Τον γνωρίσαμε μέσα από το «Σπιρτόκουτο» και την «Ψυχή στο Στόμα» του Γιάννη Οικονομίδη. Ο 55χρονος ηθοποιός Ερρίκος Λίτσης, ξεκίνησε ερασιτεχνικά και κατάφερε αργότερα να ενσαρκώσει με επιτυχία τους πολύπλευρους χαρακτήρες του σύγχρονου Έλληνα και να καθιερωθεί στο καλλιτεχνικό στερέωμα. Με αφορμή την προβολή της βραβευμένης ταινίας μικρού μήκους «Ο Μάριος και το κοράκι» το Σάββατο 22 Ιανουαρίου στο Dasein, ο Ερρίκος Λίτσης μιλά στο tvxs για το ρόλο του στην ταινία, για τα ενδιαφέροντά του, ενώ δε διστάζει να σχολιάσει την πολιτική επικαιρότητα και το μέλλον του ελληνικού κινηματογράφου.

Ads


Συνέντευξη στη Φανή Παρλή

«Ο Μάρκος και το κοράκι» είναι η ταινία μικρού μήκους του Γιάννη Μπουγιούκα, η οποία θα προβληθεί το Σάββατο 22 Ιανουαρίου εδώ στο Dasein, η οποία κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας Ν.Ε. Ευρώπης στο Διεθνές τμήμα του 33ου Φεστιβάλ Δράμας και σας χάρισε το βραβείο καλύτερης ανδρικής ερμηνείας. Θέλετε να μου σχολιάσετε το χαρακτήρα του Μάριου;

– Ο Μάριος είναι ένας πατέρας «τυπικός», τυπικός Έλληνας επαρχιώτης κατά κάποιο τρόπο, καλοβαλμένος, πετυχημένος,ο οποίος είναι αρκετά αυταρχικός, όχι με την έννοια του φωνακλά, όσο «καπελωτικός» απέναντι στα μέλη της οικογένειάς του. Θέλει να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Η συμπεριφορά του στα πλαίσια της ταινίας είναι αρκετά χιουμοριστική, δηλαδή δεν κάνει τίποτα ο ίδιος, όλα τα ζητάει από τη γυναίκα του, φτιάξε καφέ, φέρε τα τσιγάρα μου, πού έχεις βάλει τις κάλτσες μου. Είναι ένας τέτοιος τύπος χαρακτήρα που τα περιμένει όλα, λιγάκι ανατολίτης, όπως έχουν καθιερώσει να το λένε. Και ξαφνικά έρχεται ένα κοράκι, στο τέλος ενός γενέθλιου γεύματος, το οποίο του δημιουργεί μια αναστάτωση, γιατί έρχεται και τον κουτσουλάει την ώρα που κοιμάται. Και ξυπνώντας ο Μάριος από αυτό το πράγμα, κάτι έχει σπάσει μέσα του. Κάτι έχει αλλάξει. Θέλεις επειδή το θεώρησε αυτό κακό οιωνό, θέλεις οτιδήποτε και μπαίνει σε μια άλλη κατάσταση σα χαρακτήρας που αρχίζει να αναρωτιέται, μήπως όλα γύρω του είναι ψεύτικα. Μήπως δεν είναι «αλήθεια» όλα αυτά που συμβαίνουν. Κάτι δεν πάει καλά με την οικογένειά του. Και έχουμε μετά μια εξέλιξη του χαρακτήρα και μια ανατροπή, στην οποία βλέπουμε αυτόν τον άνθρωπο να μπαίνει σε μια ανησυχία, σε μια αγωνία, να έρχεται σε μια σύγκρουση με τη γυναίκα του, λόγω αυτής της ιδέας που του μπήκε στο μυαλό.

Ads

– Πώς αισθανθήκατε για το βραβείο; Ήταν μεγάλη τιμή για εσάς;

– Το θεώρησα μεγάλη μου τιμή, χάρηκα πάρα πολύ που πήρα το βραβείο ερμηνείας στη Δράμα, γιατί αν θέλεις είναι και η πρώτη μου επίσημη αναγνώριση από κάποιους φορείς του χώρου. Ότι δηλαδή έκανα ένα καλό ρόλο, που άξιζα να ακούσω ένα καλό λόγο επισήμως. Και το βραβείο το δέχομαι κάπως έτσι, σαν ένα καλό λόγο επισήμως από κάποιους φορείς που ασχολούνται με τον κινηματογράφο. Ως εκ τούτου, χάρηκα πάρα πολύ και ελπίζω να πάμε και καλύτερα στο μέλλον και να έχουμε και άλλες επιβραβεύσεις, οι οποίες έχουν ένα ηθικό και μόνο αντίκτυπο, αλλά εμένα προσωπικά με κάνουν να χαίρομαι σα μικρό παιδί πολλές φορές.

– Είχατε δηλώσει κάποτε ότι «στα ρεπό μου παίζω τον Ερρίκο». Ποιός είναι πραγματικά ο Ερρίκος; Θα μπορούσατε να περιγράψετε τον εαυτό σας με λίγες λέξεις;

– Αγαπάω όλα αυτά που κάνω.

– Έχετε παίξει σε ταινίες, όπως είναι «Η ψυχή στο στόμα», το «Σπιρτόκουτο», το «Delivery», το «Τσίου», η «Χώρα Προέλευσης», οι «Ώρες κοινής ησυχίας» και από την άλλη πλευρά, σχετικά πρόσφατα συμμετείχατε στην ταινία «Κληρονόμος». Πιστεύετε στο διαχωρισμό μεταξύ εμπορικού και ποιοτικού κινηματογράφου;

– Εγώ θέλω να πιστεύω στον καλό κινηματογράφο. Δηλαδή θέλω να πιστεύω ότι θα μπορούσε και μια ταινία σαν το «Delivery», σαν το «Σπιρτόκουτο», σαν το «Τσίου» να κόψει και 200.000 εισιτήρια, όπως αντίστοιχα κόβουν και ταινίες, όπως η «Κληρονόμος». Εγώ θέλω να πιστεύω ότι έχει να κάνει με το θέμα καλής ταινίας. Το εμπορικό που λένε για τον κινηματογράφο, κατά τη γνώμη μου, έχει αντίκτυπο και στην ποιότητα, αλλά κυρίως έχει να κάνει με το ότι συμμετέχουν προβεβλημένοι από την τηλεόραση ηθοποιοί. Αυτό είναι δηλαδή που δίνει εμπορικότητα σε μια ταινία. Αν, για παράδειγμα, το «Σπιρτόκουτο» το έπαιζε ένας τηλεοπτικός αστέρας, πιθανόν να είχε κόψει 200.000 εισιτήρια. Το γεγονός ότι δεν παίζουν τηλεοπτικοί αστέρες μέσα, το καταδικάζει σε μια αφάνεια κινηματογραφικά και εμπορικά. Και μιλάμε για το τί θα παιχτεί στις αίθουσες. Δηλαδή οι ταινίες που είναι πιο ποιοτικές, σε σχέση με τις χαζοχαρούμενες κωμωδίες, έχουν κόψει μονοψήφιο αριθμό χιλιάδων. Κατά κανόνα δηλαδή δεν ξεπερνάνε τις 7.000-8.000. Άντε 9.999, δηλαδή το 10.000 αποκλείεται να το έχουν πιάσει. Είναι θέμα παραγωγής.

– Ποιός είναι πιο δύσκολος ρόλος; Ο φωνακλάς Δημήτρης στο «Σπιρτόκουτο» ή ο απολύτως σιωπηλός Τάκης στην «Ψυχή στο στόμα»;

– Εξ αντικειμένου για μένα ο πιο δύσκολος ρόλος ήταν ο Τάκης, απ’όσα έχω κάνει μέχρι τώρα. Να προσεγγίσω αυτόν τον άνθρωπο, να τον καταλάβω. Όχι επικίνδυνος, γιατί κανείς δε σε αναγκάζει να κάνει τίποτα, αυτά είναι μύθοι.

– Έχετε εβραϊκή καταγωγή και έχετε μείνει τρία χρόνια στο Ισραήλ. Θα θέλατε να σχολιάσετε την επίσκεψη του Λίμπερμαν στην Αθήνα;

– Φαίνεται ότι μπαίνουμε σε μια νέα φάση ελληνοισραηλινών σχέσεων. Εγώ δεν έβρισκα ως αυθεντικό, ούτε τις πολύ στενές προσεγγίσεις που είχε η Ελλάδα με τον αραβικό κόσμο μονόπλευρα τη δεκαετία του ’80, ούτε βλέπω με πολύ θετικό μάτι τις ελληνοισραηλινές προσεγγίσεις, έτσι όπως συμβαίνουν αυτήν την περίοδο. Δηλαδή δεν τις βλέπω ως ανεξάρτητες της όλης γενικής κατάστασης που συμβαίνει παγκοσμίως, με την κρίση, με τα θέματα Ιράν-Αφγανιστάν ανοιγμένα, με τα κορεάτικα θέματα ανοιγμένα, ο ψυχρός πόλεμος που υπάρχει με το Ιράν, δεν μου φαίνονται λοιπόν ανεξάρτητα και μέσα από αυτό το πρίσμα και μόνο τις παρακολουθώ. Δεν επηρεάζει καθόλου δηλαδή το ότι έχω εβραϊκή καταγωγή. Ό,τι μπορεί να συμβαίνει για την καλυτέρευση των συνθηκών ζωής του ελληνικού λαού, όχι της ελληνικής ελίτ, το βλέπω θετικά. Ό,τι μου προκαλεί μια ανησυχία, σαν τέτοιο το αντιμετωπίζω.

– Είστε και dj. Ένα τραγούδι που ακούτε πάντα και νιώθετε καλά;

– Pink Floyd, «The dark side of the moon».

– Άρα είστε πιο πολύ ροκ. Ροκ και σαν άνθρωπος; Με την έννοια του επαναστάτη.

– Δεν θα δεχθώ τον όρο επαναστάτης, αλλά σαν πολιτικοποιημένος άνθρωπος θα έλεγα ότι είμαι «ροκ καλλιτέχνης πολιτικοποιημένος». Όποιος καταλάβει τίποτα από αυτό, ας μου το εξηγήσει και μένα.

– Θέλετε να μου μιλήσετε λίγο για το θέατρο στο οποίο συμμετέχετε αυτήν την περίοδο;

– Τώρα παίζουμε στο έργο «Άρτ» στο θέατρο Βαφείο, Λάκης Καραλής και είναι της Γιασμίν Ρεζά. Είναι σύγχρονο έργο και απ΄ ότι μας έλεγε και ο σκηνοθέτης μας, Γιώργος Βούρος, ο οποίος παίζει κιόλας, η ίδια η Ρεζά έχει χαρακτηρίσει το έργο ως «δράμα, γραμμένο αστεία». Εν ολίγοις, εγώ θα έλεγα ότι είναι μια κωμωδία. Είναι μια γλυκόπικρη κωμωδία. Είναι οι σχέσεις τριών φίλων, τους δύο τους κάνουμε ο Βούρος και εγώ και υπάρχει και ο Ευθύμης Δημητρίου, που είναι ο τρίτος. Τρεις φίλοι που, με αφορμή την αγορά ενός ζωγραφικού πίνακα, από τον έναν εκ των τριών μας, μπλέκονται σε μία διαμάχη για το τί είναι τέχνη, τί αξίζει στην τέχνη. Με διάθεση σοβαρή προς το θεατή, αλλά δημιουργεί κωμικές καταστάσεις. Παίζεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη. Και αυτός είναι ένας καλός ρόλος για μένα, ένας ρόλος που αγαπάω.

– Φοβάστε το μέλλον; Επειδή η ζωή του καλλιτέχνη γενικά είναι συνήθως μοναχική.

– Δεν απασχολώ το μυαλό μου με τέτοιες σκέψεις. Προσπαθώ να χτίζω το μέλλον μου δημιουργικά. Διάβασα πρόσφατα ότι κάποιος δήλωσε ότι «όσο συνεχίζω να δημιουργώ και να κάνω πράγματα, αισθάνομαι νέος». Οπότε με αυτήν την έννοια, αν μιλάμε για κάποιο μέλλον, «τί θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;», η απάντηση είναι «δεν ξέρω, είναι μακριά αυτό».

– Το θέατρο και ο κινηματογράφος συμβαδίζουν με το κοινωνικό γίγνεσθαι;

– Δύσκολα τα πράγματα. Ακόμα δεν μιλάμε σαν καλλιτέχνες τόσο πολύ για την κατάσταση που επικρατεί τώρα τελευταία στη χώρα μας, δηλαδή με κάποια έργα.

– Για παράδειγμα η «Χώρα Προέλευσης» είχε γυρίσματα από τις διαδηλώσεις του Δεκέμβρη από το 2006 έως το 2008.

– Πράγματι, αλλά η «Χώρα Προέλευσης» ανήκει και αυτή στην κατηγορία των εισιτηρίων που σου έλεγα πριν, όποτε είναι σαν να μην υπήρξε. Όταν μιλάμε για μια χώρα 11 εκατ. κατοίκων και να έχουν δει την ταινία 7-8.000 είναι σαν μην υπάρχει τελικά, άμα το καλοσκεφτείς. Είναι σαν μια εκπομπή που μπορεί να δείξει η τηλεόραση στις δύο μετά τα μεσάνυχτα και να μας πει κάτι πολύ σπουδαίο, αλλά γενικά η τηλεόραση μας λέει το πώς να μαγειρεύουμε, το πώς να γίνουμε αστέρες.

– Υποδύεστε χαρακτήρες Νεοελλήνων. Πώς βλέπετε τον Νεοέλληνα σήμερα; Είναι ενεργητικός ή παθητικός; Δηλαδή υπάρχει ελπίδα αντίδρασης τώρα με την κρίση, το μνημόνιο, το ΔΝΤ και όλα τα παρελκόμενα; Ή παρακολουθεί απλά τα γεγονότα;

– Εγώ προσωπικά με αυτήν την πορεία που έχει χαράξει πολιτικά η Ελλάδα τώρα με το μνημόνιο και όλα αυτά δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος. Τώρα αν ο κόσμος αντιδράσει…Για μένα εναπόκειται και στο τί πολιτικές συμμαχίες θα γίνουν από κάτω. Δηλαδή το να γίνουν ξεσπάσματα τύπου Δεκέμβρη, μπορεί και να συμβούν, αλλά δεν θα κάνουν κάποια αλλαγή, αν δεν υπάρχει κάποια οργάνωση του κόσμου που να αντιδράσει συνειδητά σ’αυτό το πράγμα, στις όποιες πιέσεις και περικοπές. Δεν έχω πολύ εμπιστοσύνη ότι μπορεί να αλλάξει αυτό το πράγμα να σου πω την αλήθεια.

– Είστε δηλαδή απαισιόδοξος για το μέλλον;

– Αν μιλάμε γα το πολιτικό μέλλον, ναι, είμαι απαισιόδοξος.

– Υπάρχει μέλλον για τον ελληνικό κινηματογράφο; Υπάρχουν ταινίες που αξίζουν;

– Ναι, πιστεύω ότι υπάρχει μέλλον και υπάρχουν ταινίες που αξίζουν. Υπάρχουν και πολλές άσχετα, αν δεν τις έχει ανακαλύψει η μεγάλη μάζα, ο πολύς ο κόσμος. Και αυτό είναι ευθύνη πολλών συνισταμένων. Η προώθηση, για παράδειγμα, από τα τηλεοπτικά κανάλια. Δηλαδή εγώ έχω δει στις ειδήσεις των τηλεοπτικών καναλιών μας λένε ότι οι Αμερικάνοι σε δύο χρόνια ετοιμάζουν για παράδειγμα την όγδοη συνέχεια των Πειρατών της Καραϊβικής. Αλλά δεν έχω δει ποτέ στις ειδήσεις ότι ο Λάνθιμος έκανε το τάδε ή ο Οικονομίδης το άλλο ή ο Γραμματικός ή ο Γιάνναρης. Σε επίπεδο ειδήσεων και με αποσπάσματα από τα γυρίσματα, δεν βλέπω δηλαδή μια αντίστοιχη προώθηση. Καταλαβαίνω ότι έχουν πληρώσει οι εταιρείες. Δεν μπορώ να το δεχτώ αλλιώς. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι είναι δημοσιογραφική κάλυψη αυτή, ενός αντίστοιχου επιπέδου για τα ελληνικά δρώμενα και όχι μόνο για τα εμπορικά ελληνικά. Αυτά μπορούν να παιχτούν και στα πρωινάδικα. Αλλά όσον αφορά αυτό, εκεί είναι δύσκολα τα πράγματα. Αλλά μέλλον με την έννοια των δημιουργών, πιστεύω ότι υπάρχει, γιατί εγώ που μιλάω και με πολλούς «μικρομηκάδες» (δημιουργούς μικρού μήκους ταινιών), υπάρχουν πολλά παιδιά που είναι ταλαντούχα, που έχουν όρεξη. Το θέμα είναι πώς αυτές οι ταινίες θα έρθουν σε επαφή με τον κόσμο. Θα δούμε…

Η ταινία του Γιάννη Μπουγιούκα «Ο Μάριος και το Κοράκι» (διάρκεια: 22′), προβάλλεται κατ’ αποκλειστικότητα στο bar – theater Dasein (Σολωμού 12 – Εξάρχεια), το Σάββατο 22/01/2011. Ώρες προβολής: 22.10 και 22.50

Στις προβολές θα παραβρεθούν ο σκηνοθέτης, οι πρωταγωνιστές και συντελεστές της ταινίας. Θα ακολουθήσει πάρτυ με DJ τον Ερρίκο Λίτση. Η είσοδος είναι ελεύθερη, ελάχιστη κατανάλωση 3,00 ευρώ (τιμή ποτού 6,50 ευρώ).