Η ποίηση καταφέρνει να μετατρέψει απλές λέξεις σε συναισθήματα και εικόνες. Σαν μελωδία εικόνων μπορεί να συγκινήσει, ως συγχορδία φθόγγων εκφράζει μία αλήθεια που συχνά αποφεύγουμε να παραδεχτούμε ή να κοιτάξουμε καν. Μερικές λέξεις καταφέρνουν ενώ μιλούν για κοινά βιώματα να επηρεάσουν τη συνείδηση του αναγνώστη/ακροατή. Αυτά ακριβώς τα μοναδικά χαρακτηριστικά της, αξιοποιεί και η Αγγελική Δημουλή στη νέα της συλλογή, «Tα ετερόφωτα» (Vakxikon.gr, 2015).

Ads

Χωρίς στοχαστική διάθεση ή πολιτική ρητορεία, αλλά με μόνα όπλα τις λέξεις και το συναίσθημα, η Δημουλή καθιστά τον αναγνώστη κοινωνό όσων γίνονται γύρω μας. Η ευαισθησία μετατρέπεται σε ήλιο που φωτίζει τους άτυχους πλάνητες/θύματα του ηλιακού/κοινωνικού συστήματος. Μιλά για τα «ετερόφωτα» Θύματα και πάθη μιας κοινωνίας που φωτίζονται από την ευαισθησία και την ποίηση· καταστάσεις που θα έμεναν στο σκοτάδι (ίσως και κατ’ επιλογή των «μοιραίων») αν δε φωτίζονταν από τη συμπάθεια και την ανάγκη παραμυθίας στις οποίες παρακινεί έμμεσα η ποιήτρια.

Και ποιος άραγε μπορεί να μείνει απαθής απέναντι σε τέτοιες καταστάσεις; Ποιος δύναται να αποστρέψει το βλέμμα από τις ναυαγισμένες εκατόμβες του Αιγαίου και τα ερείπια των ονείρων της εποχής μας; Ούτε καν ο συλλέκτης που κάθε νύχτα κρυφά λέξεις φτιάχνει από σάρκες πτωμάτων.

image

Ads

Η ποίησή της είναι «σκοτεινή», μελαγχολική και πένθιμη. Σε μια εποχή ειδησεογραφικών αγγελτηρίων θανάτων (αργοπορημένο) η ποίηση υποτάσσεται στο κοινωνικό πένθος και την ευαισθησία για τα θύματα των σύγχρονων πολέμων. Και η εποχή σήμερα με τόσα αγγελτήρια μοιάζει τόσο οικείο με εκείνη που κατέγραφαν ο Εγγονόπουλος κι ο Αναγνωστάκης.

Η ποιήτρια αναζητά το περιθώριο με την αυθεντικότητα του ανθρώπου που ζει δίπλα του. Γράφει για τους λησμονημένους, τους απάτριδες πέρα από φυλές και ατομικές καταστάσεις. Την συγκινεί ο πόνος των ανθρώπων. Η ποίησή της είναι σχεδόν ακτιβιστική, όπως οι ποιητές πρότυπά της και η ίδια η ζωή της. Ο πόλεμος και η μισαλλοδοξία (η επανάσταση του γιασεμιού) και η επακόλουθη προσφυγιά βασανίζουν την ποιητική της Δημουλή (μνήμη νόστου, Αμυγδαλέζα 2012, ελπίδα, Φαρμακονήσι, φιέστα, στρατιές από εφήβους και παιδιά μπήκαν στη Βάρκα), τη στιγμή που η οικονομική κρίση ακρωτηριάζει την ελληνική κοινωνία (έμμετρη Αθήνα, κέντρο, άσυλο, αργοπορημένο, ο συλλέκτης).

Η γραφή της διακρίνεται από τη λιτή έκφρασή της. Χωρίς λογοτεχνικά σχήματα, αλλά με ένα απέριττο αφηγηματικό ύφος ισορροπεί στο τεντωμένο σκοινί της προφορικότητας. Η εκφραστική απλότητα ενισχύει την παραστατικότητα του γεγονότος επικεντρώνοντας μόνο σε αυτό. Στον θρυμματισμένο και σύντομο στίχο της θεμελιώνει το στιχουργικό ρυθμό· τα κοφτά νοήματα επιτείνουν το συναίσθημα, τον πόνο για όσα βασανίζουν τους ανθρώπους.

Μέσα από την ποικιλία ποιητικών υποκειμένων όχι μόνο προσδίδει ζωντάνια θεατρική, αλλά και καθιστά τη δημιουργό και τον αναγνώστη αναπόσπαστο μέρος του ποιητικού κάδρου αναδύοντας έτσι την ουσιαστική σύνδεση του ατόμου με την κοινωνία. Κυρίαρχο γραμματικό πρόσωπο είναι το θεατρομονολογικό α’ ενικό γραμματικό πρόσωπο (κέντρο, η επανάσταση του γιασεμιού, ασυμβατότητες, γήρας, ο συλλέκτης) συνεπικουρούμενο από το ψευδοδιαλογικό β΄ ενικό (έμμετρη Αθήνα)· παράλληλα, το α’ πληθυντικό προσδίδει μία συλλογική διάσταση στο δράμα (μνήμη νόστου, ελπίδα, μνήμη, προσευχή, άσυλο, αργοπορημένο, στο ίδιο μέναμε πολλοί, άμμος – σώμα).

Η εικονοπλασία της είναι επιτηδευμένα χαλαρή. Χωρίς να δίνει στην εικαστική κάποια ιδιαίτερη έμφαση, την αφήνει να αναδυθεί ανεμπόδιστα μέσα από την αφήγηση· εντούτοις το ποιητικό της κάδρο είναι γεμάτο ανθρώπους, συνήθως «σκυθρωπούς». Οι χώροι της είναι εξωτερικοί και κατά βάση φωτεινοί δημιουργώντας μία αξιοζήλευτη ισορροπία με το πένθιμο περιεχόμενο και τη μελαγχολική διάθεση.

Σε όλες τις συνθέσεις της Δημουλή αναβιώνουν κοινωνικές παραστάσεις· με οδηγό το συναίσθημα εγκαταλείπει το καταγγελτικό ύφος. Η κοινωνική εικαστική όμως εμπλουτίζει και το μήνυμά της δίνοντάς του μία κοινωνική διάσταση ακόμα κι όταν μιλά για την ποίηση (άσυλο, ασυμβατότητες, ο συλλέκτης) και το θάνατο (μικρή προσευχή, αργοπορημένο) ή την ηλικία (γήρας) και τη μνήμη (στο ίδιο σπίτι μέναμε πολλοί, άμμος -σώμα).

Σε μια τέτοια σκοτεινή εποχή ως ετερόφωτα σώματα έχουμε ανάγκη από το φως της ευαισθησίας και της αλληλεγγύης. Και η ποίηση είναι το άστρο που δύναται να αφυπνίσει τις συνειδήσεις δίχως οξύνσεις ή καταγγελίες. Από αυτό το φως κλέβει ηλιαχτίδες και η Αγγελική Δημουλή προκειμένου να φωτίσει το περιθώριο που συχνά κρύβεται στην απάθεια.

To βιβλίο