Το μυθιστόρημα: « Η ζωή και τίποτ’ άλλο» είναι το πρώτο μου πεζό μέσα σε Τριάντα χρόνια  συγγραφικής δραστηριότητας που περιλαμβάνει  επτά  βιβλία Ποίησης. Ξεκινά το 1981 με τα «Τοπία κοριτσιών» και φτάνει ως το 2009 στην «Άδεια εξόδου»…”, ο ποιητής – συγγραφέας Λεωνίδας Κακάρογλου, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη για την δημιουργική εμπειρία -από την ιδέα μέχρι το τυπογραφείο- της συγγραφής του βιβλίου «Η ζωή και τίποτε άλλο» που πρόκειται να κυκλοφορήσει από της εκδόσεις Εστία.

Ads

 imageimage
“… Όμως είναι φυσικό  η ποίηση που κυριαρχεί  τόσα χρόνια στα γραφτά μου να θέλει να εισχωρήσει και στο πεζό.

Κι  έτσι ξεκίνησαν όλα. Ηθελα να γράψω ένα ποιητικό πεζό με μότο: «Η νοσταλγία είναι η χώρα του πουθενά » ή «Το υλικό των ονείρων είναι η υγρασία», στίχοι που προέρχονται από το βιβλίο μου «Σχεδόν γκρο πλαν» (1986).

Όσο και να προσπάθησα ήταν πολύ δύσκολο ως αδύνατο. Έτσι σκέφτηκα το ποιητικό στοιχείο να ενυπάρχει στην πλοκή και όχι στη γραφή. Το ρεαλιστικό να συνδιαλέγεται με το μαγικό και το φανταστικό.

Ads

Στην συνέχεια έπρεπε να βρεθεί και ο μύθος που θα εξυπηρετούσε ένα τέτοιο εγχείρημα.

Την αφορμή μου την έδωσε ένας άγγλος φίλος που είχε αγοράσει ένα σπίτι στο ενετικό λιμάνι της παλιάς πόλης. Όταν άρχιζε η καλοκαιρινή περίοδος μην αντέχοντας την φασαρία και το θόρυβο επέστρεφε μέχρι το φθινόπωρο στο Λονδίνο.
 
Ο θόρυβος θα ήταν το πρώτο στοιχείο της πλοκής  και η αντίδραση κάποιου μονίμου κατοίκου που καθημερινά υφίσταται τα πάνδεινα από έναν καταιγισμό ήχων. Ο μόνιμος κάτοικος έχει ιδιαιτερότητες όπως όλοι οι μοναχικοί ευαίσθητοι άνθρωποι και θέλει να πάρει εκδίκηση γι αυτή την ηχητική τρομοκρατία.

Από το σημείο αυτό η πλοκή αποκτά μια επίφαση αστυνομικής ιστορίας που όπως σε όλες αυτού του είδους ιστορίες υπάρχουν: ο ένοχος, ο νόμος, η γυναίκα, και η μνήμη που συνεχώς επανέρχεται.

Βέβαια σε μια ιστορία που μπερδεύονται ένας εισαγγελέας, ο d.j της ντισκοτέκ «Χρυσός Αιώνας», μιας φλαουτίστας, σολίστ της μικρής ορχήστρας της Χαιδελβέργης, ένας μνημοσκόπος, η τρομοκρατική οργάνωση: «Πολίτες ενάντια στην τουριστική μόλυνση» και οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας τα γεγονότα αποκτούν μια ιδιαιτερότητα αφού για το κάθε πρόσωπο της ιστορίας κάθε στιγμή του παρόντος αντιστοιχεί με μια ανάλογη στο παρελθόν.

Όσο έγραφα το  μυθιστόρημα οι άνθρωποι που συναντούσα καθημερινά ήταν υποψήφιοι για κάποιο «ρόλο» στην ιστορία. Η ζωή των άλλων γινόταν η πρώτη ύλη στο υπό διαμόρφωση μυθιστόρημα. Παράλληλα και η δική μου ζωή εισχωρούσε σ’ αυτή την ιστορία που όσο την προχωρούσα ταυτιζόμουν τόσο πολύ μαζί της έτσι που νόμιζα πως την έζησα.

Δεν ξέρω αν τελικά πέτυχα τον σκοπό μου να γράψω  ένα ποιητικό πεζό, όμως νομίζω πως «Η ζωή και τίποτ΄ άλλο » σαν εξορκισμός, σαν δέηση, σαν σύνθημα γραμμένο στους τοίχους, δεν είναι είναι παρά μια «κωμωδία παρεξηγήσεων», μα πιο πολύ μια ιστορία για το φως. Το φως που λούζει καθημερινά την πόλη και τους ανθρώπους της.”

 imageimage
 «Μια φορά με είχε ρωτήσει η Νίτσα. Τότε με τη βροχή. Που ‘χαμε κρυφτεί κάτω από τα δέντρα κι ύστερα μουσκεμένοι βρεθήκαμε στην παλιά αποθήκη και κάναμε έρωτα μέχρι το πρωί. Με ρώτησε, τώρα το θυμάμαι καλά:
Αλήθεια, μπορείς ν’αγαπήσεις, Βασίλη;
Δεν της είχα απαντήσει. Δεν ήξερα τι σημαίνει αγάπη. Ο έρωτας δεν είναι αγάπη. Η αγάπη είναι έρωτας. Δεν ήξερα. Βαριόμουν να σκεφτώ τόσο δύσκολα πράγματα. Το μόνο σίγουρο πως αγάπη είναι το φώς και ο αέρας της ζωής που όλα τα γεννάει. Τ’άλλα άστα να τα βρουν οι σοφοί και τα βιβλία τους.»
 

———————-
 
Ο Λεωνίδας Κακάρογλου γεννήθηκε το 1952 στα Χανιά. Σπούδασε Πολιτικός Μηχανικός στο Ε.Μ.Π. Έχει εκδώσει επτά ποιητικά βιβλία: «Τοπία Κοριτσιών» 1981, «Σχεδόν Γκρό Πλαν» (εκδόσεις Πλέθρον 1986), «Στο λευκό του βυθού»
(Εκδόσεις Πλέθρον 1989), «Η συνήθεια των ημερολογίων» (εκδόσεις Πλέθρον 1995),
«Μονάχα ο χρόνος ξέρει» (εκδόσεις Πλέθρον 2000), «Οι μέρες πριν τα χρόνια»
(Εκδόσεις Οδός Πανός 2007), «Άδεια εξόδου» (εκδόσεις Οδός Πανός 2009).

Ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά, έχουν παρουσιασθεί στο θέατρο και έχουν μελοποιηθεί από Έλληνες συνθέτες. Το «Η ζωή και τίποτ’ άλλο» είναι το πρώτο του μυθιστόρημα.