Δέκα χρόνια συμπληρώνονται από το θάνατο του Μπετίνο Κράξι, πρώην Ιταλού πρωθυπουργού, ο οποίος πέθανε αυτοεξόριστος και ντροπιασμένος στην Τυνησία, όπου κατέφυγε για να αποφύγει τη Δικαιοσύνη. Ωστόσο, η επέτειος «τιμήθηκε» με έντονες πολιτικές διαμάχες, με αφορμή την ανακοίνωση της δημάρχου του Μιλάνο, Λετίτσια Μοράττι, ότι σκοπεύει να αφιερώσει ένα πάρκο ή μια οδό στον πρώην σοσιαλιστή ηγέτη.

Ads

Η εν λόγω δήλωση προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων, καθώς ο Μπετίνο Κράξι αποτελεί μια από τις πιο αμφιλεγόμενες φιγούρες της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας. Κατάληξη της πολιτικής του καριέρας ήταν η αυτοεξορία του το 1994 στην Τυνησία, ύστερα από το ξέσπασμα του σκανδάλου «Tangentopolis» (στα ελληνικά: «μιζούπολη») που αφορούσε διαφθορά πολιτικών προσώπων και δημοσίων λειτουργών στην Ιταλία.

Ο Μπετίνο Κράξι ανέλαβε την ηγεσία των Ιταλών Σοσιαλιστών σε μια περίοδο κρίσης το 1976 και επιδεικνύοντας μιαν αποφασιστικότητα στα όρια της ωμότητας – η οποία έμελλε να γίνει το κύριο γνώρισμα της σταδιοδρομίας του – ο Κράξι όχι μόνο διατήρησε επί πολλά χρόνια την ηγετική του θέση, αλλά και έφερε το μέχρι τότε μικρό κόμμα στο επίκεντρο των πολιτικών διεργασιών κατά τη δεκαετία του ’80.

Η προσωπικότητα αλλά και οι πολιτικές που ακολούθησε ο Κράξι επί πρωθυπουργίας του έχουν διχάσει την Ιταλία. Για κάποιους, όπως για τον πρώην ηγέτη της κομμουνιστικής «Ελιάς», Μάσιμο Ντ’ Αλέμα, ο πρώην Ιταλός πρωθυπουργός υπήρξε μια σπουδαία πολιτική μορφή. Επίσης, εκατοντάδες πρώην στελέχη και μέλη του ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος έχουν μεταβεί τις τελευταίες ημέρες στο Χαμαμέτ της Τυνησίας και ανάμεσά τους, τρεις υπουργοί της κυβέρνησης του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, οι οποίοι προέρχονται από τους κόλπους του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Πρόκειται για τον υπουργό Εξωτερικών, Φράνκο Φρατίνι, τον υπουργό Δημόσιας Διοίκησης, Ρενάτο Μπρουνέτα και τον Μαουρίτσιο Σακόνι, υπουργό Εργασίας. «Τιμήσαμε έναν σπουδαίο πολιτικό που υπηρέτησε τους κρατικούς θεσμούς» δήλωσε ο Φρατίνι μετά την ολοκλήρωση τελετής μνήμης.

Ads

Στον αντίποδα, το κόμμα «Ιταλία των Αξιών» του Αντόνιο Ντι Πιέτρο, σε ανακοίνωσή του υπογράμμισε ότι «δεν κατανοούμε για ποιο λόγο πρέπει να τιμηθεί ένα άτομο που δεν δέχθηκε να κριθεί από την δικαιοσύνη και συνέβαλε στο να αυξηθεί ανεξέλεγκτα το δημόσιο χρέος». Το σχόλιο του Ντι Πιέτρο δεν είναι σε καμία περίπτωση τυχαίο: ο ίδιος ο Ντι Πιέτρο ήταν ο επικεφαλής δικαστής της επιχείρησης «Καθαρά Χέρια», μιας οργανωμένης επιχείρησης ενάντια στην πολιτική διαφθορά η οποία «έκαψε» πολλούς πολιτικούς, με σημαντικότερο από αυτούς τον Μπετίνο Κράξι.

«Μιζούπολη» και «Καθαρά Χέρια»

Όλα ξεκίνησαν στις 17 Φεβρουαρίου 1992, όταν ο μηχανικός Μάριο Κιέζα, στέλεχος του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος στο Μιλάνο συνελήφθη και ομολόγησε την εμπλοκή του σε ένα περίπλοκο δίκτυο διοχέτευσης μαύρου πολιτικού χρήματος. Τοπικός επικεφαλής του εν λόγω δικτύου ήταν ο Πάολο Πιλιτέρι, γαμπρός του Μπετίνο Κράξι. Επρόκειτο για την αρχή της επιχείρησης «Καθαρά Χέρια» η οποία έμελλε να σαρώσει τη λεγόμενη «Μιζούπολη» και μαζί της όλα τα κόμματα της Α’ Ιταλικής Δημοκρατίας.

Ο Κράξι δεν δίστασε να αποκηρύξει τον Κιέζα από τηλεοράσεως. Ήταν το μοιραίο λάθος: τα «μικρά ψάρια» του σκανδάλου, νιώθοντας ότι δεν έχουν πλέον κάλυψη από ψηλά, άρχισαν να μιλούν, δημιουργώντας ένα φαινόμενο ντόμινο. Σε μια προσπάθεια να φρενάρει τις εξελίξεις, ο τότε πρωθυπουργός Αντρεότι προκαλεί πρόωρες εκλογές για τον Απρίλιο 1992 και το αποτέλεσμα πείθει τον Κράξι ότι πρέπει αυτός να ηγηθεί της νέας κυβέρνησης, ώστε να βγάλει τη χώρα από το χάος. Όμως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Όσκαρ Λουίτζι Σκάλφαρο, του επιφυλάσσει ένα σοκ, αρνούμενος να δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης σε οποιονδήποτε εμπλεκόμενο στο σκάνδαλο.

Ο Κράξι υιοθετεί μιαν (αυτό)καταστροφική γραμμή άμυνας: την ώρα που όλη η Ιταλία παρακολουθούσε από τηλεοράσεως τον Φορλάνι (αναπληρωτή πρωθυπουργό) να απαντά κάθιδρος στους δικαστές «δεν θυμάμαι», ο Κράξι παραδεχόταν ευθέως ότι όλοι έκαναν τα ίδια και κατηγορούσε τον επικεφαλής των ερευνών, δικαστή Αντόνιο ντι Πιέτρο, για επιλεκτική αντιμετώπιση και για πολιτικό σχέδιο. Η απάντηση του Ντι Πιέτρο ήταν μία βροχή κλητεύσεων.

Το επιχείρημα του Κράξι ότι «το μαύρο χρήμα ήταν αναγκαίο κακό για την εξασφάλιση της λειτουργίας των κομμάτων» κατέρρευσε, όταν έγιναν γνωστά τα προσωπικά παράπλευρα οφέλη της «Μιζούπουλης»: οικειοποίηση 50 δις. λιρετών, σπίτι στην Κυανή Ακτή για τον υιό Κράξι, χρηματοδότηση του καναλιού της ερωμένης του Άνια Πιερόνι κ.ο.κ.

Η πτώση και ο θάνατος

Η απόφαση της Βουλής να μην άρει την ασυλία του Κράξι υπήρξε η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Στις 30 Απριλίου 1993 διαδηλώσεις ξεσπούν σε διαφορετικές γωνιές της Ρώμης, άλλες αυθορμήτως από μαθητές και φοιτητές, άλλες οργανωμένες από την Αριστερά και άλλες από το ακροδεξιό «Movimento Sociale». Βγαίνοντας από το ξενοδοχείο του, ο Κράξι πέφτει πάνω στο πλήθος που τον λούζει με κέρματα φωνάζοντας «μήπως τα θες και αυτά;» Η τηλεόραση έδειξε τη σκηνή εκατοντάδες φορές: ήταν ο πολιτικός θάνατος του Κράξι on camera…

Ο φυσικός θάνατος βρήκε τον Κράξι, καταβεβλημένο από τον διαβήτη και την καρδιοπάθεια, τον Ιανουάριο του 2000, στο θέρετρο Χαμαμέτ της Τυνησίας, όπου παρέμενε «φιλοξενούμενος» του φίλου δικτάτορα Μπεν Αλί, από τον Μάιο του 1994. Η Ιταλία δεν τον ξαναείδε ούτε νεκρό: καταγγέλλοντας την κυβέρνηση Ντ΄ Αλέμα που δεν είχε διευκολύνει τη νοσηλεία του, η οικογένεια πραγματοποίησε την κηδεία στη Χαμαμέτ. Εκεί, οι πολυάριθμοι φίλοι του Κράξι είχαν την ευκαιρία να υποδεχθούν με κέρματα την κυβερνητική αντιπροσωπεία, ανταποδίδοντας τρόπον τινά το περιστατικό του Hotel Raphael.

Ωστόσο, ήταν πια πολύ αργά. Μπορεί ο δικαστής Ντι Πιέτρο να υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το δικαστικό σώμα, μπορεί η επιχείρηση «Καθαρά Χέρια» να κληροδότησε στην Ιταλία το απροσδόκητο φαινόμενο Μπερλουσκόνι, μπορεί η κάθαρση α λα ιταλικά να έμεινε ημιτελής και μετέωρη, όμως το Σοσιαλιστικό Κόμμα είχε πλέον περάσει αμετάκλητα στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Τα πολιτικά τέκνα του Κράξι διασκορπίσθηκαν σε άλλους πολιτικούς χώρους, όπως και τα φυσικά: με το κόμμα του Μπερλουσκόνι πολιτεύεται σήμερα η κόρη του Στεφανία. Ο γιος του Κράξι, Βιτόριο, επέλεξε να συνεργασθεί με τους προοδευτικούς και χρημάτισε υφυπουργός Εξωτερικών – την ίδια ακριβώς θέση που κατέχει σήμερα η αδελφή του στην κυβέρνηση Μπερλουσκόνι.

Πηγή: Σκαϊ, Ελευθεροτυπία, Τα Νέα