Η κακή δεκαετία από την αρχή φαίνεται. Τον Νοέμβριο του 2000, μόλις δέκα μήνες μετά τους παγκόσμιους πανηγυρισμούς για τον ερχομό της νέας χιλιετίας, ο Τζώρτζ Μπους ο Β’ εκλέχθηκε πρόεδρος των ΗΠΑ μετά από μια νοθεία που βασίστηκε στην υφαρπαγή της ψήφου των μαύρων και κατάφερε να επιβληθεί χάρις στα διεφθαρμένα μέλη του Ανώτατου Δικαστήριου και την συνενοχή των μεγάλων αμερικανικών μέσων ενημέρωσης.

Ads

Των ίδιων ΜΜΕ που στην προεκλογική περίοδο είχαν υποστηρίξει τον «λαικό» και αθυρόστομο πιστολέρο του Τέξας κριτικάροντας σκληρά τον όχι τόσο τηλεοπτικό και πολύ οικολόγο Αλ Γκορ. Ηταν σαν να εκλεγόταν πρωθυπουργός της Ελλάδας ο Παναγιώτης Ψωμιάδης, μόνο που εδώ δεν είχαμε να κάνουμε με την διοίκηση της Ψωροκώσταινας αλλά ολόκληρου του πλανήτη.

Ασφαλώς η δεκαετία 1990-2000 δεν ήταν η πιο ευτυχισμένη της ανθρωπότητας. Η Βαγδάτη του Σαντάμ Χουσείν βομβαρδιζόταν σποραδικά , το 1999 το ΝΑΤΟ ανέλαβε να ισοπεδώσει την Γιουγκοσλαβία και στις λησμονημένες χώρες του Γ Κόσμου χιλιάδες παιδιά πέθαιναν και τότε καθημερινά από την πείνα. Ηταν όμως συγχρόνως και μια δεκαετία σχετικής αισιοδοξίας και άφθονου θεάματος: το 1998 πχ ολόκληρος ο πλανήτης διέθετε την πολυτέλεια για να απολαύσει την σεξ-σαπουνόπερα «Που είναι το φόρεμα με το σπέρμα», στην οποία πρωταγωνιστούσαν μια Μόνικα Λουίνσκι και ο τότε πλανητάρχης Μπιλ Κλίντον.

Ομως στην νέα δεκαετία το πλανητικό θέαμα πήρε άγρια μορφή: τον Σεπτέμβριο του 2001, μόλις 9 μήνες μετά την ορκομωσία του Μπους, μια ομάδα αποφασισμένων ισλαμιστών κατάφερε να πετύχει στην καρδιά της Αμερικής το πιο επιτυχημένο αλλά και πιο θεαματικό χτύπημα στην ιστορία της παγκόσμιας τρομοκρατίας. Η αμερικανική απάντηση θύμιζε επίσης κινηματογραφική ταινία: ο Μπιν Λάντεν –που σήμερα όλοι καμώνονται ότι έχουν ξεχάσει- επικηρύχθηκε όπως στα γουέστερν ζωντανός ή νεκρός και αμέσως μετά ξεκίνησαν οι «σοκ και δέος» πόλεμοι.

Ads

Δεν πρόκειται μόνο για το Αφγανιστάν ή το Ιράκ, που για μια ακόμη φορά στην ιστορία του πλήρωσε πολυ ακριβά το 2003 το γεγονός ότι στο υπέδαφος του υπάρχει πετρέλαιο. Από την αφηνιασμένη πλέον μοναδική υπερδύναμη του πλανήτη εξαπολύθηκε ένας ολοκληρωτικός πόλεμος εναντίον των δημοκρατικών ελευθεριών που είχε ως αποτέλεσμα τις εικόνες του Αμπου Γκράιμπ και του Γκουαντάναμο και εναντίον των ασθενέστερων χωρών εκτός ΗΠΑ και των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων μέσα στην Αμερική. Οι φτωχοί έγιναν φτωχότεροι και οι πλούσιοι όχι μόνο πλουσιότεροι αλλά και τελείως ανεξέλεγκτοι.

Η αρχή είχε γίνει την προηγούμενη δεκαετία από τον κεντρώο «εκσυγχρονιστή» Μπιλ Κλίντον αλλά επί Μπους αποθεώθηκε. Για να οδηγήσει στο τέλος του 2008, όταν ο χειρότερος πρόεδρος της αμερικανικής ιστορίας ολοκληρωνε την θητεία του, τις μεν ΗΠΑ στα όρια της ηθικής και οικονομικής χρεωκοπίας την δε παγκόσμια οικονομία στο χείλος της καταστροφής.

Τηρουμένων όλων των αναλογιών αντίστοιχες εξελίξεις σημειώθηκαν και στην Ελλάδα, όπου συνήθως παρουσιάζεται η πιο κωμικοτραγική,βαλκανική εκδοχή της εκάστοτε παγκόσμιας ξεφτίλας. Η εξάπλωση της διαφθοράς και η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων με την μεταφορά πλούτου μέσω του χρηματιστηριακού σκανδάλου επεκτάθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 90 επί ΠΑΣΟΚ αλλά αποθέωθηκαν τα χρόνια 2004-9, όταν στο τιμόνι της χώρας βρέθηκε ίσως η χειρότερη κυβέρνηση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.

Το πρόβλημα είναι ότι οι κυβερνήσεις φεύγουνε, αλλά η κουλτούρα του θεάματος μένει. Η απάντηση στην καταστροφική οκταετία Μπους ήταν μια λύση που είχε τεράστια συμβολική, θεαματική αξία χωρίς όμως να συνοδεύεται από ανάλογες αλλαγές πολιτικής. Μετά τις υποσχέσεις και τα χαμόγελα που απλόχερα μοίρασε σε ένα κόσμο πεινασμένο για ελπίδα,ο Μπαράκ Ομπάμα προσπάθησε να διαχειρισθεί την κρίση αντί να πάρει ριζικά μέτρα, όπως όφειλε και όπως οι συνθήκες επιβάλλουν.

Απο μια άποψη θα ήταν προτιμότερη μια καταστροφή ανάλογη με το οικονομικό κραχ του 1929 παρά μια μεσοβέζικη κατάσταση στην οποία η αμερικανική κυβέρνηση αντί να τιμωρήσει τους υπεύθυνους της κρίσης, δηλαδή τις τράπεζες, πήρε μέτρα για την ενίσχυση τους. Η διακυβέρνηση Ομπάμα είναι ασφαλώς καλύτερη απ αυτήν του Μπους, αλλά καθώς κλείνει ένας χρόνος διακυβέρνησης ο ενθουσιασμος παραχωρεί σταδιακά την θέση του στην απαισιοδοξία.

Παρομοίως στην Ελλάδα η κατάρρευση δεν ήταν πλήρης, κάτι που θα είχε συμβεί αν ο Κ. Καραμανλής είχε παραμείνει μερικούς μήνες ακόμη στην εξουσία, την οποία ευφυώς παρέδωσε πριν η βόμβα σκάσει στα χέρια του. Η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν διαχειρίζεται μια μεταπολίτευση, αλλά μια ενδιάμεση κατάσταση. Δεν διαθέτει ούτε την προετοιμασία ούτε εκλέχθηκε για να πάρει έκτακτα μέτρα, ανάλογα με την κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην οποία βρίσκεται η χώρα.

Στην επικοινωνία η ελληνική κυβέρνηση παίρνει επίσης άριστα. Ομως στην πραγματικότητα και παρά τις θετικές κινήσεις που έχουν γίνει σε διάφορους τομείς, από την διαφάνεια μέχρι τους μετανάστες, η πολιτική και τα ριζοσπαστικά μέτρα παραμένουν το ζητούμενο. Αν μη τι άλλο, εδώ δεν παρατηρείται η κλασσική ελληνική καθυστέρηση: ζούμε κι εμείς την ίδια δεκαετία, των εικόνων που έχουν αφαιρέσει την πρωτοκαθεδρία από την πολιτική.