα: 4. Πέρης

«Καλησπέρα σε όλους και όλες. Άργησα λίγο, αλλά είχε κίνηση και έπρεπε να τελειώσω κάτι εκκρεμότητες. Σωτηρία, σ’ ευχαριστώ για την πρόσκλησή».  Η παρουσία του Πέρη στην ομήγυρη έφερε σχετική αμηχανία και παγωμένα χαμόγελα. Τον περίμεναν. Ήξεραν ότι θα έρθει, αλλά πολλοί θα εύχονταν η Σωτηρία να μην τον είχε καλέσει.

Ads

Ο Πέρης ήταν φίλος των κοριτσιών από τα παλιά. Κάτι σαν ο συνδετικός τους κρίκος και πιθανά ένας ανομολόγητος πόθος ή μια θολή φαντασίωση για όλες τους. Όμορφος όταν ήταν νέος, γλυκύς στους τρόπους, με ευγενικά στοιχεία και ιδιαίτερες ευαισθησίες. Πολιτικοποιημένος, γνώστης της φιλοσοφίας και της λογοτεχνίας, πολυμαθής και πολύγλωσσος. Ήξερε πολλά από τις ζωές των τριών γυναικών. Για έρωτες, ζήλιες και αντιζηλίες. Γνώριζε αλήθειες και ψέματα, τις χαρές και τις λύπες τους. Για το παρελθόν τους ήξερε πολλά περισσότερα από όσα τα ταίρια τους. 

Όλα αυτά τον καθιστούσαν μισητό και «επικίνδυνο» για τους συζύγους. Όχι γιατί φοβόντουσαν μην «εξοκείλουν» οι κυρίες τους, καθώς συνέχεια σχολίαζαν την υπό αμφισβήτηση αρσενική φύση του («πολύ ευαίσθητος ο φιλαράκος σας!»), αλλά η φροντίδα που του είχαν, εκνεύριζε και ενοχλούσε τους τρεις άνδρες. Προτιμούσαν να μην τον βλέπουν, να μην τον συναναστρέφονται και ακόμα καλύτερα, να μην ακούν ότι υπάρχει εκεί τριγύρω και ότι συναντάται με τις γυναίκες τους. Σε αντίθεση με αυτούς, εκείνες τον θέλουν. Αποζητούν τα λόγια του, τις χειρονομίες και προπάντων, τις συμβουλές που τις δίνει. 

Ο Πέρης, είναι ένας – καθώς φαίνεται – εκ πεποιθήσεως εργένης. Ενδιαφέρεται για πολλά και διάφορα, ζει άνετα και απολαμβάνει ποικιλοτρόπως τον ελεύθερό του χρόνο. Βγαίνει έξω, ταξιδεύει τα Σαββατοκύριακα και δύο με τρεις φορές τον χρόνο βρίσκεται με κάποια πρόφαση στο εξωτερικό. Δουλειές, συνέδρια, αποστολές, όλο κάποια δικαιολογία, αρκετά πιστευτή στους γνωστούς και φίλους, αλλά και αποδεκτή για το πως κάνει τέτοια ζωή, μεσούσης κρίσης και μνημονίων. Που και που, μαθαίνουν για κάποια γυναίκα που «περνάει» από τη ζωή και το κρεβάτι του, αλλά κάτι ουσιαστικότερο ουδέν. Ο κινηματογράφος, το θέατρο και τα βιβλία είναι οι σταθεροί του σύντροφοι, αλλά πάνω από όλα, είναι η δουλειά του. 

Ο Πέρης είναι δημοσιογράφος και χρονικογράφος. Το ονοματεπώνυμό του είναι γνωστό, όχι όμως το πρόσωπο και η φωνή του. Η τηλεόραση και το ραδιόφωνο σχεδόν αγνοούν την ύπαρξή του, καθώς έχει φροντίσει να μην διατηρεί οποιεσδήποτε παρτίδες μαζί τους. Η δημοφιλία του είναι ένας επιπρόσθετος λόγος θαυμασμού και αγάπης από τις τρεις γυναίκες, αλλά και μίσους, μαζί με απέχθεια από τους τρεις άνδρες. 

«Έλα Πέρη, κάτσε εδώ δίπλα μου!», του είπε η Φρειδερίκη, ανοίγοντας χώρο και με επιτηδευμένες κινήσεις έσπρωξε τον Όμηρο παραδίπλα, δείχνοντάς του ότι ο φίλος τους έχει προτεραιότητα και πρέπει να καταλάβει περίοπτη θέση. 

«Καλά κορίτσια, μην ξεβολεύεστε. Εγώ κάθομαι εδώ στην καρέκλα. Μια χαρά είναι!» 

«Τρελάθηκες Πέρη! Εδώ θα έρθεις. Το λέω εγώ.» Ο επιτακτικός τόνος στη φωνή της Φρειδερίκης δεν άφηνε περιθώρια δεύτερης κουβέντας, ενώ συγχρόνως κινητοποίησε τα αρνητικά συναισθηματικά αντανακλαστικά του Όμηρου και του Σόλωνα. 

Αν υπήρχε ένας εξωτερικός αόρατος παρατηρητής και μπορούσε να κρατήσει ένα «ενσταντανέ» της στιγμής, θα αποτύπωνε δύο μεγαλειώδεις δυσφορίες, συνοδευόμενες από «δολοφονικές» ματιές. 

«Λοιπόν, όλοι σας τακτοποιηθήκατε;» παρενέβη πυροσβεστικά η Σωτηρία. 

«Σωτηρία, που είναι ο άνδρας σου; Δεν θα μας κάνει την τιμή;» συνέχισε τις «σπόντες» της η Φρειδερίκη, αδιαφορώντας αν γινόταν ενοχλητική και αν «έπαιζε με τη φωτιά». 

«Σας το είπα και πριν. Έχει κάτι έκτακτο και μόλις τελειώσει θα είναι εδώ μαζί μας. Να, θα τον πάρω τώρα τηλέφωνο για να μας πει πότε έρχεται». 

Μεμιάς επικρατεί ησυχία στο σαλόνι. Όλοι κοιτάζουν τη Σωτηρία που στέκεται όρθια και πληκτρολογεί από το κινητό τον αριθμό τηλεφώνου του συζύγου της. Περιμένουν να την ακούσουν να του μιλάει. Οι ανάσες τους δεν ακούγονται. Απόλυτη σιγή. Περιμένουν. 

«Τίποτα, δεν απαντάει. Χτυπάει το τηλέφωνο, αλλά δεν το σηκώνει. Θα δει την κλήση μου και θα μας πάρει πίσω.» Το τελευταίο ειπώθηκε από τη Σωτηρία, χωρίς καμιά βεβαιότητα. Σαν να επρεπε να πει κάτι για να το ακούσουν οι άλλοι. «Δεν απαντάει. Θα την δει. Κάπου θα είναι…»

* Εικονογράφηση: Αγγελική Μάρκοβιτς-Μοναστηρίδου

Διαβάστε επίσης: