Νέα κτίρια έφεραν στο φως οι ανασκαφικές και αναστηλωτικές εργασίες που πραγματοποιήθηκαν από τις 30 Μαΐου έως τις 7 Ιουλίου 2017 στο ιερό του Απόλλωνα, στο ακατοίκητο νησί Δεσποτικό (θέση Μάντρα), δυτικά της Αντιπάρου.

Ads

Σύμφωνα με σημερινή ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού, «τα αποτελέσματα των φετεινών εργασιών αξιολογούνται ως ιδιαιτέρως σημαντικά για την τοπογραφία του ιερού. Από τα φετινά ευρήματα ξεχωρίζουν θραύσμα μαρμάρινου αγαλμάτιου κόρης που χρονολογείται στην πρώιμη αρχαϊκή περίοδο, θραύσμα από την πλίνθο με το πόδι αρχαϊκού κούρου και θραύσμα από την κνήμη και τον αστράγαλο ποδιού κούρου».

Η συστηματική ανασκαφή στο Δεσποτικό ξεκίνησε το 1997 και έχει φέρει στο φως έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους στις Κυκλάδες. Διευθύνεται από τον αρχαιολόγο της ΕΦΑ Κυκλάδων, Γιάννο Κουράγιο και πραγματοποιήθηκε και φέτος χάρη σε ευγενικές χορηγίες.

Οι έρευνες επικεντρώθηκαν στην ανασκαφή του κτιριακού συγκροτήματος που είχε μερικώς διερευνηθεί το 2016 στην περιοχή αμέσως νότια του αρχαϊκού τεμένους. Φέτος ήρθαν στο φως ακόμη οκτώ χώροι προς τη νότια και δυτική πλευρά αυτού του συγκροτήματος, χωρίς ωστόσο να εντοπιστούν τα όριά του. Το συγκρότημα αποτελείται από 12 χώρους και το συνολικό ορατό εμβαδόν του φτάνει τα 180 τ.μ. Αν και οι διαστάσεις τους ποικίλουν, οι πυκνοκατοικημένοι χώροι του συγκροτήματος έχουν τον ίδιο προσανατολισμό, με εισόδους προς νότο. Ορισμένοι από αυτούς πιθανότατα ήταν αίθριοι, ίσως αυλές ή προθάλαμοι.

Ads

Με βάση τα ευρήματα (πληθώρα κεραμεικής αρχαϊκής και κλασικής περιόδου) και ορισμένα αρχιτεκτονικά στοιχεία, ο ανασκαφέας εκτιμά ότι το συγκρότημα λειτούργησε ως χώρος αποθήκευσης και διαμονής, τεκμηριώνοντας την υψηλή επισκεψιμότητα του ιερού και την ανάγκη επέκτασης για την ικανοποίηση του μεγάλου αριθμού πιστών έως και τον 4ο αι. π.Χ.

Οι εργασίες επεκτάθηκαν και στα κτίρια εκτός του τεμένους. Ολοκληρώθηκε η διερεύνηση του κτιρίου Β, που είχε ανασκαφεί ήδη το 2007 και το 2013. Αποκαλύφθηκαν όλοι οι χώροι του αλλά και οι φάσεις χρήσης του, που χρονολογούνται στον 7ο αιώνα π.Χ., στο πρώτο μισό του 6ου αιώνα π.Χ. (η κύρια φάση του κτιρίου) και στον ύστερο 6ο αι. π.Χ.