Οι ερωτικές σχέσεις κατά τη διάρκεια της εφηβείας ήταν ανέκαθεν ζήτημα ταμπού, όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς. Έτσι, η εργασία της ψυχολόγου- ψυχοθεραπεύτριας Έφης Αλεβίζου καλύπτει ένα πολύ μεγάλο επιστημονικό κενό και ταυτόχρονα προκαλεί το μεγάλο ενδιαφέρον του κοινού, για προφανείς λόγους.

Ads

Η κα Αλεβίζου- με σπουδές στην Αναπτυξιακή Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο Waterllo του Καναδά (Μaster) και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (PhD)- με βάση τις εμπειρίες της από το χώρο της συστηματικής ψυχοθεραπείας, από τη διδασκαλία της σε σχολεία για την σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, αλλά και από σχετικά σεμινάρια με γονείς και ζευγάρια, κάνει, όπως η ίδια σημειώνει στην εισαγωγή της, “μια αρχική απόπειρα αποτύπωσης των αναπτυξιακών προτύπων τα οποία διέπουν τις ερωτικές εμπειρίες Ελλήνων εφήβων και των δύο φύλλων, που διανύουν την πρώτη, μέση και όψιμη φάση της εφηβείας”.

Η εφηβική ερωτική εμπειρία και η σεξουαλικότητα- που είναι δύο διαφορετικά σχετικώς ζητήματα- είναι ένας πρόσφατος προβληματισμός. Συμπληρώνει τη μεγάλη έκρηξη που σημειώθηκε σε δύο επίπεδα κατά τον 20ο αιώνα- ένα θεωρητικό και ένα κοινωνικό: την ψυχανάλυση και την σεξουαλική επανάσταση των νέων. Οι κοινωνικές και πνευματικές εκρήξεις που προήλθαν από τις τεράστιες αλλαγές στη ζωή των μεγαλουπόλεων, που προκάλεσε η τεχνολογική επανάσταση και η μαζική παραγωγή εμπορευμάτων, καθόρισαν έκτοτε τη ζωή του δυτικού κόσμου συνολικά.

Έτσι, ένα νέο κοινωνικό στρώμα μπήκε ορμητικά στο προσκήνιο της ιστορίας, που μέχρι τα μέσα σχεδόν του 20ου αιώνα ήταν στη σκιά: η νεότητα. Και έθεσε τα δικά του ερωτήματα, που ήταν σχεδόν πρωτόγνωρα, αλλά και αυτόνομα. Στο πλαίσιο αυτό, η αναζήτηση ερωτικών προτύπων είναι λογικό να φτάνει στην εφηβική ηλικία, καθώς οι ερωτικές συμπεριφορές και νοοτροπίες προσδιορίζουν τις σταθερές τους από την εφηβική ηλικία.

Ads

Αυτό εμπειρικά το γνωρίζουμε όλοι, καθώς είναι σαφές πως οι ερωτικές συμπεριφορές, τα ερωτικά πρότυπα, μετασχηματίζονται από γενιά σε γενιά, και εξαιτίας του γεγονότος ότι είναι ριζικά διαφορετικές οι σχετικές εμπειρίες κατά την εφηβική ηλικία, πριν και μετά τη μεγάλη επαναστατική έκρηξη που σημειώθηκε από τα μέσα του 20ου αιλωνα και μετά. Άλλο ερωτικό πρότυπο έχει κάποιος που μεγάλωσε σε μια ελληνική επαρχιακή πόλη στη δεκαετία του 50 και εντελώς άλλο αυτός που μεγαλώνει στη σημερινή Αθήνα.

Ωστόσο, αυτό που εμπειρικά μπορεί να διατυπωθεί ως αρχική αίσθηση δεν οδηγεί αυτόματα σε αναλυτική προσέγγιση του ζητήματος, με τέτοιο τρόπο που να μεταφερόμαστε από τους περιορισμούς του ιστορικού χρόνου, σε ένα επιστημονικό μοντέλο ερωτικής συμπεριφοράς κατά την εφηβική ηλικία. Η Αλεβίζου κάνει ακριβώς αυτό: μας δίνει τις παραμέτρους αυτής της συμπεριφοράς, ώστε να μας διευκολύνει να αντιληφθούμε τη διαδικασία κατασκευής της και τις ορίζουσές της. Για το σκοπό αυτό, αφού κάνει μια ιστορική αναδρομή της μελέτης των ερωτικών εφηβικών σχέσεων, περνά σε ζητήματα ορισμού: τι ορίζουμε ως εφηβική ερωτική σχέση, ποια είναι τα χαρακτηριστικά της, τα θεωρητικά ζητήματα που προκύπτουν.

Εν συνεχεία, αφού μας δώσει ορισμένα θεωρητικά επιτημονικά παραδείγματα, πραγματεύται το ρόλο των σχέσεων μεταξύ των συνομηλίκων (12-17 ετών), την ερωτική εμπλοκή στη φάση της μύησης (12-14 ετών), στη φάση του “γοήτρου” ή της δημιουργίας ¨ερωτικών σχέσεων εγγύτητας” (15 ετών), στη φάση των ερωτικών σχέσεων οικειότητας (17 ετών) και εν συνεχεία πραγματεύεται το κεντρικό ζήτημα της επιλογής συντρόφου, το περιεχόμενο αυτής της σχέσης και τις γνωστικές και συναισθηματικές διαδικασίες κατά τη διάρκειά της.

Χρησιμοποιούνται στην ανάλυση της Αλεβίζου τόσο θεωρητικά μοντέλα, όσο και ερευνητικά συμπεράσματα, που χρησιμοποιούν ποικίλες μεθόδους- ατομικές συνεντεύξεις κατά κύριο λόγο. Ένα από τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης είναι πως οι έφηβοι “προσδίδουν στους ρομαντικούς τους δεσμούς μεγαλύτερη οικειότητα και συναισθηματικό βάθος μέσω λειτουργιών αμοιβαίας αυτοαποκάλυψης, υποστήριξης και φροντίδας”.
Το συμπέρασμα αυτό μας διευκολύνει να αντιληφθούμε τις εντελώς διάφορες ερωτικές συμπεριφορές των σημερινών εφήβων, σε σχέση με την εφηβία στα χρόνια του 20ου αιώνα. Η σεξουαλικότητα σήμερα συμβαδίζει με μια συναισθηματική προσέγγιση των δύο φύλων, πράγμα εντελώς ξένο με τα ερωτικά πρότυπα της προ-τεχνολογικής εποχής, όπου, ακόμη και σε μακροχρόνιες ερωτικές σχέσεις, οι συναισθηματικές και ψυχικές, αποστάσεις ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα ήταν πραγματικά τεράστιες- τα δύο φύλα εξακολουθούσαν να είναι διαφορετικά ακόμη και μέσα στο ερωτικό πάθος.

Σήμερα, όπως φαίνεται από την πραγματικά σημαντική μελέτη της Εφης Αλεβίζου, τα ερωτικά πρότυπα είναι ριζικά διαφορετικά και κυρίως τα εφηβικά ερωτικά πρότυπα που προσδιορίζουν εν πολλοίς και την κατοπινή ζωή, έχουν τροποποιηθεί.

Νομίζω, πως από τη μελέτη αυτή μπορούμε ευκολότερα να κατανοήσουμε εντελώς σημερινά κοινωνικά ζητήματα, όπως είναι η ανατροπή των ανδρικών και θηλυκών ερωτικών προτύπων, που στηρίζονταν πάνω στην εμφανή διαφορετικότητα ανάμεσά τους. Αυτή η ανατροπή φέρνει μαζί της και νέα προβλήματα φυσικά, καθώς προκαλεί συναισθηματικές συγχίσεις και δυσκολία αναζήτησης ρόλου μέσα στις ερωτικές σχέσεις.
Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα άρτιο επιστημονικά και πολύ ενδιαφέρον ταυτόχρονα έργο, που απαντά τόσο σε θεωρητικά όσο- κυρίως- σε πρακτικά ερωτήματα που σχετίζονται με το ερωτικό ζήτημα. Το κορυφαίο ανέκαθεν ζήτημα.