Ειδική εναρκτήρια πρεμιέρα έκανε το βράδυ της 20ης Οκτωβρίου το 23ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου με την προβολή της τρίτης μεγάλου μήκους ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη “Μαχαιροβγάλτης”. Μια ακόμα καυστική καταγραφή της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας, από το σκηνοθέτη των ταινιών “Σπιρτόκουτο” και “Ψυχή στο Στόμα”, μέσω ενός αντί-ήρωα και την «κατάβασή» του από την Πτολεμαΐδα στην Αθήνα.

Ads

Ο Νίκος (Στάθης Σταμουλακάτος) περνάει ανιαρά τις μέρες του στην επαρχία χωρίς παρόν και χωρίς μέλλον. Η τηλεόραση, η αθλητική εφημερίδα και το καφενείο του χωριού συνθέτουν το παζλ μιας άσκοπης καθημερινότητας. Μετά το θάνατο τού πατέρα του, ο θείος του (Βαγγέλης Μουρίκης) τον παροτρύνει να εγκαταλείψει την Πτολεμαΐδα και να έρθει στην Αθήνα, προσφέροντάς του στέγη, διατροφή και μια εύκολη δουλειά. Ο Νίκος δέχεται και βρίσκεται ξαφνικά μπλεγμένος σε μια παράξενη κατ’ οίκον εργασία, ως φύλακας δύο ντόμπερμαν του θείου του, απομονωμένος σ’ ένα «γκρίζο» προάστιο της πόλης με μόνη παρέα το θείο και τη θεία του (Μαρία Καλλιμάνη). Πολύ γρήγορα, οι ισορροπίες ανάμεσα στους τρεις αρχίζουν να ανατρέπονται…

Με ασπρόμαυρη φωτογραφία, δυνατές, ρεαλιστικές ερμηνείες και εναλλαγές του μαύρου χιούμορ με την τραγωδία, ο «Μαχαιροβγάλτης» αποτελεί συνέχεια της σαρκαστικής και καταγγελτικής κινηματογραφίας, που αποτελεί σήμα κατατεθέν του σκηνοθέτη, ενώ παράλληλα απομακρύνεται από το ύφος των δύο προηγούμενων ταινιών του. Αυτή τη φορά, «πρωταγωνιστούν» οι σιωπές, τα στυλιζαρισμένα πλάνα, καθώς και τα “κοντινά”, καθρέφτης του ψυχισμού των χαρακτήρων λίγο πριν την αναπόφευκτη έκρηξη.

O Γιάννης Οικονομίδης, σε συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στον Ιανό την επομένη της προβολής, δήλωσε για το “Μαχαιροβγάλτη”, ότι “είναι μια υπόγεια, υποδόρια και βραδυφλεγής ταινία.”

Ads

Η μοναδική σκηνή που επιλέγει να χρωματίσει ο σκηνοθέτης αποτελεί, αναντίρρητα, κομβικό σημείο στην ταινία. Είναι η στιγμή που ο ήρωας παρακολουθεί μια θεατρική παράσταση, και τον βλέπουμε για πρώτη φορά να χαμογελάει.“Τι συμβολίζει αυτή η σκηνή, που προηγείται και μιας δολοφονίας;” αναρωτήθηκε εύλογα το κοινό. Ο Γιάννης Οικονομίδης δεν ήθελε να “προδώσει” τη δική του εκδοχή και να κατευθύνει τις σκέψεις των θεατών αλλά προέτρεψε “να ερμηνευτεί η σκηνή από τον καθένα συναισθηματικά.”

Άλλο σημείο προβληματισμού, που προκύπτει, είναι η ατιμωρησία που φαίνεται να χαρίζεται στον πρωταγωνιστή του “Μαχαιροβγάλτη”. Ο σκηνοθέτης δε συμφωνεί, “Το φινάλε είναι σαρκαστικό, όπως και ο τίτλος της ταινίας. Είναι σαν να κλείνει το μάτι στο θεατή.”Άλλωστε, για το Γιάννη Οικονομίδη, η καταβύθιση στο μικροαστισμό δε θα μπορούσε να είναι παρά η μεγαλύτερη τιμωρία για τον ήρωα του.

Όσο για τις ταινίες που φτιάχνει και τη σχέση του με αυτές, ο Γιάννης Οικονομίδης πιστεύει πως “Η τηλεόραση έχει δημιουργήσει ένα θεατή οκνηρό, που τα έχει όλα στο πιάτο. Δεν απευθύνονται όλες οι κινηματογραφικές ταινίες σε όλους, αλλιώς και εμείς θα κάναμε τηλεόραση! Ο Γκαίτε είχε πει πως, όσο δύσκολο είναι να γράψεις ένα βιβλίο, άλλο τόσο δύσκολο είναι και να το διαβάσεις” και συνέχισε διευκρινίζοντας ότι “Πάνω από όλα κάνω σινεμά γιατί είμαι πολιτικό ον, θέλω να υπάρχει διαδραστικότητα, διάλογος μεταξύ της ταινίας και του θεατή, για αυτό άλλωστε εμμένω και στις ελληνικές ταινίες. Οι ταινίες είναι το προϊόν του χρόνου, σαν ημερολόγιο της ζωής του κάθε σκηνοθέτη.”

Μυστικοπαθής ως προς τα κινηματογραφικά του σχέδια, μας αποκάλυψε απλά ότι κάτι ετοιμάζεται: “Να αναμένουμε κάτι στο γνωστό ύφος του Οικονομίδη ή με αυτήν την τριλογία έκλεισε ο κύκλος της βίας;” “Με αυτές τις τρεις ταινίες έχω κλείσει με τις κωμωδίες! Και όταν λέω κωμωδίες, εννοώ χαρμολύπη, τραγέλαφος, με την μπαλζακική έννοια. Τώρα ξεκινάει ο αληθινός ζόφος και τα πραγματικά δράματα.”

Η ταινία του Γιάννη Οικονομίδη βγαίνει στις αίθουσες στις 4 Νοέμβρη.