Είναι πράγματι δύσκολο να κατανοήσει κανείς την ανακοίνωση της περασμένης Παρασκευής  σχετικά με την κατάργηση του ΕΚΕΒΙ. Σε αυτή την απόφαση, η πανθομολογούμενη ανάγκη για μεταρρυθμίσεις, για εξορθολογισμό και αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα λειτουργεί ως κλισέ ικανό να αιτιολογεί κάθε είδους αυθαιρεσία και εν τέλει να πλήττει τη δημοκρατία. Οι αναφερόμενες παρατυπίες στη διοίκηση και η τοποθέτηση ακατάλληλων προσώπων για την επιλογή βιβλίων, τα οποία προορίζονταν για τα σχολεία, μπορούν να ελεγχθούν, να καταγγελθούν, να παραπεμφθούν στα όργανα, τα οποία είναι αρμόδια να τις κρίνουν. Κανείς δεν εμποδίζει – αντίθετα ο κοινωνικός λόγος απαιτεί – να αποδοθούν ευθύνες, να διασφαλιστεί η λογοδοσία και να αναδειχθούν ενδεχομένως τα στοιχεία ευνοιοκρατίας ή οι απόπειρες αποκλεισμών.
 

Ads

Η απόφαση για την κατάργηση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου όμως, δεν  φαίνεται να υπακούει στις επιταγές του εξορθολογισμού της δημόσιας διοίκησης. Αντίθετα, αναδεικνύει τα εμπόδια, στα οποία προσκρούουν οι ευκταίες, κατά τα άλλα, μεταρρυθμιστικές απόπειρες και το Υπουργείο Πολιτισμού αδυνατεί να αντιμετωπίσει. Με την αιφνίδια απόφαση για κατάργηση του ΕΚΕΒΙ διαψεύδεται κάθε ελπίδα για μακρόπνοη (μεταρρυθμιστική) πολιτική, ακυρώνεται η σημασία της πολυθρύλητης αξιολόγησης και επιβραβεύεται η αδιαφανής χρήση του δημόσιου χρήματος. Η κατάργηση ενός φορέα (χαμηλού προϋπολογισμού αλλά μακροπρόθεσμης αποτελεσματικότητας), ο οποίος άσκησε πολιτική, χωρίς να προηγηθεί αξιολόγηση, για να να αιτιολογηθεί η κάθε προτεινόμενη αλλαγή, πείθει για την περιορισμένη κατανόηση της σημασίας που μπορεί να έχει η κρατική πολιτική βιβλίου και ανάγνωσης.
 
 Από το 1994, το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, έχει ασκήσει πολιτική βιβλίου (κυρίως) και (λιγότερο) πολιτική ανάγνωσης. Οι διαφορετικές ηγεσίες του, στο μέτρο των εκάστοτε οικονομικών δυνατοτήτων, έκαναν επιλογές ανάλογες με τη δική τους τεκμηριωμένη (κάθε φορά) αντίληψη για την πολιτιστική πολιτική. Ειδικά στην πρώτη περίοδο, οι στόχοι, τα πεπραγμένα και ο προγραμματισμός παρουσιάζονταν σε δημόσιες εκδηλώσεις όπου δινόταν δυνατότητα για κριτική αποτίμηση και επαναπροσδιορισμό. Οι πολιτικές επιλογές, οι δράσεις και τα μέτρα του ΕΚΕΒΙ, διαμόρφωσαν τη συζήτηση, ανέδειξαν τους κόσμους του βιβλίου (εκδότες, συγγραφείς, μεταφραστές, διορθωτές, βιβλιοπώλες, τυπογράφους, αναγνώστες) σε συμμέτοχους ενός συνεχώς διευρυνόμενου διαλόγου για το βιβλίο. Η αγορά του βιβλίου προφανώς δεν εξαρτάται άμεσα από τις πολιτικές επιλογές ενός κρατικού φορέα. Όμως, η κοινωνική συναίνεση, η οποία εκφράζεται ή υλοποιείται μέσα από έναν κρατικό φορέα για το βιβλίο, εκτίθεται και δυνητικά διευρύνεται ή συρρικνώνεται. Η δημιουργία του ΕΚΕΒΙ το 1994, μπορεί να διαβαστεί σε ένα πλαίσιο όπου η συζήτηση για το βιβλίο συνδέεται με την προσπάθεια για διαμόρφωση συναίνεσης στα θέματα ευρύτερης πολιτιστικής πολιτικής. Οι συγκρούσεις, οι δυσαρέσκειες, οι διαφωνίες και οι πικρίες ήταν αναπόφευκτες σε αυτή τη διαδικασία. Επίσης : οι πολιτικές του ΕΚΕΒΙ δεν συγκροτούν μια ενιαία αντίληψη για την πολιτική βιβλίου και ανάγνωσης. Αυτό δεν είναι πρωτόγνωρο στα καθ’ ημάς, και στη συγκεκριμένη περίπτωση, με δεδομένα τα όρια του δημόσιου διαλόγου σε θέματα πολιτισμού, μπορεί κανείς να το αναλύσει και ως θετικό στοιχείο. Η προβολή της ελληνικής βιβλιοπαραγωγής στο εξωτερικό, η ενίσχυση του παιδικού και του εφηβικού βιβλίου, η ενίσχυση των επαγγελματιών, οι δράσεις για την ανάγνωση, οι έρευνες, η τεκμηρίωση και η πολύτιμη ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ προωθήθηκαν με διαφορετικούς ρυθμούς και με διαφορετικές μεταξύ τους αιτιολογήσεις. Το θετικό στοιχείο συνίσταται στη διαμόρφωση ενός συνεχώς διευρυνόμενου δημόσιου χώρου και του διαλόγου για την πολιτική βιβλίου.
 
Η διεύρυνση του δημόσιου χώρου είναι προϋπόθεση για τη διαμόρφωση της συναίνεσης και λειτουργεί ενισχυτικά για τη δημοκρατία. Οι περιρρέουσες (λιγότερο ή περισσότερο)  εθνοκεντρικές αντιλήψεις για τον ελληνικό λογοτεχνικό κανόνα, τα στερεότυπα των χαρισματικών και εμπνευσμένων δημιουργών, οι μύθοι για τις χρήσεις του βιβλίου, τα κλισέ περί των ευνοϊκών περιπτώσεων της “εξωσχολικής” ανάγνωσης στην ισορροπία των νέων, οι εθνοπρόβλητοι ειδικοί της λογοτεχνικής αξίας (που θα ήταν μοναδική, αδιαμφισβήτητη και περίπου θεόσταλτη), η (πολύπαθη) αναγνωσιμότητα (δηλαδή η αναγωστικότητα) αντιπαρατέθηκαν με την τεκμηρίωση, την έρευνα, τις δράσεις ενίσχυσης και εν πολλοίς συμπερίληψης. Σύγχρονα έργα ταξίδεψαν στο εξωτερικό, η Έκθεση Βιβλίου στη Θεσσαλονίκη έγινε σημείο συνάντησης των Ευρωπαίων εκδοτών και η συμμετοχή σε αυτή επιδίωξη των Ευρωπαίων συγγραφέων, η ελληνική βιβλιοπαραγωγή μπήκε στο χάρτη της ευρωπαϊκής.  Ίσως ορισμένες και ορισμένοι από μας να πιστεύουν ότι η συζήτηση έγινε με ανεπάρκεια, ότι επικράτησαν ακραίες απόψεις, ότι όσες και όσοι ενεπλάκησαν δεν είχαν εποπτεία των θεμάτων ή και ακόμη ότι τα κίνητρά τους ήταν ιδιοτελή, κομματικά, συντεχνιακά, αναπαράγοντας διάφορων ειδών κατεστημένα. Είναι ωστόσο σίγουρο ότι το ΕΚΕΒΙ, ως ανεξάρτητος (δημόσιος) και ευέλικτος θεσμός έδωσε τον τόνο σε πολλές περιστάσεις (ίσως όχι σε όσες όφειλε κατά τη γνώμη πολλών), κατέστησε όμως το διάλογο δυνατό, ανέδειξε την ανάγκη για συνεργασία, την απαίτηση για διεθνή επάρκεια, αλλά και τα όριά μας.
 
Η συζήτηση δεν τελείωσε, όπως δεν τελειώνει ποτέ η συζήτηση για το βιβλίο, τους κόσμους του  και τις χρήσεις του στις δημοκρατίες. Η αγορά του βιβλίου μπορεί να την συνεχίσει, αλλά δεν αρκεί για να την ενισχύσει. Οι κόσμοι του βιβλίου χρειάζονται ρύθμιση, πλαίσιο συνεργασίας, δημόσιο χώρο για ανταλλαγή και (γιατί όχι;) αντιπαράθεση. Τα διδάγματα από τη μέχρι τώρα πορεία του ΕΚΕΒΙ μπορούν να αποβούν εξαιρετικά χρήσιμα στην παρούσα φάση της κρίσης. Για να τα κατανοήσουμε όμως, χρειάζεται να αξιολογηθεί ψύχραιμα το  έργο του, να συμφωνήσουμε στη σημασία της κρατικής ρύθμισης στους κόσμους του βιβλίου, να συναινέσουμε στην επίπονη και μακροχρόνια προσπάθεια για να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί η ελληνική πολιτιστική πολιτική στο πλαίσιο της συνεχώς μεταβαλλόμενης Ευρώπης. Η ελληνική συνεισφορά στην παραγωγή της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας συνοψίζεται στις μοναχικές και εργώδεις προσπάθειες των καλλιτεχνών. Οι ελληνικοί κόσμοι του βιβλίου (μέρος των οποίων συμμετέχουν στη σύγχρονη πολιτιστική και καλλιτεχνική  παραγωγή)  διαθέτουν πια τεκμηρίωση και ορατότητα, χάρη στις πολιτικές του ΕΚΕΒΙ. Η αξιολόγηση αυτών των πολιτικών μπορεί να οδηγήσει σε διατύπωση ενός μεταρρυθμιστικού σχεδίου για τους κόσμους του βιβλίου και τη θέση τους στη σύγχρονη πολιτιστική πολιτική.
 
Οι κόσμοι του βιβλίου εγγυώνται και διευρύνουν τη δημοκρατία με τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας των κρατικών δαπανών, τη διατύπωση ευφάνταστων ιδεών για αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, το συνεχή διάλογο με τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες, την απρόσκοπτη επαφή τους με τα κείμενα, την καινοτομία που επιτρέπουν οι αναγνωστικές κοινωνικότητες, τη διασφάλιση της σχέσης με την ετερότητα, η οποία μπορεί να πραγματώνεται με την ένταξη της ανάγνωσης στην καθημερινότητα. Η δυνατότητα για μακροπρόθεσμη δέσμευση και αποτελεσματική υλοποίηση κάθε μεταρρυθμιστικού προτάγματος μπορεί να προκύψει από τους κόσμους του βιβλίου, από τους κόσμους της ανοικτότητας και της καινοτομίας.
Το ΕΚΕΒΙ είναι θεσμός, ο οποίος  λειτουργεί μακροπρόθεσμα και ίσως αυτή η διάσταση της πολιτιστικής πολιτικής διαφεύγει στον κ. Τζαβάρα. Ίσως ακόμη και να του διαφεύγει η σύνδεση της ανάγνωσης με τη δημοκρατία. 

Η κ. Μαίρη Λεοντσίνη είναι πανεπιστημιακός