Λευκάδιος Χερν και Πιερ Λοτί: Δύο «δραπέτες» του δυτικού πολιτισμού, μελαγχολικά παράξενες, ρομαντικές ανθρώπινες φύσεις, σημαντικοί συγγραφείς. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι να ανιχνεύσει την παραλληλία του βίου και των εμπειριών των δύο λογοτεχνών, του Λευκάδιου Χερν και του Πιερ Λοτί.

Ads

Να ανασκάψει την ουσία και την «ποιητική» του έργου τους καθώς επίσης και το βλέμμα με το οποίο θεώνται τον κόσμο. Να δημιουργήσει, τέλος, μιαν εγγύτητα του αναγνώστη με τον ψυχισμό δύο ξεχωριστών δημιουργών, των οποίων η περιπέτεια της ζωής γίνεται το αξιοθαύμαστο περιεχόμενο μιας εξωτικής μυθιστορίας, που απευθύνεται σε όλους μας, ως υλικό ανθρωπογνωσίας και διαπολιτισμικής ανθρωπιάς.

Η Παρασκευή Κοψιδά – Βρεττού γεννήθηκε στη Λευκάδα. Απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών (1993), με βαθμό άριστα. Υπηρέτησε ως φιλόλογος και από το 2003 ως Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων στο νομό Λευκάδας.

image

Ads

Σημαντική είναι η συμβολή της στην κοινωνική έρευνα, την παιδαγωγική και τη φιλολογική επιστήμη. Έχει λάβει μέρος σε διεθνή και πανελλήνια συνέδρια. Μελέτες, άρθρα και βιβλιοκρισίες της έχουν δημοσιευτεί σε επιστημονικά περιοδικά, πρακτικά συνεδρίων, επιστημονικές επετηρίδες και στον Τύπο. Είναι Πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Λευκάδας και μέλος διαφόρων επιστημονικών εταιριών και φορέων. Έχει εκδώσει πολλά βιβλία φιλολογικού, παιδαγωγικού και λαογραφικού περιεχομένου και δύο ποιητικές συλλογές. Το δοκίμιο Λευκάδιος Χερν και Πιερ Λοτί: Συνάντηση στη μαγική μελαγχολία της απόδρασης είναι το ενδέκατο βιβλίο της.

Σε πρώτο πρόσωπο για το δοκίμιο «Λευκάδιος Χερν και Πιερ Λοτί»

Η εργασία μου αυτή με τίτλο: Λευκάδιος Χερν – Πιερ Λοτί: Συνάντηση στη μαγική μελαγχολία της απόδρασης, που το Vakxikon συμπεριέλαβε στις αξιόλογες εκδόσεις του, αποτελεί μια συνέχεια της μακράς ενασχόλησής μου με τον Ελληνοϊρλανδό συγγραφέα και εθνικό συγγραφέα της Ιαπωνίας Λευκάδιο Χερν. Όπως είναι γνωστό, ο Λευκάδιος Χερν (ή Γιάκουμο Κοϊζούμι στα ιαπωνικά), γεννήθηκε στη Λευκάδα, το 1850, στα χρόνια της Αγγλικής Προστασίας, από τον γάμο του Ιρλανδού στρατιωτικού γιατρού Καρόλου Χερν με την όμορφη Κυθηριώτισσα Ρόζα Αντωνίου Κασιμάτη. Το πρώτο μου βιβλίο με τίτλο: Λευκάδιος Χερν: Η λαογραφία της στοργής. Σμιλεύοντας το αρχέτυπο της μάνας (Α’ εκδ. Πνευματικό Κέντρο Δήμου Λευκάδας, 2004, Β’ έκδ. Fagotto Books, 2010), ήταν η αναζήτηση του μητρικού μορφοείδωλου στα προσωπικά κείμενα και στο λογοτεχνικό έργο του Λευκάδιου Χερν. Μια έρευνα στη λαογραφία του πόνου και της θυσίας, τραυματικό βίωμα της πολυτάραχης ζωής του και υπαρξιακή ανασκαφή στα άδυτα της ψυχής του, καθώς πορεύεται μέσα στους λαϊκούς μύθους και καταγράφει τον αγώνα του ανθρώπου να βρει το νόημα της ύπαρξης στην ομορφιά και την αθωότητα.  Τότε που γράφηκε το βιβλίο ήταν οι απαρχές της γνωριμίας του ελληνικού κοινού με τον σημαντικό συγγραφέα, κι ακόμα σήμερα η ελληνική βιβλιογραφία είναι πολύ πενιχρή για μιαν εντελέστερη γνώση γύρω από τη ζωή και το έργο του. Εδώ θα πρέπει να αναφέρω τη σημαντική Ιαπωνολόγο Κλαίρη Παπαπαύλου, που έφυγε πρόσφατα, η οποία καταπιάστηκε με θέματα του ιαπωνικού πολιτισμού και της ιαπωνικής τέχνης και ενέταξε στις μελέτες της και τον Λευκάδιο Χερν, προσπαθώντας σε συνεργασία με την ιαπωνική πρεσβεία να τον καταστήσει γνωστό στον κόσμο. 

Ο Λευκάδιος Χερν είναι μια συναρπαστική προσωπικότητα που η ίδια η περιπέτεια της προσωπικής του ζωής και οι τραγικές της περιπλοκές, αλλά και μια ανήσυχη, ανικανοποίητη φύση, τον τοποθετούν στο επίκεντρο της φιλοσοφίας της ρομαντικής απόδρασης: από πού; Από τον πολιτισμό της Δύσης, και τη βαρβαρότητα με την οποία περιέβαλε κάθε τι το διαφορετικό, το αλλότριο. Προς τα πού; Προς μιαν άλλη ανθρωπότητα, ανέγγιχτη από τα δυτικά πρότυπα, που διατηρούσε την αγνότητα και την αυθεντική φύση του ανθρώπινου. Με τις οδυνηρές εμπειρίες του ανέστιου και του πλάνητα, από την Ευρώπη στην Αμερική, κι από κει στην Ιαπωνία όπου και θα απεκδυθεί την ταυτότητα της δυτικής αιχμαλωσίας του για να προλάβει, μόλις, στην εποχή του Μεϊτζί, τη μετάβασή της από την αυστηρότητα των αξιών των σαμουράι και της παράδοσης, σ’έναν εκδυτικισμό της χώρας που άρχιζε να γίνετα-τέλη του 19ου αιώνα, ο πολιτικός και πολιτισμικός της προσανατολισμός. Ενδιάμεσος σταθμός της εξωτικής του αναζήτησης ήταν η Νέα Ορλεάνη, γαλλική αποικία, και η μαγική Μαρτινίκα, όπου και θα αφουγκραστεί την πνοή παράξενων λαϊκών πολιτισμών και ανθρώπων. 

Η σχέση του Χερν με τον Λοτί έχει αφετηρία της αυτό ακριβώς το εγγενές χαρακτηριστικό και των δύο. Την απόδραση. Ένα ευτοπικό ιδεώδες που θα τους οδηγεί –και κάτω από την επίδραση αντικειμενικών συνθηκών- σε μακρινές χώρες και άλλες τόσες μυθιστορηματικές περιπέτειες. Συνομήλικοι (γεννήθηκαν την ίδια χρονιά-1850), θα γνωριστούν ενήλικοι και θα διατηρήσουν για κάποια χρόνια αλληλογραφία. Η Ιαπωνία του Χερν, που του πρόσφερε μια σύζυγο και παιδιά, θα είναι και για τον Λοτί η χώρα μιας ερωτικής του περιπέτειας, με τη 18χρονη γκέισσα Okane – san, την οποία θα εγκαταλείψει καθώς η άστατη ερωτική ζωή του ναυτικού τον κάνει εραστή πολλών γυναικών σε λιμάνια και σταθμούς. Όμως μια χώρα  της Ανατολής, η Τουρκία, και στην περίπτωση του Λοτί,  έθρεψε τις εξωτικές φαντασιώσεις  και  πράυνε τις ανικανοποίητες αναζητήσεις του, αφού προηγουμένως πέρασε από τις Νότιες θάλασσες, στη Γαλλική Πολυνησία, στην Ταϊτή, στην Ινδοκίνα,  στο Βόρειο Βιετνάμ… Η Τουρκία υπήρξε για τον Λοτί ό,τι η Ιαπωνία για τον Χερν. Οι συμπτώσεις είναι πολλές…

Το βιβλίο αυτό ερευνά τις μεταξύ των δύο συγγραφέων συγγένειες. Αρχίζοντας από την πλευρά του Χερν, ο οποίος έκαμε γνωστή τη γαλλική λογοτεχνία στην Αμερική, μεταφράζοντας στην αγγλική γλώσσα αγαπημένους του συγγραφείς της γαλλικής λογοτεχνίας. Ανάμεσά τους ο Γκωτιέ, ο Φλωμπέρ, ο Κοππέ, ο Λεμαίτρ, ο Ντωντέ και προπάντων ο Λοτί, για τον οποίο θα δημοσιεύσει τον Σεπτέμβρη του 1883 το πρώτο του άρθρο με τίτλο: A new romantic. Άλλωστε ο Χερν τόσο στην πραγματική του ζωή όσο και στις μεταφραστικές του επιλογές, λειτουργεί επιλεκτικά αναζητώντας ανθρώπους και καταστάσεις που του μοιάζουν ή τον συγκινούν. Και έχει την τάση της ιδανίκευσης, πράγμα που συχνά προκαλεί τη διατάραξη αυτών των σχέσεων καθώς στην πορεία δεν ανταποκρίνονται στις εικόνες που ο ίδιος έχει δημιουργήσει και στα ευαίσθητα ψυχικά του αιτήματα.

Στο βιβλίο μου προσπάθησα να αναδείξω αφενός τη σχέση του Λευκάδιου Χερν με τη γαλλική κουλτούρα και τις μεταφραστικές του επιλογές όταν βρέθηκε δημοσιογράφος στο Σινσινάτι, την ιδιαίτερη προτίμησή του για το έργο του Πιερ Λοτί και αφετέρου τις παραλληλίες της σκέψης, του ψυχισμού και της ζωής τους. Επιπλέον προβάλλονται και οι δύο συγγραφείς ως οι ρομαντικοί εκπρόσωποι αμφισβήτησης μιας ευρωκεντρικής θεώρησης του πολιτισμού, που η αποικιοκρατία καλλιέργησε ως μύθευμα προκειμένου να στηρίξει την επεκτατική πολιτική της. Ο «οριενταλισμός» ήταν η ανακάλυψη μιας άλλης πραγματικότητας του «άγριου», που τη φωνή της γνωρίσαμε μέσα από τις ανθρωπολογικές και εθνογραφικές μελέτες , με κορυφαίο το έργο του Κλωντ Λεβύ Στρως και από μια άλλη οπτική το πολυσυζητημένο έργο του Έντουαρντ Σαϊντ. Προσπάθησα να διατηρήσω όμως την ποιητικότητα του περιβάλλοντος που κινήθηκαν οι δύο συγγραφείς και τον λυρισμό της γραφής τους, προέκταση – και έκφραση – της ομορφιάς που επίμονα και βασανιστικά αναζητούσαν.

Η επιρροή της ελληνικής κρίσης…

Η «κρίση» – μια εμπειρία μέσα την οποία όλοι πλέον συστεγαζόμαστε επηρέασε προπάντων τη ζωή μου – τη ζωή μας, και τις βεβαιότητες που η γενιά μας είχε οικοδομήσει. Ήταν η βίαιη λύση μιας συνέχειας θετικών προσδοκιών-αν και μια αίσθηση παρακμής είχε αρχίσει προ πολλού να δίνει τη συμπτωματολογία της. Η προσωπική μου βέβαια στάση απέναντι στη ζωή – και στη γραφή – κινούνταν πάντα από την κοινωνία και τις ολότητες προς το άτομο και τις προσωπικές ενδοσκοπήσεις. Αυτό που όλοι κατανοούμε ως ελληνική κρίση, σαφώς και σημαδεύει το έργο μου, την ποίησή μου ιδιαίτερα, στην οποία αναζητά και βρίσκει καταφύγιο η «ένοπλη» λέξη, που μετατρέπεται σε δοκιμή αυτογνωσίας  και αίτημα κοινωνικής αναγέννησης. Η πρόσφατη ποιητική μου συλλογή «Όλα καλά αξιότιμοι κύριοι» (εκδ. Μελάνι 2016), δεν είναι απλώς μια ποιητική σπουδή πάνω στην κρίση και στην εικονοποιϊα της, αλλά πολύ περισσότερο μια οραματική επανένταξη του ατόμου σ’ ένα γνήσιο πλαίσιο αξιών, πέρα από την τοξικότητα και την επιθετικότητα του σύγχρονου «πολιτισμού» μας. Είναι μια πράξη εντιμότητας σε εποχές που αναιδώς τη στερούνται. Τι μένει να κάνουν οι ποιητές; ρωτήθηκε ο Ιταλός ποιητής Ουμπέρτο Σάμπα. – Να κάνουν τίμια ποίηση, απάντησε. 

Πάντως η κρίση, χωρίς να την απενοχοποιούμε, έδωσε – σε όποιους έδωσε – το μέτρο της άλλης, μικρής ματιάς, την όραση ωραίων, μικρών  πραγμάτων, με τα οποία η ανθρώπινη ευαισθησία  κατασκευάζει απρόσμενα την ποίησή της, έστω και μέσα στη δραματικότητά της. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα γλαστράκια του χρόνιου άστεγου στο πεζοδρόμιο της Σόλωνος, που κοσμούσαν το έχει του, η πιο ζωντανή φωνή  δραματικών αντιθέσεων και η κατίσχυση της ομορφιάς-που φωνάζει άστεγη  για το δίκιο της.

Η σχέση με τη λογοτεχνία 

Πρώτα ως αναγνώστρια της λογοτεχνίας. Νομίζω πως η γενιά μου είχε με τη λογοτεχνία μια σχέση προνομιακή. Μια μονοφωνική διαφυγή, που περνούσε μέσ’ από τα μεγάλα έπη της παγκόσμιας λογοτεχνικής γραφής και μας έδινε το μέτρο της γραφής. Η λογοτεχνία υπήρξε η ονειροπόλησή μας, υπήρξε το κάτοπτρο του κόσμου μέσα στο οποίο αναζητούσαμε τις αλήθειες και την απάτη του. Τους τρόπους να καταλάβουμε τους ανθρώπους και τις ευαισθησίες, να κατανοήσουμε τα πάθη και τις αγωνίες τους. 

Προσωπικά υπήρξα αναγνώστρια φανατική της λογοτεχνίας και εξελικτικά από τα παιδικά μέχρι τα φοιτητικά και μεταφοιτητικά χρόνια παρακολούθησα όλες τις μορφές έντεχνου λόγου, μυθιστόρημα, μικρή φόρμα, ποίηση, θέατρο. Κατά τη δεκαετία του ’70 και μετά είχα περάσει στο μοντερνισμό, και τα κινήματα του 20ού αιώνα, με τα οποία η σχέση μου ήταν πλέον και επαγγελματική. Με την έννοια ότι με απασχόλησαν σε δοκιμιακό επίπεδο δικών μου έργων, ζητήματα φιλολογικά που συνδέονται με τις ποικίλες εκφάνσεις της λογοτεχνικής γραφής. Παράδειγμα, το βιβλίο μου για τον Λαϊκό σουρεαλισμό  (εκδ. Fagotto books, 2007) – μια μελέτη περίπτωσης του Κόμη ντε Βαλαμόντε,  ποιητή, ζωγράφου και φιλόσοφου, ενός αντιήρωα της παραλογικής αφήγησης. 

Σήμερα, διαβάζω λογοτεχνία, παρακολουθώ την εκδοτική κίνηση αλλά όχι με την αυθόρμητη  χαρά του νέου αναγνώστη. Παρακολουθώ τη λογοτεχνία με επαγγελματικό ενδιαφέρον και σε σχέση με την εξελισσόμενη ραγδαία πραγματικότητα γύρω μας. Αισθάνομαι όμως ότι γράφοντας ζω τον κόσμο ποιητικά, είναι σαν μια αναγωγή, μια μεταμόρφωση σε οικεία εσωτερικά τοπία του ωραίου που μόνο μέσω της γραφής μπορείς να αναστήσεις αν υπάρχουν βασανιστικά μέσα σου. Και δεν υπάρχει τίποτε πιο βασανιστικό από την αντίθεση του ωραίου που φέρεις-αν φέρεις- ως αίτημα ζωής μέσα σου και την εξουθένωσή του στον πραγματικό κόσμο. Πάντως, όλη μου η διαδρομή στη γραφή (μελέτη, δοκίμιο, κριτική), και όχι μόνον η ποίηση, μετέχει στη λογοτεχνία, ως βιοθεωρία, ως ύφος, ως ενσυναίσθηση. 
 
Επόμενα συγγραφικά σχέδια

Υπάρχει ήδη στις εκδόσεις Βακχικόν μια ποιητική μου συλλογή που πρόκειται να κυκλοφορήσει μέχρι το τέλος της χρονιάς. Έχω επίσης υπό έκδοση ένα βιβλίο παιδαγωγικού περιεχομένου, με τίτλο: «Το παιδί και η φύση του. Προς μια ποιητική παιδαγωγική». Το τελευταίο είναι η «βιογραφία» θα έλεγα της εκπαιδευτικής μου διαδρομής, ο τρόπος με τον οποίο είδα το παιδί και οι παιδαγωγικές αρχές που εφάρμοσα, περνώντας μέσα από τη θεωρητική και εφαρμοσμένη γνώση της παιδαγωγικής επιστήμης και της διδακτικής. Αν και καμία σχέση δεν φαίνεται να έχει η ποιητική δημιουργία με ένα παιδαγωγικό σύγγραμμα ή με τη δοκιμιακή γραφή.  εντούτοις ο βαθύτερος πυρήνας όλης μου της συγγραφής, ενδεχομένως και της θεώρησης του κόσμου και του ανθρώπου, είναι ποιητικός. Με την έννοια της κατάφασης στη ζωή και στην ομορφιά της. Και στον αγώνα για την επιδίωξη του ωραίου, που δεν είναι απλώς αισθητική αλλά και δικαιοσύνη και σωφροσύνη και ηθική με την πλατωνική σημασία. Πιστεύω σ’ αυτόν τον αμετακίνητο στόχο της λογοτεχνίας, έστω κι αν σήμερα το άσχημο τείνει να κατισχύσει ως αυταξία-μια διατάραξη του ανθρώπινου ψυχισμού και της ανθρώπινης νόησης.