Την ημέρα που δολοφονήθηκε ο John Lennon, δεν θα την λησμονήσω ποτέ. Ήταν βραδάκι, γύρω στις 8 και 30, όταν άνοιξα την αυλόπορτα του πατρικού στο Παλιό Φάληρο και με έκπληξη είδα τον αείμνηστο πατέρα μου να στέκει στην εξώπορτα και να με προλαβαίνει πριν μπω καλά-καλά μέσα.

Ads

Είχε ύφος περίεργο, αμήχανο, στενάχωρο.

«Ξέρεις, δολοφόνησαν τον Lennon» είπε, για να συμπληρώσει αμέσως «ένας κόσμος που επιτρέπει τη δολοφονία ενός καλλιτέχνη και ειδικά ενός τέτοιου καλλιτέχνη, είναι τελειωμένος προ πολλού».

Ο πατέρας μου, είχε μία έντονη τάση απόρριψης του σύγχρονου κόσμου, είχε μία έντονη όσφρηση της περιρρέουσας παρακμής ήδη αρκετά χρόνια και συχνά, προσπαθώντας να βλέπω τα πράγματα πιο θετικά, συγκρουόμουν μαζί του.

Ads

Ήταν, η πρώτη φορά που συμφώνησα χωρίς να πω λέξη.
Η δολοφονία του John Lennon συμβολικά, σηματοδότησε την αδυναμία των ανθρώπων να αλλάξουν τον κόσμο ειρηνικά, συμβόλισε την αδυναμία μίας γενιάς και όχι μόνο, να πείσει τους υπόλοιπους για το «καλό» μέσα από τη δύναμη της αλήθειας και της Τέχνης.

Ο φονιάς του Lennon, ζήλεψε την δημιουργική ελευθερία του βρετανού μουσικού. Πρώτα τη θαύμασε, μετά τη ζήλεψε και τέλος τη μίσησε αναγνωρίζοντας την αδυναμία του να είναι όπως το είδωλο του.

Δολοφόνησε, γιατί δεν είχε το σθένος να αυτοκτονήσει.

Όπως ακριβώς, ο Κορκονέας.

Ο φονιάς του Αλέξανδρου, κάποτε υπήρξε μικρό παιδί που έπαιζε με τους φίλους του και γελούσε.

Μεγάλωσε, δολοφόνησε πρώτα το παιδί μέσα του, ντύθηκε τη στολή του καθεστωτικού υπηρέτη –εκτελεστή και μέσα σε ένα περιβάλλον που ήδη έβραζε από καιρό, εκτέλεσε εν ψυχρώ και με τον πλέον μεθοδευμένο τρόπο όπως αποδείχτηκε στο δικαστήριο, έναν Αλέξανδρο ετών 15.

Ο φονιάς του Αλέξανδρου, ζήλεψε την ανέμελη ελευθερία του νεαρού παιδιού.
Βαθύτατα αλλοτριωμένος από την στολή της εξουσίας, αδυνατώντας να αυτοκτονήσει καθώς είχε πια πειστεί για τη δύναμη της εξουσίας του, σκότωσε το χαμόγελο που είδε απέναντι του, εξόντωσε με έναν πυροβολισμό τον απόλυτο εχθρό του: ένα παιδί.

Όταν δολοφονήθηκε ο John Lennon, χιλιάδες άνθρωποι σε όλο τον κόσμο ένιωσαν συντετριμμένοι από τον παραλογισμό και ένωσαν τις φωνές τους στα τραγούδια του αλησμόνητου μουσικού.

Όταν δολοφονήθηκε ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος χιλιάδες άνθρωποι, νέοι και όχι μόνο νέοι, συνειδητοποίησαν σε μία στιγμή, την άβυσσο του εξουσιαστικού κυνισμού και των οργάνων του και βγήκαν στους δρόμους εκφράζοντας τρελαμένη οργή.

Τόσο τρελαμένη, όσο ήταν και η ματιά του Κορκονέα όταν σημάδευε και δολοφονούσε.
Το αίμα του Lennon πότισε την άσφαλτο της Νέας Υόρκης 30 χρόνια πριν, συνάντησε το αίμα του Αλέξανδρου στον απόλυτο παραλογισμό που δημιούργησε αυτή την αιμορραγία

Οι σφαίρες, τόσο του Mark Chapman όσο και του Κορκονέα εκτέλεσαν την αθωότητα σε δύο από τις πιο σημαντικές εκδοχές της.

Σε αυτήν του Πολιτισμού και σε εκείνην ενός νέου ανθρώπου που ακόμα δεν είχε την παραμικρή ευθύνη και ενοχή για όσα συμβαίνουν.

Μεταξύ των δύο φόνων, παρεμβάλλονται χιλιάδες καθημερινά θύματα της εξουσιαστικής αναλγησίας και των μηχανισμών εξανδραποδισμού, που δεν θα μάθουμε ποτέ. Μεταξύ των δύο φόνων, παρεμβάλλονται οι στρατιές των ξεριζωμένων μεταναστών, των εκατομμυρίων απολυμένων, των αμέτρητων ανθρώπων που προσπαθούν να αποδράσουν από τη μέγγενη των εξουσιών στην οποία συχνά έχουν εμπλακεί χωρίς καν να γνωρίζουν γιατί.

Πολλοί, και εγώ ανάμεσα σε αυτούς τους πολλούς, στις μέρες του Δεκέμβρη, ψάχναμε τον τρόπο για να μετουσιωθεί όλη εκείνη η οργή σε Πολιτικό Κίνημα με στόχο.

Ίσως και να είχε συμβεί κάτι τέτοιο, αν υπήρχε Αριστερά που να πείθει.

Και, είναι απείρως χαρακτηριστικό όσο και θλιβερό το φετινό πλήρες θάψιμο της επετείου για την δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, από τον Ριζοσπάστη.

Δεν δηλώνει τίποτα άλλο παρά την σφικτή ιδεολογική συγγένεια της «αριστερής» ορθοδοξίας με τους φρικτούς μηχανισμούς που συνέθλιβαν την οποιαδήποτε διαφορετικότητα στην Σοβιετική Ένωση και τους δορυφόρους της.

Οι μέρες του Δεκέμβρη και η απόλυτη χρεοκοπία της πολιτικής, γέννησαν ένα νέο είδος «τρομοκρατίας». Τυφλό, θολό, απελπισμένο, οργισμένο, παρανοϊκό, που στο τέλος λειτουργεί ακριβώς σαν αυτό που αντιμάχεται: τυφλά, εξουσιαστικά και ετσιθελικά.

Μόνο που, αυτή η «τρομοκρατία» δεν είναι παρά μια παρωνυχίδα μπροστά στα όσα διαπράττονται διεθνώς από την Θεσμική και Οικονομική Τρομοκρατία σε βάρος των ανθρώπων.

Στις 14 Νοεμβρίου του 2008, ημέρα Παρασκευή, μετά από ένα μακρύ περπάτημα στην Αθήνα μπήκα σε ένα net café για να γράψω και να στείλω το Σαββατιάτικο άρθρο στην εφημερίδα.

Ο τίτλος του ήταν «Χούντα δεν γνωρίσαμε ούτε κι’ ελευθερία-εμπρός για της γενιάς μας τα πολυτεχνεία».
Κάπου προς το τέλος του κειμένου, έγραφα τότε:

Είναι τσουνάμι αυτό που θα έρθει. Δεν ξέρω πιο “τεκτονικό” ρήγμα θα προκαλέσει τον κοινωνικό σεισμό, αλλά αυτό που θα ακολουθήσει θα είναι εκτός ελέγχου. Θα είναι η μαζεμένη, η αθροισμένη οργή για την ξεδιάντροπη κοροϊδία πολλών, πάρα πολλών χρόνων. Η ατμόσφαιρα στην Αθήνα μυρίζει μπαρούτι.
Όποιος δεν το καταλαβαίνει, έχει μάλλον χάσει κάθε αίσθηση με την πραγματικότητα…

Δύο χρόνια αργότερα, το μόνο που έχω να προσθέσω είναι αυτές οι λέξεις:

Σε τούτη εδώ την εποχή, που ξεθεμελιώνονται όλα όσα κατέκτησαν οι Πολίτες σε ολόκληρη την Ευρώπη στα τελευταία 200 χρόνια η μνήμη καλείται να πυροδοτήσει φωτοβολήσει το μέλλον.