Tα γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διαδικασία μετασχηματισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας την περίοδο 1908-1923 προκαλούσαν πάντα μια αμφιθυμία. Η υποβάθμιση της σημασίας τους, η απόκρυψη του αριθμού των θυμάτων, η απενοχοποίηση του τουρκικού εθνικισμού, ακόμη και η αιτιολόγηση της γενοκτονίας των μη μουσουλμανικών πληθυσμών, υπήρξαν κοινός τόπος στη μετά το ’22 Ελλάδα. Η νεοελληνική ιδεολογία, όπως διαμορφώθηκε από το κυρίαρχο σύστημα εξουσίας – και την Αριστερά – δεν συμπεριέλαβε την ιστορική εμπειρία του ελληνισμού της Ανατολής. 

Ads

Η συνειδητή άρνηση της ιστορίας και η επιλεγμένη σιωπή καθόρισαν και τις προτεραιότητες της ιστορικής επιστήμης, ακόμη και της τέχνης. Ελάχιστοι υπήρξαν οι ιστορικοί που επέλεξαν να μελετήσουν τα γεγονότα και ακόμη λιγότεροι οι εικαστικοί και οι σκηνοθέτες. Απόπειρες έγιναν μόνο από τους ίδιους τους πρόσφυγες και τις οργανώσεις τους, καθώς και από ευαίσθητους ιδιώτες όπως το ζεύγος Μερλιέ. Ο ελληνισμός της Ανατολής και η καταστροφή του δεν αποτέλεσαν μέρος των νεοελληνικών επιστημονικών προτεραιοτήτων. Το «σοκ του ’22» οδήγησε σε μια ιδεολογική περιχαράκωση γύρω από τα στενά όρια των συμφερόντων του κράτους με απόλυτο τρόπο. Έτσι, εκτός από τα γεγονότα στην Ανατολή και άλλα φαινόμενα που σχετίζονταν με τον εξωελλαδικό ελληνισμό, όπως η Διασπορά, οι Έλληνες στη Σοβιετική Ένωση κ.ά. τέθηκαν στο περιθώριο του νεοελληνικού ενδιαφέροντος.

Μικρά Ασία – Ένας οδυνηρός μετασχηματισμός (1908-1923) Μία μελέτη από τον ιστορικό Βλάση Αγτζίδη που διασαφηνίζει σκοτεινές πλευρές του απωθημένου παρελθόντος της Ελλάδας, συμμετέχοντας στη συζήτηση για κρίσιμα ιστορικά γεγονότα που προκαλούν διαφωνίες μέχρι και σήμερα. Εκδόσεις Παπαδόπουλος

Όμως το Τραύμα του ’22 ενυπήρχε και εκφραζόταν με ποικίλους τρόπους. Είχε διατηρηθεί για δεκαετίες ως υπόγειο τραύμα στις προσφυγικές κοινότητες, οι οποίες ζούσαν ιδεολογικά αποκλεισμένες, όσον αφορά τις πολιτικές ερμηνείες της ιστορικής τους εμπειρίας. Τόσο εξαιτίας των κρατικών επιλογών της «μητέρας πατρίδας» όσο και της ελλαδικής της αντιπολίτευσης. Ο μετασχηματισμός του από ψυχολογικό τραύμα σε πολιτισμικό για κάποιες ομάδες διανοουμένων, η συνειδητοποίηση του γεγονότος της Καταστροφής και η διαμόρφωση μιας συγκεκριμένης εξωσυστημικής ερμηνείας είχε ήδη συμβεί από τα χρόνια του Μεσοπολέμου. 

Ads

Τότε, σημαντικοί λογοτέχνες και ερευνητές, προσφυγικής καταγωγής, είχαν περιγράψει και αποτυπώσει με εξαιρετική ενάργεια και λεπτομέρεια τους μηχανισμούς μετάβασης από την πολυεθνική Αυτοκρατορία στη νέα εποχή του έθνους – κράτους και τις δραματικές επιπτώσεις τους στις ελληνικές κοινότητες της Ανατολής.

Επτά ολόκληρες δεκαετίες μετά το ’22, τα γεγονότα που συνέβησαν στην καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία, στην Ανατολική Θράκη, στον Πόντο, στην Ιωνία, στη Βιθυνία – δηλαδή η Μικρασιατική Τραγωδία –  προκαλούσαν τα αρνητικά αντανακλαστικά τόσο των κρατικών λειτουργών όσο και των πολιτικών ιθυνόντων και καθοδηγητών. Ο φιλοκεμαλισμός υπήρξε το κοινό συναίσθημα που μοιράζονταν οι άνθρωποι της συμπολίτευσης και της εκάστοτε αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένης και της πλέον ακραίας εκδοχής της. Η ελληνοτουρκική προσέγγιση και ο αμοιβαίος σεβασμός γίνονταν βασικοί όροι της νέας εξωτερικής πολιτικής. Κατά συνέπεια, η πρόσφατη ιστορία, που σχετιζόταν με τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη γενοκτονία των ελληνικών και των άλλων χριστιανικών πληθυσμών, μεταβαλλόταν σε μια άμεση απειλή για τη νέα τάξη πραγμάτων. Η ιδεολογική πολιτική που θα έπρεπε να ασκήσει το κράτος δεν μπορούσε παρά να είναι συμβατή με τις όποιες επιλογές του. 

Η αναγκαιότητα αυτή ερμηνεύει τις δυσερμήνευτες σήμερα για νεότερους ερευνητές συμπεριφορές. Μεταξύ αυτών και το γεγονός ότι από τα σχολικά βιβλία απουσίαζε για δεκαετίες οποιαδήποτε αναφορά στα τραγικά γεγονότα, ενώ αντιθέτως υπήρχαν κολακευτικές επισημάνσεις για το τουρκικό εθνικιστικό κίνημα και την πολιτική του.

Η πολιτική του ελληνικού κράτους αποσκοπούσε οριστικά στην πλήρη ιδεολογική αφομοίωση των προσφύγων του ’22 και στην απεμπόληση των ιδιαίτερων ιστορικών εμπειριών τους. Η στάση αυτή επιβλήθηκε και στον χώρο της νεοελληνικής ιδεολογίας αλλά και της επίσημης και ανεπίσημης ιστοριογραφίας. Η ιστορία των προσφύγων, όσον αφορά τις πολιτικές ερμηνείες, θα είναι μια απαγορευμένη ιστορία μέχρι και τη δεκαετία του ’80. Την ίδια μοίρα θα έχουν και οι πολυάνθρωπες ελληνικές κοινότητες του Εύξεινου Πόντου, που διασώθηκαν στα σοβιετικά παράλια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ακόμη και σε ιστοριογραφικό επίπεδο, θα αποτελούν μια από τις λιγότερο μελετημένες ομάδες μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80.

Στην ουσία, δεν επιτράπηκε στους πρόσφυγες να επαναδιαπραγματευτούν τη συλλογική ιστορική αφήγηση στο κοινό έθνος-κράτος, ώστε να συμμετάσχουν και αυτοί στο εθνικό αφήγημα. Αυτή η άρνηση είχε ορισμένα ανελαστικά χαρακτηριστικά και πήρε ιδιαίτερα έντονες μορφές, οι οποίες δεν συνάδουν με τον έως τότε παραδοσιακό τρόπο διαμόρφωσης της συλλογικής εικόνας.

Η άρνηση και η απόρριψη της προσφυγικής ιστορικής εμπειρίας θα ενσωματωθεί στο ελλαδικό συλλογικό υποσυνείδητο και θα επιστρέψει επιθετικά στο προσκήνιο μετά τη δεκαετία του ’80. Τότε οι προσφυγικές οργανώσεις θα βασιστούν στις σύγχρονες δικονομικές κατακτήσεις και στην ευαισθησία για τα δικαιώματα των λαών και θα διατυπώσουν έναν πολιτικό διεκδικητικό λόγο – για πρώτη φορά μετά το ’22 – διεκδικώντας την ένταξη των ιστορικών γεγονότων και της δικής τους εμπειρίας στο εθνικό αφήγημα. 

Σημαντικό βήμα για την ενσωμάτωση των μικρασιατικών γεγονότων στην εθνική μνήμη έγινε το 1992 από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος με την αγιοποίηση του μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου, με βασικό κριτήριο τη δολοφονία του από τους κεμαλικούς.

Η συνέχεια δόθηκε το 1993 με μια επίσημη ανακοίνωση του τότε υφυπουργού Εξωτερικών για τη μνήμη των θυμάτων της γενοκτονίας στον Πόντο. Ακολούθως, η Βουλή αναγνώρισε ομοφώνως τη γενοκτονία των Ελλήνων στον μικρασιατικό χώρο και θέσπισε δύο επίσημες εθνικές επετείους. Με την απόφαση του 1994 αναγνωρίστηκε η γενοκτονία στον μικρασιατικό Πόντο και ορίστηκε ως ημέρα μνήμης η 19η Μαΐου – ημέρα κατά την οποία, το 1919, ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα για να αρχίσει την εκστρατεία του κατά του ελληνικού στρατού, που είχε ήδη αποβιβαστεί στη Σμύρνη. Το 1998 η Βουλή αναγνώρισε τη γενοκτονία στο σύνολο του μικρασιατικού εδάφους. Όρισε ως ημέρα εθνικής μνήμης τη 14η Σεπτεμβρίου – ημέρα κατά την οποία τα κεμαλικά στρατεύματα πυρπόλησαν τη Σμύρνη, το 1922.

Η διαδικασία αυτή συμβόλιζε τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ των προσφυγικών πληθυσμών και του κράτους, και υπήρξε απόρροια των δυνατοτήτων που πρόσφερε η εποχή της κοινωνίας των πολιτών. Η γεφύρωση αυτή, όμως, δεν οδήγησε σε μια βαθύτερη προσπάθεια αυτογνωσίας και διαμόρφωσης ενός ερμηνευτικού σχήματος που θα ενσωματωνόταν στο εθνικό αφήγημα και θα αναπαραγόταν μέσα από τις εκπαιδευτικές διαδικασίες. Και αυτή η διαπίστωση αφορά τόσο τις κυρίαρχες δυνάμεις του πολιτικού συστήματος όσο και τους φορείς της επίσημης ιστοριογραφίας. Ζητήματα όπως η πολιτική του τουρκικού εθνικισμού στην Ανατολή και οι γενοκτονίες των χριστιανικών λαών, καθώς και οι σταλινικές διώξεις, δεν θα απασχολήσουν ούτε κατ’ ελάχιστον τους κυρίαρχους ελλαδικούς ιστοριογραφικούς προσανατολισμούς. Η αναγνώριση του γεγονότος ότι διαπράχθηκε γενοκτονία κατά των ελληνικών πληθυσμών στην Ανατολή από τον καθ’ ύλην αρμόδιο διεθνή ακαδημαϊκό οργανισμό, την International Association of Genocide Scholars (IAGS), ή η παραδοχή του ιστορικού αυτού γεγονότος από σημαντικούς Τούρκους ιστορικούς, ελάχιστα άλλαξε τα παραδοσιακά αρνητικά στερεότυπα της ιστοριογραφίας μας.

Γι’ αυτό είναι σημαντικό να κατατίθενται στον δημόσιο χώρο μελέτες που αποσκοπούν να διασαφηνίσουν ακόμη περισσότερο σκοτεινές πλευρές εκείνου του απωθημένου παρελθόντος.

Μικρά Ασία  
Ένας οδυνηρός μετασχηματισμός (1908-1923)
Εκδόσεις Παπαδόπουλος

image

Λίγα λόγια για το βιβλίο 

Τα γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διαδικασία μετασχηματισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας την περίοδο 1908-1923 προκαλούσαν πάντα μια αμφιθυμία. Η υποβάθμιση της σημασίας τους, η απόκρυψη του αριθμού των θυμάτων, η απενοχοποίηση του τουρκικού εθνικισμού, ακόμη και η αιτιολόγηση της γενοκτονίας των μη μουσουλμανικών πληθυσμών, υπήρξαν κοινός τόπος στη μετά το ’22 Ελλάδα. Ο ελληνισμός της Ανατολής και η καταστροφή του δεν αποτέλεσαν μέρος των νεοελληνικών επιστημονικών προτεραιοτήτων. Έτσι, εκτός από τα γεγονότα στην Ανατολή και άλλα φαινόμενα που σχετίζονταν με τον εξωελλαδικό ελληνισμό, όπως η Διασπορά, οι Έλληνες στη Σοβιετική Ένωση κ.ά. τέθηκαν στο περιθώριο του νεοελληνικού ενδιαφέροντος.

Το βιβλίο περιγράφει όλα τα γνωστά και κυρίως άγνωστα γεγονότα εκείνης της περιόδου και χωρίζεται σε πέντε επιμέρους θεματικές ενότητες, οι οποίες διατηρούν την αυτοτέλειά τους, διευκολύνοντας έτσι τον αναγνώστη. Οι ενότητες είναι: το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου έγινε ο μετασχηματισμός και κορυφώθηκε με τη Μικρασιατική Καταστροφή, τα ιστορικά γεγονότα που εκκινούν με τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την εκστρατεία της Καλλίπολης, οι ευθύνες όλων των πολιτικών δυνάμεων εκείνης της εποχής, το Προσφυγικό Ζήτημα και τέλος, οι σύγχρονες ιδεολογικές συγκρούσεις για την ιστορική μνήμη και οι προσπάθειες αναθεώρησης της ιστορίας όπως αποτυπώθηκαν τόσο με την ακύρωση της Δίκης των Έξι, όσο και με το φαινόμενο της άρνησης της Γενοκτονίας. 

Ο συγγραφέας

image

Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Βασικές του σπουδές είναι τα μαθηματικά και οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές (Φυσικομαθηματική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών). Έχει τιμηθεί με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για τη συγγραφή της Ιστορίας της ελληνικής διασποράς στα βορειοανατολικά παράλια του Εύξεινου Πόντου. Έχει εκδώσει και επιμεληθεί 15 βιβλία. Έχει δημοσιεύσει αρκετά άρθρα για τα θέματα που τον ενδιαφέρουν. Από το 1987 αρθρογραφεί σε εφημερίδες (Η Καθημερινή, Ελευθεροτυπία κ.ά.) και περιοδικά. Υπήρξε επιστημονικός σύμβουλος σε ντοκιμαντέρ της ελληνικής τηλεόρασης, συμμετείχε σε επιστημονικά συνέδρια και έχει δώσει διαλέξεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.