Το 1954 ο Γιάννης Μαρίνος, νεαρός τότε δημοσιογράφος, ήταν ανάμεσα σε εκείνους που παρακολούθησαν τη δίκη του Νίκου Πλουμπίδη.

Ads

Εκείνη την εποχή μόλις ξεκινούσα τη δημοσιογραφική μου σταδιοδρομία, ως βοηθός του Θανάση Κανελλόπουλου, οικονομικού συντάκτη τότε στο Βήμα και στα Νέα, και μου ζητήθηκε και να παρακολουθήσω τη δίκη Πλουμπίδη στο έκτακτο Στρατοδικείο.

Ο Πλουμπίδης εντυπωσίασε, τουλάχιστον εμένα που ήμουν πολύ νέος, 21 ετών, και δεν γνώριζα τις διαφορές του Εμφυλίου πολέμου. Στη δίκη αυτή είδα ένα φανατικό αριστερό, του οποίου η φυσιογνωμία ήταν λίγο απωθητική γιατί ήταν φυματικός, έκανε αιμοπτύσεις μέσα στο δικαστήριο, ήταν σαν σκελετός, το πρόσωπό του ήταν σαν νεκροκεφαλή, ήταν πολύ χλομός, τα μάτια του ήταν πολύ έντονα, σαν από πυρετό, και ο οποίος ήταν εντελώς απομονωμένος αφού κανένας δεν του απηύθυνε το λόγο. Εγώ ήμουν ευαίσθητος και δεν είχα συναίσθηση του μίσους το οποίο χώριζε τότε τους Έλληνες και αισθανόμουν την ανάγκη να του λέω πότε πότε και μια «καλημέρα» ή «τι κάνετε;».

Με αντιμετώπιζε με πολλή επιφυλακτικότητα, δεν με εμπιστευόταν, υποθέτω ότι φοβόταν πως επεδίωκα να του αποσπάσω κάτι. Δεν είχα ιδιαίτερες συζητήσεις μαζί του γιατί δεν συζητούσε. Ήταν απομονωμένος, του επετίθετο αφενός ο Ζαχαριάδης και όλο το Κομμουνιστικό Κόμμα ότι είναι προδότης, ότι υπηρετεί τα συμφέροντα των Αμερικανών και της , και αφετέρου οι στρατοδίκες που τον κατηγορούσαν για κατάσκοπο.

Ads

Η ατμόσφαιρα της δίκης ήταν παγερή. Η δίκη δεν κράτησε και πάρα πολύ, από τη στιγμή που ο Πλουμπίδης δεν είχε υπεράσπιση, δεν νομίζω ότι ήρθαν αξιόλογοι μάρτυρες υπερασπίσεως, ίσως κάποια συγγενικά του πρόσωπα.

Βεβαίως οι μάρτυρες κατηγορίας ήταν αρκετοί, τα στοιχεία που είχαν προκύψει από τη σύλληψή του και την εξάρθρωση του κατασκοπευτικού δικτύου που διέθετε ο Πλουμπίδης ήταν τόσο πειστικά, ώστε το δικαστήριο δεν είχε περιθώριο να μην τον καταδικάσει.

Άλλωστε στην ουσία τον καταδίκασαν σε θάνατο και οι σύντροφοί του. Δεν βρέθηκε κανείς να τον υπερασπιστεί και συνεπώς πήγε αδιάβαστος και άκλαυτος. Μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση ότι ο Πλουμπίδης δεν δεχόταν να κατηγορείται το Κομμουνιστικό Κόμμα. Ο ίδιος έλεγε ότι για να με κατηγορεί το Κομμουνιστικό Κόμμα ως προδότη θα έχει τους λόγους του, θα υπηρετεί κάποια συμφέροντα τα οποία εγώ δεν γνωρίζω, διότι δεν βρίσκομαι σε επαφή μαζί του και συνεπώς δεν πρόκειται να το αποδοκιμάσω.

Όσο τον έβλεπα, αισθανόμουν τη μοναξιά και την πίκρα αυτού του ανθρώπου, ο οποίος δεν είχε στήριγμα από πουθενά, ούτε οι δικοί του τον υποστηρίζανε ούτε φυσικά οι πολιτικοί του αντίπαλοι, όλοι ήταν εναντίον του. Η κατάστασή του ήταν ακόμη πιο τραγική εξαιτίας της αρρώστιας του. Τον λυπόμουν και συμμεριζόμουν κατά κάποιο τρόπο τη μοναξιά του και την τραγωδία του, αργότερα όμως σκέφθηκα το πόσο επικίνδυνος μπορεί να είναι ένας φανατικός άνθρωπος, όπως ήταν ο Πλουμπίδης.

Ο άνθρωπος αυτός δεν είχε ανθρώπινα στοιχεία για να αισθανθεί αγανάκτηση, να θυμώσει γι’ αυτούς που τον λέγανε προδότη, που ήταν σύντροφοί του και που ήξερε ότι λένε ψέματα, γιατί ήξερε κατά βάθος ότι ο Ζαχαριάδης εξυπηρετούσε τις ηγετικές του φιλοδοξίες. Δεν νομίζω ότι ήταν τόσο αφελής να πιστεύει ότι υπήρχε κάποιο μυστικό για να τον κατηγορούν.

Έβλεπα λοιπόν έναν άνθρωπο που αντιμετώπιζε με τέτοιο φανατισμό την επίθεση που του έκανε και τη λάσπη που του έριχνε το Κομμουνιστικό Κόμμα, και σκεπτόμουν με φόβο πώς θα συμπεριφερόταν αυτός ο άνθρωπος αν αποκτούσε την εξουσία. Θα μπορούσε να σφάξει τη γυναίκα του και τα παιδιά του εάν το κόμμα του το ζητούσε.
Ξέρω ότι θα ενοχλήσει λίγο αυτή η σκέψη μου τους συμπαθέστατους δικούς του ανθρώπους, οι οποίοι αγωνιστήκανε για να αποκαταστήσουν, ορθώς, τη μνήμη του Πλουμπίδη ως ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Όμως αυτός πρέπει να ήταν ο Πλουμπίδης. Έτσι τουλάχιστον τον είδα εγώ και αυτό που είδα τελικά με τρομάζει, όπως θα με τρόμαζε και στη σημερινή εποχή αν έβλεπα κάτι ανάλογο.

*Ολόκληρη η μαρτυρία του Γιάννη Μαρίνου στο βιβλίο «Μαρτυρίες για τον Εμφύλιο Πόλεμο και την ελληνική αριστερά» του Στέλιου Κούλογλου, εκδόσεις «Εστία».