Σεράγεβο 28 Ιουνίου 1914: Ο αρχιδούκας της Αυστρίας και διάδοχος του θρόνου, Φραγκίσκος Φερδινάρδος και η σύζυγός του Σοφία, πέφτουν νεκροί από τις σφαίρες του Σέρβου φοιτητή Γκαβρίλο Πρίντσιπ, μέλους της σέρβικης εθνικιστικής οργάνωσης «Μλάντα Μπόσνα». Οι σφαίρες αυτές δεν σκότωσαν μόνο τον διάδοχο του Αυστροουγγρικού θρόνου αλλά και εκατομμύρια άλλους Ευρωπαίους, καθώς πυροδότησαν την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου – μια “σιδηροδρομική σύγκρουση” Αυτοκρατοριών οι “τεκτονικές πλάκες” των οποίων συγκρούονταν γεωπολιτικά στα Βαλκάνια.

Ads

Στο Σαράγιεβο δεν χάθηκε μόνον ένας μελλοντικός αυτοκράτορας, αλλά και το όνειρο μιας ειρηνικής Ευρώπης. Οκτώ δεκαετίες αργότερα σ’ αυτή την τραγική βαλκανική πόλη χάθηκε και το όνειρο της ενιαίας ειρηνικής Γιουγκοσλαβίας…

image

Στις 6 Απριλίου του 1992 το Σαράγιεβο περικυκλώθηκε από τις δυνάμεις Σερβοβόσνιων. Οι εχθροπραξίες, που διήρκησαν μέχρι τον Οκτώβριο του 1995. οδήγησαν στην καταστροφή μεγάλου μέρους της πόλης και των ιστορικών της μνημείων, σε μαζικές μετατοπίσεις πληθυσμών και χιλιάδες νεκρούς απ’ όλες τις πλευρές, όπως θυμίζουν και τα τεράστια νεκροταφεία των «μαρτύρων του πολέμου» που κυκλώνουν την πόλη…

Ads

Το Σαράγιεβο ήταν πάντα μια πολυεθνική και πολυπολιτισμική πόλη (είχε ακόμη και Σεφαραδίτες Εβραίους και γι’ αυτό ονομάζονταν «Ιερουσαλήμ της Ευρώπης». Το 1991 οι Σλάβοι Μουσουλμάνοι (Μποσνιάκοι) ήταν το 45% του πληθυσμού, οι ορθόδοξοι Σέρβοι 38% και οι καθολικοί Κροάτες το 7%. Δεν υπήρχε εθνική πλειοψηφία. Στη Βοσνία επικρατούσε επί αιώνες μια πατριαρχική ηθική, αμετάβλητα έθιμα, εθνοφυλετικές προστριβές, και η πανταχού παρούσα της καχύποπτης αστυνομίας δύο αυτοκρατοριών: της οθωμανικής και της Αυστροουγγρικής. Αυτό πήγε κάπως να αλλάξει κατά την περίοδο του κομμουνισμού, με το σύνθημα «Αδελφότητα και Ενότητα» και με την άνοδο του Γιουγκοσλαβισμού, οι εθνικιστικές διαφορές και το μίσος περιορίστηκαν αλλά δεν έσβησαν. Αντίθετα επανήλθαν δριμύτερα μετά το 1991 και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Το βοσνιακό «karakazan», το μαύρο βοσνιακό χωνευτήρι θρησκειών και εθνοτήτων έχει πλέον καταστραφεί. 

28 Ιουνίου 1989

Για πολλούς ιστορικούς ο πόλεμος στη Βοσνία και γενικά όλοι οι λεγόμενοι πόλεμοι της “γιουγκοσλαβικής διαδοχής”, ουσιαστικά ξεκίνησαν από το Κόσοβο. Αφετηρία τους ήταν η σύγκρουση του ανερχόμενου αλβανοκοσοβάρικου εθνικισμού, που επιδίωκε απόσχιση και ανεξαρτησία, με το σερβικό εθνικισμό, που επιδίωκε τη διατήρηση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας ή έστω μιας μεγαλύτερης Σερβίας, που θα περιλάμβανε όσο το δυνατόν περισσότερους Σέρβους. 

image

Στο Κόσοβο και συγκεκριμένα γύρω από το μνημείο στο Γκαζιμέσταν, λίγα χιλιόμετρα βορείως της Πρίστινας, συγκεντρώθηκαν στις 28 Ιουνίου του 1989, στην επέτειο των 600 χρόνων από τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου, σχεδόν ένα εκατομμύριο Σέρβοι, ερχόμενοι με  κάθε μέσο από κάθε σημείο της Γιουγκοσλαβίας προκειμένου να ακούσουν εκστασιασμένοι έναν πύρινο λόγο του Σλομπόνταν Μιλόσεβιτς, που σηματοδότησε την έκρηξη του σέρβικου εθνικισμού: “Έξι αιώνες αργότερα, σήμερα”, έλεγε ο Μιλόσεβιτς στο ενθουσιασμένο πλήθος των συγκεντρωμένων Σέρβων, “πάλι βρισκόμαστε σε μάχες. Αυτές δεν είναι ένοπλες, αλλά και οι τέτοιες δεν αποκλείονται”. Δύο χρόνια αργότερα η ενιαία Γιουγκοσλαβία ήταν παρελθόν, με το ξέσπασμα μιας σειράς πολέμων, που προκάλεσαν ανυπολόγιστη τραγωδία μέσα από την οποία γεννήθηκαν με επώδυνο τρόπο εννέα κράτη και κρατίδια. 

image

28 Ιουνίου 1389

Το γιατί επέλεξε ο Μιλόσεβιτς να συγκεντρώσει τους φιλοπόλεμους οπαδούς του σ’ ένα τέτοιο τόπο αυτή τη συγκεκριμένη ημέρα δεν ήταν καθόλου τυχαίο. Σ’ αυτό το θλιβερό οροπέδιο έλαβε χώρα στις 28 Ιουνίου 1389 -ημέρα του Αγίου Βίτου (Βίτοβνταν)- μια πολύνεκρη αποφασιστική μάχη ανάμεσα σε Σέρβους και Οθωμανούς, χριστιανούς και μουσουλμάνους, η έκβαση της οποίας καθόρισε το μέλλον της χερσονήσου μας. Η ήττα των Σέρβων στη μάχη του Κοσσυφοπεδίου σφράγισε ανεξίτηλα την εθνική τους μνήμη. Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της σημασίας αυτής της μάχης στην ιστορία του σέρβικου λαού, πρέπει να λάβουμε υπόψιν πως στην ιστορική συνείδηση αυτού του λαού η ιστορία τους χωρίζεται σε Προ και Μετά η μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389). Πρόκειται δηλαδή για το σέρβικο αντίστοιχο της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης (1453). Αν και πολλοί θεωρούν αυτή τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου ως «εθνική καταστροφή των Σέρβων», στην πραγματικότητα όμως επρόκειτο για μια ακριβή -σε ανθρώπινες ζωές- ισοπαλία. Η σημασία της υπερκτιμήθηκε μεταγενέστερα, σε σημείο ώστε να θεωρείται ως η μάχη που έκρινε την τύχη της Βαλκανικής ή -το λιγότερο- η μάχη που άνοιξε το δρόμο των Οθωμανών για τη Βιέννη. 

image

Παρά το τελικό της αποτέλεσμα, ακόμη και η έκβαση της μάχης παρέμενε για αρκετό διάστημα τυλιγμένη στα σκοτάδια της αβεβαιότητας.  Στην αρχή φυσικά πλεονεκτούσαν οι Σέρβοι, η αστραπιαία όμως αντεπίθεση-πλαγιοκόπηση του Βαγιαζήτ έκανε την πλάστιγγα να γείρει υπέρ των Οθωμανών, ωστόσο ο θάνατος του Μουράτ, άφησε ακέφαλο το μουσουλμανικό στράτευμα και δημιούργησε παρεξηγήσεις σχετικά με το τελικό αποτέλεσμα της μάχης. Μάλιστα, κάποιοι Βόσνιοι στρατιώτες, που πολέμησαν στο πλευρό του  Σέρβου βασιλιά Λάζαρου, πληροφόρησαν τον βασιλιά τους Τβρτκο Α’ Κοτρομάνιτς ότι νίκησαν οι χριστιανοί, βασιζόμενοι κυρίως στο θάνατο του Μουράτ. Ο Τβρτκο με τη σειρά του ανήγγειλε τη «νίκη» στην Ευρώπη και, κάνοντας το νέο πιστευτό, εψάλη ένα Te Deum στην Παναγία των Παρισίων, παρουσία μάλιστα του Γάλλου βασιλιά Καρόλου ΣΤ’!  

Όπως και να ‘χει πάντως είναι γεγονός ότι η μάχη του Κοσσυφοπεδίου, που πέρασε γρήγορα στη σφαίρα των μύθων, δημιούργησε στο σέρβικο λαό μια τεράστια επική παράδοση που έμεινε γνωστή ως «Κύκλος του Κοσσυφοπεδίου».

Νεκρόφιλα Βαλκάνια

Τα Βαλκάνια είναι ένας τόπος όπου ευδοκιμεί η «αρχαιολογία των φαντασμάτων». Εθνικιστές ιστορικοί και πολιτικοί ειδικεύονται στο συστηματικό ξέθαμα «σκελετών από την ντουλάπα» και στη συστηματική αξιοποίηση των νεκρών και των αδικαίωτων θυμάτων της ιστορίας. Τα Βαλκάνια βρίσκονται συνεχώς κάτω από την επικυριαρχία των νεκρών. Είναι ένας τόπος στοιχειωμένος από αδικαίωτα φαντάσματα, βαρύς από το αίμα των αδικοχαμένων νεκρών, το βάρος της μνήμης των οποίων είναι συχνά ασήκωτο στις συνειδήσεις των ζωντανών. Οι νεκροί είναι παρόντες. Συμμετέχουν στο πολιτικό παιχνίδι, συμβάλλοντας στον μεταφυσικό εκτροχιασμό της πολιτικής…

Στη διάρκεια των αλλεπάλληλων πολεμικών περιπετειών του 20ου αιώνα εκατομμύρια Βαλκάνιοι γνώρισαν τη φρίκη των μαχών, των εκτελέσεων, των σφαγών και των εκτοπισμών. Οι ενοχές και το βάρος της μνήμης των εκατομμυρίων νεκρών βάραινε ασήκωτα στη σκέψη των επιζησάντων Βαλκανίων. Η συνεχής αναφορά σ’ αυτούς τους κράτησε κατά κάποιο τρόπο «ζωντανούς». Ήταν παρόντες στο πολιτικό παιχνίδι, ακυρώνοντας την απόλυτη αξία της πλειοψηφίας (αφού οι νεκροί είναι πάντοτε περισσότεροι), η οποία αποτελεί και τη βάση της δημοκρατίας. Αρκετοί δημαγωγοί και εθνικιστές πολιτικοί ισχυρίζονταν πως ερμήνευαν τη βούληση των νεκρών –αυτής της «ουράνιας» πλειοψηφίας– και διακήρυτταν πως είχαν τη νομιμοποίηση (από τους νεκρούς) να προχωρήσουν σε υπέρβαση, ακόμη και ανατροπή των θεσμών, δηλαδή της δημοκρατίας, πράγμα που οδήγησε και στην εγκαθίδρυση τυραννικών καθεστώτων. Οι συνεχείς αναφορές στους πεσόντες νεκρούς έφερε λοιπόν τη μεταφυσική στις πολιτικές αντιλήψεις των βαλκανικών λαών.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως οι νεκροί των πολέμων –ανήσυχοι και επικριτικοί– έγιναν αγαπημένο θέμα στην τέχνη και στη λογοτεχνία των Βαλκανίων. Οι τελετές για τους «υπέρ πατρίδος πεσόντες» και οι «Άγνωστοι Στρατιώτες» έγιναν σημεία αναφοράς, ως ένας τελετουργικός μηχανισμός ξεπλύματος των ενοχών για το γεγονός ότι τόσα εκατομμύρια άνθρωποι θυσιάστηκαν, συχνά άσκοπα. Η ιδέα της απόδοσης τιμών στα λείψανα των πεσόντων νεκρών, σε συνδυασμό με μακάβριες τελετουργίες, βρήκε την έκφραση της στον ιδιάζοντα «μυστικισμό του έθνους» κι έγινε κινητήριος δύναμη για πράξεις αντεκδίκησης, ακόμη και των γενοκτονιών.

Αν είναι κάτι η 28η Ιουνίου αυτό είναι η “ημέρα των νεκρών” στα Βαλκάνια. Αν καταφέρουμε να τους αφήσουμε ήσυχους στους τάφους τους τότε θα καταφέρουμε τουλάχιστον να έχουμε ένα πιο ειρηνικό μέλλον. 

Ο Γιώργος Στάμκος ([email protected]) είναι συγγραφέας και δημιουργός του  περιοδικού Ζενίθ (www.zenithmag.wordpress.com).