Εξετάζοντας την επιχειρηματική δραστηριότητα των Ελλήνων της Διασποράς, την σχέση τους με την Ρωσική αυτοκρατορία, την κοινωνική και φιλανθρωπική τους δράση όχι μόνο στο τόπο εγκατάστασης αλλά και στην γενέτειρά τους, την Ελλάδα, μεταξύ των Ελλήνων επιχειρηματιών του 19ου αιώνα, ξεχώρισε ο Ψαριανός έμπορος χαβιαριού, Ιωάννης Βαρβάκης. Της Δήμητρας Καρδακάρη

Ads

Θα ασχοληθούμε με τη ζωή και το έργο του «ευεργέτη των Ελλήνων», όπως συναντάται συχνά στην ελληνική βιβλιογραφία. Αρχικά, θα εντάξουμε την προσωπικότητα αυτή στον αιώνα που έζησε και έδρασε, δίνοντας σε αδρές γραμμές την πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο και την Μαύρη Θάλασσα. Εν συνεχεία, αναφερόμενοι στον Ιωάννη Βαρβάκη, θα εξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να διακριθεί και να μεταβεί από το νησί των Ψαρών στην Ρωσία και να αναδειχθεί σε μεγάλο επιχειρηματία.

Πολιτική, Κοινωνία & Οικονομία στην Αν. Μεσόγειο, τέλη 18ου-αρχές 19ου αιώνα
image

Από τις αρχές του 18ου αιώνα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, εμφανίζει τα πρώτα στάδια παρακμής, όπου ο άλλοτε συγκεντρωτικός της χαρακτήρας άρχιζε να υποχωρεί και η χαλαρότητα του διοικητικού συστήματος, κατέστη ανασταλτικός παράγοντας για την κυριαρχία της σε στεριά και θάλασσα.  Το ζήτημα του διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε ήδη τεθεί την περίοδο εκείνη, από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής.[1] Οι Οθωμανοί από την άλλη πλευρά, εκτός από την αδυναμία αντιμετώπισης των εχθρικών διαθέσεων των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων είχαν επίσης να αντιμετωπίσουν  την ολοένα αυξανόμενη δύναμη τοπικών ημιανεξάρτητων ηγεμόνων, που χαρακτηρίζονταν από κυριαρχικές αξιώσεις σε εδάφη της αυτοκρατορίας που κατείχαν.
           
Ο 18ος αιώνας είναι μια περίοδος αναταραχών για τα σύνορα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και συγκρότησης εθνικών ταυτοτήτων για ένα μεγάλο αριθμό των υπηκόων της, όπως οι Σέρβοι αρχικά και εν συνεχεία οι Έλληνες.  Στην εξωτερική πολιτική, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, έρχεται να αντιμετωπίσει την αναδυόμενη Ρωσική Αυτοκρατορία, στην οποία έχουν εγκολπωθεί ιδεολογικά ο Πανσλαβισμός και η Ορθοδοξία, δηλαδή, η γλωσσική συγγένεια και  η ορθόδοξη κοινότητα πίστης μεταξύ των Ρώσων και ενός σημαντικού τμήματος των Οθωμανών υπηκόων. Με υπόβαθρο αυτήν την ιδεολογία, η τσαρική εξουσία στέλνει συχνά τα στρατεύματά της να πολεμήσουν στα Βαλκάνια και διασκορπίζει τους πράκτορές της να εξαγοράσουν ληστές και να δημιουργήσουν επαναστατικές εστίες στην βαλκανική ενδοχώρα.[2]    

Ads

Έτσι, κατά τη διάρκεια των δύο Ρώσο-οθωμανικών Πολέμων,  1769-1774 και 1787-1792, οι Έλληνες πραγματοποίησαν στρατιωτικά κινήματα στην περιοχή τους και έδρασαν στο πλευρό των Ρώσων ως επικουρικά στρατεύματα. Μετά τις συνθήκες του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) και Ιασίου (1792) που σήμαναν το  τέλος των Ρώσο-οθωμανικών πολέμων,  οι Ρώσοι κατέλαβαν μόνιμα την περιοχή από τις εκβολές του Δούναβη έως το Κέρτς και το Ταγκανρόγκ (Ταϊγάνιο), δημιουργώντας την «Νέα Ρωσία». [3] 

Επιπλέον, τα ρωσικά πλοία ήταν πλέον ελεύθερα να διεξάγουν εμπόριο στη Μαύρη Θάλασσα και η Ρωσία αναγορεύτηκε προστάτης των ορθοδόξων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ταυτόχρονα, οι Ρώσοι ακολούθησαν συγκεκριμένη εποικιστική πολιτική, ευνοώντας την πληθυσμιακή ενδυνάμωση των περιοχών αυτών με την προσέλκυση ορθοδόξων πληθυσμών από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά και από τη Γερμανία, την Ελβετία κ.α. Στην βάση της πολιτικής αυτής ήταν η ίδρυση νέων πόλεων και λιμανιών καθώς και η τόνωση της εμπορικής ζωής της περιοχής.     
                       
Η συγκρότηση των ελληνικών παροικιών καθώς και η οργάνωση των ελληνικών κοινοτήτων στην περιοχή της Κριμαίας, σχετίζονται άμεσα με την πολιτική εποικισμού, την οποία για λόγους δημογραφικούς, πολεμικούς και οικονομικούς, το ρωσικό κράτος προάγει και ρυθμίζει με την έκδοση αυτοκρατορικών διαταγμάτων. 

Η Νέα Ρωσία που σχηματίζεται από τα τέλη του 18ου αιώνα, εμφανίζεται με  χαμηλή πυκνότητα στον πληθυσμό και κρίνεται απαραίτητο από την ρωσική κυβέρνηση να θωρακιστούν οι νέες επαρχίες του ρωσικού κράτους με την μετοίκηση τους. Ξένες εθνότητες αρχίζουν να εισρέουν στις περιοχές αυτές  Γερμανοί, Εβραίοι, Ιταλοί, Αρμένιοι, αλλά και Έλληνες των οποίων η διείσδυση επιβάλλεται με ένταση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, με την σύναψη διομολογήσεων, όπου εντοπίζονται και τεκμηριώνονται οι προϋποθέσεις και οι όροι διακινήσεως των πληθυσμών τους, στις συνθήκες των Κάρλοβιτς (1699), Πασσάροβιτς (1718) και Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774). [4]       

image

Τα μεταναστευτικά ρεύματα τέθηκαν από την προστασία και την ρύθμιση αυτοκρατορικών ουκαζιών, όπου τα τελευταία λειτούργησαν ως θέλγητρο για την προσέλκυση και εγκατάσταση ομόδοξων στα νεοπαγή εδάφη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Ο ελληνικός πληθυσμός αποτελούνταν αρχικά από στρατιωτικές, χερσαίες και ναυτικές ομάδες, όπου πριν από την ακούσια εγκατάλειψη της γενέτειράς τους, την Πελοπόννησο και τα Ιόνια Νησιά κυρίως, είχαν συμμετάσχει στις επιχειρήσεις των Ρώσων στα ελληνικά εδάφη, επιδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό το σθένος και τις τεχνικές του φρονήματός τους, τις γνώσεις τους, την εμπειρία του πολέμου στην ξηρά και την θάλασσα.

Από τις αρχές του 19ου αιώνα, η προσέλευση των Ελλήνων παροίκων στα εδάφη της Νέας Ρωσίας είχε μαζικό χαρακτήρα, σε βαθμό που περιοχές ολόκληρες απαρτίζονταν από τον ελληνικό πληθυσμό που προήλθε από τις υπό οθωμανικής κυριαρχίας περιοχές της Βαλκανικής χερσονήσου. Δημιουργούνται επομένως νέες εστίες ελληνικού πληθυσμού που αναπτύσσουν μια αξιόλογη εμπορική δραστηριότητα.[5] Το Ταϊγάνιο, η Μαριούπολη, η Σεβαστούπολη και η Οδησσός είναι από τα πιο γνωστά ελληνικά κέντρα που ήκμασαν από τον 19οαιώνα. Στους αποικιστές παραχωρήθηκε “πολιτική ελευθερία, ελευθερία θρησκεύματος, απαλλαγή από στρατιωτική υπηρεσία, γη, δικαίωμα εμπορίας, δικαίωμα να ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, να διαθέτουν εργοστάσια και δουλοπάροικους”. [6]          

Πέρα από το ενιαίο πνευματικό σύστημα και τα πολιτισμικά όρια που περιέβαλαν τον ελληνικό και το ρωσικό λαό, καθοριστική σημασία για την πορεία τους διαδραμάτισε και η εντρύφησή τους στο πνεύμα του Διαφωτισμού. Η Αικατερίνη Β‘ υποστήριξε αρχικά τις νέες τάσεις και ιδέες, προσπαθώντας να οργανώσει με τη βοήθειά τους, ένα πρόγραμμα “φωτισμένης δεσποτείας”. Έτσι, υποστήριξε μερικούς λόγιους ελληνικής καταγωγής, επηρεασμένοι από τις νέες ιδέες, μεταξύ άλλων οι Ευγένιος Βούλγαρης και Κωνσταντίνος Θεοτόκης.

Ο χαρακτήρας του προσηλυτισμού των υπηκόων από την ρώσικη πολιτική στόχευε κατά κόρον, στην δημιουργία ευκαιριών ενσωμάτωσής τους στο τσαρικό διοικητικό σύστημα εντός της ρωσικής επικράτειας, παρέχοντάς τους, κυρίως εμπορικά προνόμια αλλά και θέσεις στο στρατιωτικό, διπλωματικό, θρησκευτικό και επιστημονικό μηχανισμό. Τα πολιτικά αιτήματα της ρωσικής ηγεσίας, δηλαδή η επέκταση της αυτοκρατορίας προς τις νότιες θάλασσες, και των ελλήνων διανοούμενων και αστών, με την εθνική αφύπνιση και ελευθερία, κρίθηκε απαραίτητη η χρησιμοποίηση των δυνατοτήτων του πολιτισμού της Δύσης. [7]

Ιωάννης Λεοντής-Βαρβάκης: Η ζωή στα Ψαρά
image

Ο Ιωάννης Βαρβάκης γεννήθηκε μεταξύ των ετών 1743 και 1750 στο νησί των Ψαρών. Η επωνυμία Βαρβάκης, δεν ανήκει στην γενεαλογία της οικογένειάς του, αλλά πριν το καθιερώσει ο ίδιος ως επωνυμία, χρησιμοποιούνταν ως παρατσούκλι, δοσμένο από τους συμπατριώτες του ή από τους συντρόφους του στην ναυμαχία του Τσεσμέ. Οι απόψεις διίστανται για το πώς έλαβε την επωνυμία αυτή, καθώς ορισμένοι αναφέρουν ότι το όνομα Βαρβάκης, προήλθε από την ονομασία του αρπακτικού πουλιού, ιέραξ οξύπτερος (βαρβάκειον), αφού ο ίδιος παρουσίαζε ομοιότητα με το πρόσωπο του πουλιού στα μάτια. Άλλοι προσδίδουν την ονομασία στο πλοίο του, στην ναυμαχία του Τσεσμέ,όπου ήταν γρήγορο όπως το βαρβάκειον και άλλοι θεωρούν ότι προέρχεται από την ρώσικη λέξη βάρβατσς που σημαίνει δυνατός, ανδρείος. [8] 

Πατέρας του, ήταν ο Αιγαιοπελαγίτης καραβοκύρης Ανδρέας Λεοντής και η μητέρα του Μαρία ή καλύτερα γνωστή ως Μαρού. Ο ίδιος δεν έλαβε ιδιαίτερη μόρφωση και από τον Αναστάσιο Γούδα πληροφορούμαστε, ότι μέχρι τα δέκα του χρόνια έμαθε βασικά στοιχεία γραμματικής και αριθμητικής κοντά σε κάποιον μορφωμένο ιερέα και εν συνεχεία όντας αυτοδίδακτος, προσπάθησε να λάβει μια στοιχειώδη μόρφωση. Η επαγγελματική και κοινωνική ωρίμανσή του, σχετίζεται με την μακρόχρονη μαθητεία στην ναυτιλία, το θαλάσσιο εμπόριο και την κερδοφόρο πειρατεία.Το πρώτο του καράβι ναυπηγήθηκε στα Ψαρά, μια «γαλιότα», που χρησιμοποιήθηκε σαν εμπορικό, πειρατικό και καταδρομικό. [9]

Πειρατής και Κουρσάρος
 
Η ναυτική και εμπορική δραστηριότητα της ανατολικής Ελλάδας, κυρίως των νησιών, αναπτύσσεται και αναδεικνύεται στα μέσα του 18ου αιώνα, αρχικά στα μεγάλα νησιά των μικρασιατικών παραλίων, την Ύδρα, Σπέτσες, Κάσο, Μύκονο και Ψαρά, νησιά τα οποία, αποτέλεσαν  διαμετακομιστικοί σταθμοί, στο εμπόριο σιτηρών. Οι Ρώσο-οθωμανικοί πόλεμοι του 1768-1774 ,1787-1791 και 1806-1812, εγκαινιάζουν την περίοδο μιας ανοικτής βαλκανικής και μεσογειακής  πολιτικής της Ρωσίας και επιτρέπουν στον Έλληνα έμπορο, ο οποίος είναι ευνοούμενος από το θεσμό των ρωσικών εμπορικών διομολογήσεων, να γίνει πιο ανταγωνιστικός, να φθάσει στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας και να συναλλάσσεται εμπορικά με τη νότια Ρωσία, την Ουκρανία αλλά και την Αίγυπτο, να εφοδιάζει με πρώτες ύλες  την Κωνσταντινούπολη  και να επεκτείνει τα ταξίδια του μέχρι την Αμερική.[10]

Ειδικότερα με την Συνθήκη το Κιουτσούκ-Καϊναρτζή το 1774, αναγνωρίζονταν στη Ρωσία και το δικαίωμα προστασίας των υπόδουλων χριστιανών της αυτοκρατορίας και το δικαίωμα να χρησιμοποιούν ελληνικά πλοία ρώσικη σημαία και να δραστηριοποιούνται σε όλα τα λιμάνια  της Μεσογείου μέχρι το Γιβραλτάρ. Επιπλέον, οι έμποροι αυτοί δραστηριοποιούνταν ως κούρσοι και πειρατές στην υπηρεσία της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Εξάλλου, ήδη από τις αρχές του 16ου αιώνα, πειρατές και κούρσοι περιδιάβαιναν ολόκληρη την Μεσόγειο και το Αιγαίο, όπου εκτός από τους Οθωμανούς, λάμβαναν ενεργό μέρος και πολλοί Χριστιανοί πειρατές μεταξύ των οποίων και Έλληνες, κυρίως Αιγαιοπελαγίτες, για την εποχή αυτή η πειρατεία αποτελούσε ένα αποτελεσματικό τρόπο σχηματισμού και συσσώρευσης εμπορικού κεφαλαίου.Δεν είναι τυχαίο εξάλλου που ο Κωνσταντίνος Νικόδημος στο «Υπόμνημα της νήσου Ψαρών», αναφέρει ότι το 1770 οι Ψαριανοί είχαν 36 σακολέβες, ενώ μετά τα Ορλωφικά ναυπήγησαν 45 γαλιότες.  Ήταν γνωστοί για την πειρατική τους δράση και για τον λόγο αυτό τα Ψαρά αποκαλούνταν και Κιουτσούκ Μάλτα, δηλαδή, νησί των κουρσάρων.[11]      

Όσον αφορά τον Ιωάννη Βαρβάκη, με βάση ρωσικές πηγές του Ιδρύματος Κομνηνού-Βαρβάκη, ήταν σημαντική η συμβολή του τελευταίου σε καταδρομικές αποστολές, καθώς γνώριζε όλα τα κοντινά νησιά και κόλπους.Γνώριζε τους θαλάσσιους δρόμους που ακολουθούσαν τα οθωμανικά πλοία με εμπορεύματα στην Κωνσταντινούπολη και έτσι τα καταλάμβανε. Είχε την στήριξη από τους Ρώσους ναυτικούς, όμως η αυτοκράτειρα απαγόρευσε να μοιράζονται οι έπαινοι για την “Αρματωρία”, η οποία πολύ έμοιαζε με πειρατεία και ελλόχευε ο κίνδυνος να προκαλέσουν αντιδράσεις από γειτονικές χώρες.[12]   
 
Η Μάχη στο Τσεσμέ
image
 
Ορόσημο στο βίο του αποτελεί η ένταξή του στο ρωσικό σχέδιο επιχειρήσεων στο Αιγαίο και η εθελοντική του κατάταξη στο ρωσικό στόλο. Με καταδρομικό έλαβε μέρος στη ναυμαχία στο Τσεσμέ τις 26 Ιουνίου 1770 και στη διάρκεια του Ρώσο-οθωμανικού πολέμου (1768-1774) πήρε μέρος σε αρκετές θαλάσσιες επιχειρήσεις και ναυτικές συγκρούσεις. Έδρασε στην πολιορκία της Βηρυτού, στην πολιορκία της Πάτρας, στον κόλπο της Ναυπάκτου ενταγμένος στη δύναμη της μοίρας του Βοϊνόβιτς.    

Ο Αλεξέϊ Ορλόφ και ο Γκριγκόρι Ποτέμκιν, διαβεβαίωναν την Αικατερίνη Β’ ότι είναι πια απαραίτητο να αρχίσει ο πόλεμος με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και ότι στον πόλεμο αυτό είναι πολύ σημαντική η βοήθεια των Ελλήνων. Μετά από την συγκατάθεση της Αικατερίνης Β, στα νησιά του Αιγαίου στάλθηκαν πράκτορες, ενώ παράλληλα, ο Ρωσικός ναυτικός στόλος άρχισε τις προετοιμασίες για την έξοδό του στις ακτές της Πελοποννήσου.Σύντομα, 500 Ρώσοι στρατιώτες εγκαταστάθηκαν στο φρούριο Ναβαρίνο, όπου τις 10 Απριλίου, παραδόθηκε και έγινε προσωρινά η ναυτική βάση για το ρωσικό στόλο. Τις 24 Ιουνίου 1770, χτυπήθηκε ο οθωμανικός στόλος  στο Πορθμείο της Χίου, με αποτέλεσμα η οθωμανική μοίρα στόλου να καταφύγει στον Τσεσμεϊκό κόλπο, όπου ήταν υπό την προστασία της παράκτιας άμυνας. [13]  

Όταν οι Ρώσοι πλησίαζαν το Τσεσμέ ήρθαν αντιμέτωποι με ολόκληρο τον ναυτικό στόλο. Για να καταστραφούν τα πλοία αυτά, χρειάζονταν πυρπολικά, τα οποία πλησιάζοντας τα σε κοντινή απόσταση, εκρηγνυόμενα στον αέρα, θα ανατίναζαν και τα δικά τους πλοία.  Έτσι λοιπόν, εκλέχτηκαν τέσσερα ελληνικά πλοία, τα πιο ταχυκίνητα πλοία, μεταξύ αυτών και το καράβι του Βαρβάκη.   

Ο συγγραφέας της ιστορικής αφήγησης “Τσεσμά”, Βλαδίμηρος Σιγκιν αναφέρει:

«Το καράβι του Βαρβάκη μετατράπηκε σε πυρπολικό και αρματώθηκε για το πλήρωμα του υπολοχαγού Ιλίην. Αυτή ήταν η περίοδος όταν ο Έλληνας καπετάνιος χάρισε στον Ρώσο πλοίαρχο ένα αρχαίο στιλέτο, στο οποίο δίπλα με την χειρολαβή, στη λάμα υπήρχε η απεικόνιση του οκτωακρόνιου (οκτώ άκρες) ορθόδοξου σταυρού και στα ελληνικά ήταν γραμμένη η λέξη “ελευθερία”…. Τη μεγαλύτερη επιτυχία είχε το πυρπολικό του Βαρβάκη. Μανουβράροντας είχε την ευκαιρία να πλησιάσει το μεγάλο τουρκικό πλοίο, συνδέθηκε μ’ αυτό και έβαλε φωτιά στο δικό του πυρπολικό. Άναψε πύρινος πυρσός και σε λίγο ακούστηκε τρομερός θόρυβος και η τουρκική φρεγάτα έπεσε σε μια από τις πλευρές του πλοίου. Ένα μετά το άλλο άρχισαν να εκρήγνυνται τα τουρκικά πλοία. Ο Τσεσμαϊκός Όρμος μεταμορφώθηκε σε ένα ηφαίστειο εν ενεργεία. Τεράστια ανταύγεια πάνω από τον όρμο φαινόταν από πολλά χλμ. μακριά. Ο Ιωάννης Βαρβάκης βρισκόταν μέσα σ’ αυτή τη φωτιά, ριψοκινδύνεψε τη ζωή του, και τραυματίστηκε βαριά».[14]     

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, οι Οθωμανοί να αφήσουν τα πλοία τους και την πόλη. Μετά την επιτυχία της ναυμαχίας στο Τσεσμέ, η αυτοκράτειρα Αικατερίνη Β’ τον τίμησε με την προαγωγή του στο βαθμό του υπολοχαγού, το 1772. Ο εγγονός του Βαρβάκη ο Μάρκος, έγραφε για τον παππού του: «Μετά την περίφημη νίκη στο Τσεσμέ πράχθηκε στο βαθμό του υπολοχαγού. Μετά τη συνθηκολόγηση με τους Τούρκους, εξέφρασε επιθυμία να φύγει στη Ρωσία και ο Ορλόφ του επέτρεψε να περάσει μέσω της Κωνσταντινούπολης σε κάποιο από τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας και να συνεχίσει να υπηρετεί εκεί. Όμως, προκειμένου να συλληφθεί ο Βαρβάκης, ο σουλτάνος προσέφερε μεγάλη αμοιβή. Για το λόγο αυτό, συνελήφθη από τους Τούρκους, και καθώς περίμενε την εκτέλεσή του ήταν έγκλειστος σε κάστρο με επτά πύργους. Ο απεσταλμένος της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, ο πρίγκιπας Νικολάϊ Ρεπνιν, εξαγόρασε τον Βαρβάκη και τον έκρυψε στο σπίτι του. Αποφάσισε να στείλει τον καπετάνιο μυστικά στη Ρωσία».[15]

Συνεχίζεται
* Η Δήμητρα Καρδακάρη είναι τελειόφοιτη του Τμήματος Ιστορίας, του Ιονίου Πανεπιστημίου.



[1]Ελληνικές παροικίες στην Ρωσική Αυτοκρατορία, fhw.gr/projects/migration/15-19/gr/v2/russia.html, Ημερομηνία Πρόσβασης 25/06/2012
[2]Στο ίδιο
[3]Βασίλης Καρδάσης, Έλληνες Ομογενείς στην Νότια Ρωσία, 1775-1861, Αλεξάνδρεια 1998, σελ.41-76
[4]Ο.π, σελ. 41-76
[5]Τζελίνα Χαρλαύτη, Εμπορική Δραστηριότητα και ναυτιλία στα βόρεια παράλια του Εύξεινου Πόντου στο blacksea.ehw.gr/forms/fLemmaBodyExtended.aspx?lemmaID=11113, Ημερομηνία Πρόσβασης 25/06/2012
[6]Βασίλης Καρδάσης, Έλληνες Ομογενείς στην Νότια Ρωσία, 1775-1861, Αλεξάνδρεια 1998, σελ.41-76
[7]Ελληνικές παροικίες στην Ρωσική Αυτοκρατορία, fhw.gr/projects/migration/15-19/gr/v2/russia.html, Ημερομηνία Πρόσβασης 25/06/2012
[8]Βασίλης Ασημομύτης, Ιωάννης Βαρβάκης, Κάκτος 2001, σελ. 39-45. Αλλά και Αναστάσιος Γούδας Βίοι Παράλληλοι, των επί της αναγεννήσεως της Ελλάδος διαπρεψάντων ανδρών, Τόμος Γ’ Πλούτος ή Εμπόριον, σελ.155-157. Και αρχεία σχετικά με τον Ιωάννη Βαρβάκη από το ίδρυμα Κομνηνού-Βαρβάκη στο fk-v.com/fond.html, Ημερομηνία Πρόσβασης 25/06/2012. Τάκη Λάππα, Καραβοκύρηδες στο Εικοσιένα, σελ. 19-36 στο reader.ekt.gr/bookReader/show/index.php?lib=GRLIV&path=GRLIV_000000000000070185#page/1/mode/2up, Ημερομηνία Πρόσβασης 25/06/2012
[9]Βασίλης Ασημομύτης, Ιωάννης Βαρβάκης, Κάκτος 2001, σελ. 39-45.
[10]Ντίνα Αδαμοπούλου, Η εξέλιξη του εμπορίου  και της ναυτιλίας της ‘Ύδρας μέχρι της εξέλιξη της Ελληνικής Επανάστασης στο academy.edu.gr/el/sunedria/rigas-ferraios-iwannis-kapodistrias/item/203, Ημερομηνία Πρόσβασης 25/06/2012.
[11]Κατερίνα Παπακωνσταντίνου, Η ελληνική εμπορική ναυτιλία με βάση τα αρχεία του υγειονομείου της Μάλτας, 1723-1810, Ερευνητικό πρόγραμμα «Πυθαγόρας» – Υποέργο: «Η ναυτιλιακή ιστορία των Ελλήνων, 1700-1823». Ακαδ. υπεύθ.: Καθ. Τζελίνα Χαρλαύτη.
[12]Αρχεία σχετικά με τον Ιωάννη Βαρβάκη από το ίδρυμα Κομνηνού-Βαρβάκη στο fk-v.com/fond.html, Ημερομηνία Πρόσβασης 25/06/2012.
[13]Ολυμπία Σελέκου, Ιωάννης Βαρβάκης στο blacksea.ehw.gr/forms/fLemmaBodyExtended.aspx?lemmaID=11121, Ημερομηνία Πρόσβασης 25/06/2012.
[14]Αρχεία σχετικά με τον Ιωάννη Βαρβάκη από το ίδρυμα Κομνηνού-Βαρβάκη στο fk-v.com/fond.html, Ημερομηνία Πρόσβασης 25/06/2012.
[15]Στο ίδιο.