Η παρουσία του Γιώργου Λίλλη στα ελληνικά γράμματα έχει πια κλείσει δεκαοκτώ χρόνια. Από το νεανικό του «δέρμα της νύχτας» (1999) μέχρι τον «άνθρωπο τανκ», ο Λίλλης ωρίμασε εκφραστικά και πειραματίστηκε με τον στίχο και τους φθόγγους. Άλλοτε ειρωνικός κι επιθετικός, άλλες φορές πιο “πεζός” αποτελεί αναπόσπαστο πια μέρος της νεώτερης ποιητικής οικογένειας.

Ads

Η πρόσφατα εκδοθείσα συλλογή του, «Ο άνθρωπος τανκ» (Θράκα, 2017), αποτελεί μία ποιητική επίθεση του Λίλλη απέναντι σε κάθε είδους επιβολή. Εμφανής είναι η εξέλιξη και η ωριμότητα του δημιουργού μετά τον «αρλεκίνο» του. Εγκαταλείποντας τον υπερρεαλισμό ο ποιητής υιοθετεί τον αφηγηματικό στοχαστικό λόγο. Με ποιητική ειλικρίνεια και αμεσότητα και τις αγωνίες του και την κοινωνία και τα άτομα.

Με επίκεντρο το πρωτοενικό υποκείμενο, που ταυτίζεται με τον ποιητή, αναζητά την αποφυλάκιση από κάθε είδους κράτηση. Και το συχνό α’ ενικό δεν υποπίπτει σε κάποιο ποιητικό εγωκεντρισμό. Αντίθετα, λειτουργεί ως μυθοπλαστικό υποκείμενο που μεταφέρει προσωπικά βιώματα δίχως όμως να αποσπάται από το κοινωνικό σύνολο. Ο ποιητής αποτελεί μέρος της κοινότητας.

Ο εγκλεισμός, άλλωστε, στη ποιητική του Λίλλη αποτελεί κεντρικό κορμό, τόσο μεταφορικά όσο και κυριολεκτικά. Ο δημιουργός αδυνατεί να προσαρμοστεί στην κοινωνική φυλάκιση που του επιφυλάσσουν οι συμβουλές και τα πρέπει (τηλέφωνο για τα τεσσαρακοστά μου γενέθλια, τα παιδιά του σοσιαλισμού). Επαναστατεί απέναντι στους κοινωνικούς ρόλους (καραόκε, τα καλύτερα μυαλά, στίγματα) συμπάσχοντας τους ανώνυμους ήρωες (the tank man, μεταπολεμική Ελλάδα) που παλεύουν για αξιοπρέπεια (συνήθεια, κλουβί).

Ads

Ας μην παραβλέπουμε πως ο εγκλεισμός στα ελληνικά γράμματα αποτελεί ένα παλιό θέμα. Η μοντέρνα λογοτεχνία με τις εξορίες και τις φυλακίσεις έχει ένα πολύ πλούσιο υλικό γύρω από τον εγκλεισμό. Και ο εγκλεισμός συχνά σε μία κοινωνική παρομοίωση χάνει το βασικό στοιχείο της κυριολεξίας· εκείνο του χαμένου χρόνου, της χαμένης ζωής και του αδιεξόδου, που ήδη είχε εντοπίσει ο Καβάφης.

Μα ο Λίλλης σαν άλλος Αντώνιος δεν θρηνεί, δεν υποκύπτει. Με την ιδιότητα του δυνατού, προσπερνά το χρόνο και βλέπει τον εγκλεισμό με μελαγχολία μα και κριτική διάθεση. Ο άνθρωπος τανκ γίνεται ένα σύμβολο αντίστασης απέναντι σε κάθε καταπίεση, είτε εκείνη προέρχεται από ένα στρατοδικείο λόγω άρνησης στράτευσης που καταστρέφει τα καλύτερα χρόνια και οδηγεί στο εκτελεστικό απόσπασμα κάθε νεανικό ρομαντισμό, είτε προέρχεται από ένα ανελεύθερο καθεστώς, είτε από τις κοινωνικές επιβολές.

Η ποίηση του Λίλλη εκφράζει μία πηγαία αγανάκτηση κοινωνιοϋπαρξιακής υφής. Με φυσικότητα σαρκάζει τα κοινωνικά πάθη και τον εγκλεισμό που επιβάλλουν οι αποφάσεις άλλων. Η άρνηση και η αντίθεση αποτελούν το βασικό εκφραστικό μέσο τούτης της ποιητικής ειρωνείας. Εκθέτει την αγωνία του με ήπιες αλληγορίες, εμβαφτισμένες στην ειρωνεία (επίσημη ανακοίνωση, πολιτεία – βιβλίο όγδοο, ιδεολογίες) και τον αυτοσαρκασμό (υπεύθυνη δήλωση, τα καλύτερα μυαλά). Στοχάζεται για το κοινωνικό παρόν με δηκτική διάθεση που ερεθίζει τις ανοιχτές πληγές του κοινού (κατάλογος απαγορευμένων βιβλίων). Μα η κοινωνία τιμωρεί όποιον αρνείται να υπακούσει (στίγματα, στοίχημα, σονέτο).

Η ποίηση του Γιώργου Λίλλη διακρίνεται για την απλότητα της με οδηγό την προφορικότητα. Η στιχουργική του κινείται στο χώρο της στοχαστικής πρόζας. Τα έντονα πεζολογικά χαρακτηριστικά της γραφής του δε μειώνουν το δηκτικό λυρισμό, που αγκαλιάζει τις κρυφές αγωνίες του ακροατή/αναγνώστη.

Και δεν ίδια στιγμή διακρίνεται μία βαθιά διαλεκτική αντίθεση ανάμεσα στο ποιητικό έργο και το αντίθετό της ανάμεσα στο επιβεβλημένο πρέπει και την επιθυμία το ισχύον και το ενάντιό του. Και τότε διαλεκτική εναντίωση του φτάνει στον τακτικό αυτοσαρκασμού εντείνει την άρνηση υποταγής ακόμα και αν αυτό οδήγησε στον εγκλεισμό.