Με την αγωνία από τις πρώτες κιόλας σελίδες για το πώς θα διαχειριστεί ο διάσημος μετεωρολόγος Μάριος Τσόχος τις φοβερές ειδήσεις για τον βιαστή πατέρα του, υφαίνεται η καταιγιστική πλοκή της νέας νουβέλας του Χιώτη συγγραφέα, ερευνητή και φυσικού καλλιεργητή, Γιάννη Μακριδάκη, «Ενάμισι δευτερόλεπτο φως», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας.

Ads

Ο δημοφιλέστερος μετεωρολόγος της χώρας καταφτάνει στο νησί, αψηφώντας την πατρική κατάρα να μην ξαναγυρίσει στη γενέτειρά του, από την οποία εκδιώχθηκε όταν ήταν έφηβος μέσα σε τραυματικές συνθήκες, ανύποπτος και παρακινημένος από την ελπίδα για έναν –τελικά- μάταιο έρωτα, κι αφού ακούσει τα φρικτά μαντάτα στο πρώτο καφενείο που κάθεται, φεύγει για τον φάρο του Κάβου Γέρακα που ζούσε στα παιδικά του χρόνια με τον αρχιφαροφύλακα πατέρα, τη μάνα και την αδελφή του.

Ο «γιος του τέρατος», όπως αντιλήφθηκε να τον στιγματίζουν οι θαμώνες του μαγαζιού, δεν είχε ιδέα μέχρι εκείνη τη στιγμή, για τα έργα, τις ημέρες και κυρίως τις νύχτες του «τέρατος». Σχεδόν παραπατώντας, θα φτάσει μετά από 32 χρόνια, στον τόπο του εγκλήματος, που μόλις πριν λίγο του είπαν, ότι ο βιαστής Τσοχοσπύρος εκβιάζοντας δύο νέους φαροφύλακες, τους εξανάγκαζε επί χρόνια σε ανομολόγητες σεξουαλικές πράξεις.

Ο Χιώτης συγγραφέας ρίχνει φως στο σκοτάδι της σεξουαλικής βίας και των ανείπωτων επιπτώσεών της, όχι μόνο στους θύτες και στα θύματα, αλλά και στους συγγενείς των θυτών που ενώ δεν έχουν καμία ευθύνη φέρουν ασήκωτο βάρος, όπως και στους σιωπηλούς μάρτυρες που βλέπουν από μακριά χωρίς ν’ αντέχουν πραγματικά να κοιτάξουν. Γιατί, πώς να μπορέσουν οι άνθρωποι να κοιτάξουν την ασχήμια, αφού δεν μπορούν να κοιτάξουν την ομορφιά; Πώς να κοιτάξουν το φως, αφού δεν μπορούν να δουν το σκοτάδι;

Ads

«Οι αναλαμπές του φάρου, στα έγκατα του οποίου περνάει μια κρίσιμη νύχτα, φωτίζουν διακεκομμένα την έως τώρα ύπαρξή του και τον αναγεννούν.
Πόσο σκοτάδι έσβησαν πόσες αναλαμπές»

Όλα πια έρχονται στο φως, κι έξω από τον φάρο κάθε μέρα θα «σχεδιάζεται» από την ίδια τη φύση, ένα διαφορετικό ζωντανό έργο τέχνης, που κανένας μετεωρολόγος δεν θα μπορέσει να αποδώσει μέσα από χάρτες, κινούμενα σύμβολα ή πίνακες, με το φως να αναδύεται ενάμισι δευτερόλεπτο κάθε νύχτα «ανάμεσα σε μακρά διαστήματα σκότους».

«πρώτη φορά ένιωσε τότε ο Μάριος Τσόχος τη σημασία την αληθινή της λέξης ημερεύω, γίνομαι μέρα, εξημερώνομαι από τα σκοτάδια μου τα άγρια»

Το ιδιότυπα φιλοσοφημένο «Ενάμισι δευτερόλεπτο φως» ίσως είναι το ωριμότερο απόσταγμα της συγγραφικής πορείας του Γιάννη Μακριδάκη, μια μεγάλη στιγμή της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ένα μικρό αριστούργημα με 1.650 αναλαμπές φωτός στο λογοτεχνικό πέλαγος, όσες και οι αναλαμπές του φάρου του:

«Ο φάρος πρέπει να παραμείνει όρθιος και να ανάβει κάθε νύχτα, συνέχιζε να λέει ο φαροφύλακας, μπορεί να έχουν πλέον τόσα όργανα πλοήγησης τα σύγχρονα βαπόρια αλλά ο φάρος είναι για τον καπετάνιο μια σταθερά επαλήθευσης ότι τα όργανά του λειτουργούν σωστά, ότι δεν έχουν βλάβη, είναι και η ελπίδα ο φάρος για τον ναυτικό, ένα φως μες στο σκοτάδι, τον βλέπει και ημερεύει΄ πρώτη φορά ένιωσε τότε ο Μάριος Τσόχος τη σημασία την αληθινή της λέξης ημερεύω, γίνομαι μέρα, εξημερώνομαι από τα σκοτάδια μου τα άγρια, έτσι ένιωθε κι εκείνος εκείνες τις στιγμές, ότι εξημερωνόταν΄
[…] δεν μετακινήθηκε καθόλου μέχρι να δει τον φάρο να ανάβει για δεύτερη φορά και ύστερα για Τρίτη, για κάμποσες φορές, έως να συνηθίσει την περιοδικότητα και μέχρι να πέσει η νύχτα εντελώς, να απομείνει μονάχα το ενάμισι δευτερόλεπτο φως του φαναριού να φέγγει κάθε τόσο τον βραχότοπο΄ τότε συνειδητοποίησε για πρώτη του φορά πόσο μεγάλο διάστημα είναι τα δεκαοχτώμισι δευτερόλεπτα, ιδίως όταν κάτι περιμένεις να συμβεί και ιδίως όταν αυτό το κάτι είναι τόσο μεγαλειώδες σε αίσθηση αλλά και τόσο μικρό ταυτόχρονα σε διάρκεια όσο μια αναλαμπή μες στο σκοτάδι΄ ένιωσε πόσο γλυκιά είναι η ελπίδα που σκορπίζει το ενάμισι δευτερόλεπτο φως ανάμεσα σε μακρά διαστήματα σκότους, αλλά ταυτόχρονα και πόσο ακριβώς υπέροχη γαλήνη είναι τα δεκαοχτώμισι δευτερόλεπτα της σκοτεινιάς ανάμεσα στις στιγμιαίες εκτυφλωτικές αναλαμπές εκείνες΄»

Ενάμισι δευτερόλεπτο φως
Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2020
Νουβέλα
128 σελίδες

«έκατσε κάμποση ώρα εκεί στα άβολα σκαλοπάτια του πυργοφάναρου και έκλαψε για όλα τότε ο Μάριος Τσόχος, ούτε ήξερε πόσην ώρα έκλαιγε, πόσο σκοτάδι έσβησαν πόσες αναλαμπές, έκλαψε που όλοι οι άνθρωποι έχουν γεννηθεί από τέρατα διότι όλοι οι άνθρωποι έχουν το τέρας μέσα τους∙ σκέφτηκε τότε, ανάμεσα στα μικρά διαλείμματα φωτός μες στο σκοτάδι και στα μεγάλα σκοταδιού μέσα στο φως, ότι αν ήταν τα πράγματα αλλιώς και αν ήταν άλλος ο πατέρας του δεν θα ήταν και αυτός ο ίδιος, αλλά ένας άλλος άνθρωπος κάπου αλλού ίσως εκείνη τη στιγμή, θα έκανε στη ζωή του άλλα πράγματα και δεν θα είχε βρει στον δρόμο του το Κατερινιώ, και τότε συνειδητοποίησε τη σκέψη την πιο απελευθερωτική απ’όλες, τη σκέψη που τον έκανε να κατηφορίσει τα σκαλιά σιγά-σιγά και να πάει να ξεπλώσει ανάσκελα με τα ρούχα στο κρεβάτι του να κοιμηθεί, με το μυαλό του όμως σε εγρήγορση ώστε να ξυπνάει κάθε τόσο και να ελέγχει τη λειτουργία του φάρου, σκέφτηκε ότι γι αυτόν τον λόγο εμφανίστηκε στη ζωή του το Κατερινιώ, για να τον οδηγήσει ξανά στο νησί και να τα μάθει όλα όσα έπρεπε να ξέρει για τον εαυτό του και δεν τα γνώριζε και ούτε με άλλον τρόπο θα τα μάθαινε ποτέ».

Τον συγγραφέα, ερευνητή και φυσικό καλλιεργητή Γιάννη Μακριδάκη, τον γνώρισα από την “Δεξιά τσέπη του ράσου”, το 2010, σε μία παρουσίαση του έργου και της ζωής του, στο Μικρό Πολυτεχνείο (Κοινότητα) για το ΑΦΗΓΗΣΗ ΖΩΗΣ (σεμινάριο creative writing), να μιλήσουμε τόσο για το Κέντρο Χιακών Μελετών και το περιοδικό Πελινναίο, όσο και για τα ιστορικά και λογοτεχνικά βιβλία του.

Από τότε δεν πέρασε μέρα που να μην παρακολουθώ τα γραπτά του, που ταρακούνησαν τον τόπο και την Ευρώπη, όπως και το παράδειγμα της ίδιας της ζωής του, που νομίζω άνοιξαν νέους δρόμους, για μια πιο ανθρώπινη ζωή, με βάση το σεβασμό στη φύση και την τιμή στην τέχνη. Κάθε του βιβλίο, ένα αποτύπωμα της επαναστατικής πορείας του, που την πλήρωσε με αστυνομικές αυθαιρεσίες και βία, όσο και «πόλεμο» από την καθεστηκυία τάξη των Γραμμάτων της Ελλάδας, μέχρι σήμερα.

Το βιβλίο του “Ενάμισι δευτερόλεπτο φως” πιστεύω ότι σηματοδοτεί μία νέα περίοδο της λογοτεχνικής πορείας του, που μέσα σε άλλα – τα οποία πιστεύω θα απασχολήσουν στο παρόν και κυρίως στο μέλλον τους πάντες- αλλάζει και τον τρόπο που εννοούμε τη λέξη “κάθαρση” που μας δίδαξαν οι Αρχαίες Τραγωδίες.

Στην πρώτη μεγάλη συνέντευξη που μου είχε δώσει για το Tvxs.gr, είχα πει ότι “δεν εμφανίστηκε στην πνευματική ζωή αυτού του τόπου για να μεταμορφώσει μόνο τη ζωή στη Χίο, αλλά και τη… ζωή στην ελληνική λογοτεχνία” και νομίζω ότι με κάθε του βιβλίο επιβεβαιώνεται, αλλά με το παρόν κατοχυρώνεται. Ο Μακριδάκης νιώθω πως έχει ξεκινήσει πλέον να “συνομιλεί” με τον Σοφοκλή, τον Αισχύλο και τον Ευρυπίδη, χωρίς να το ξέρει.