Μετά τον σεισμό και το τσουνάμι της Ιαπωνίας και τις ολέθριες συνέπειες στους πυρηνικούς αντιδραστήρες στη Φουκουσίμα, η ιταλική κυβέρνηση αποφάσισε να αναβάλλει για ένα χρόνο, την έναρξη του πυρηνικού της προγράμματος. Όπως έκανε γνωστό ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης, Πάολο Ρομάνι, «η κυβέρνηση Μπερλουσκόνι αποφάσισε να υιοθετήσει μορατόριουμ ενός έτους για να μπορέσει να αναπτυχθεί ο προβληματισμός και να υπάρξει η αναγκαία εμβάθυνση γύρω από το όλο θέμα της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας». Σύμφωνα με παρατηρητές, η απόφαση ελήφθη από τον ίδιο τον ιταλό πρωθυπουργό, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος φέρεται να ανησυχεί για την αρνητική στάση της κοινής γνώμης μετά από τα τραγικά γεγονότα της Ιαπωνίας.

Ads

Τον ερχόμενο Ιούνιο πρόκειται να διεξαχθεί δημοψήφισμα στο οποίο θα τεθεί το ερώτημα εάν οι πολίτες συμφωνούν στην πρόταση ακύρωσης κάθε πυρηνικού προγράμματος και την ενίσχυση –κατά συνέπεια– των εναλλακτικών πηγών ενέργειας.

Ο Αντόνιο Ντι Πιέτρο, επικεφαλής του κεντροαριστερού κόμματος Ιταλία των Αξιών κι εμπνευστής του συγκεκριμένου δημοψηφίσματος, δήλωσε σχετικά: «ο μόνος στόχος της κυβέρνησης είναι να μπλοκάρει την λαϊκή ετυμηγορία. Η κεντροδεξιά πρέπει να διαλέξει: η καταργεί οριστικά τον νόμο που επιτρέπει την χρήση της πυρηνικής ενέργειας, ή τον διατηρεί και πορεύεται ανάλογα».

Η αντίθεση των Ιταλών, προκύπτει, πάντως, και από γκάλοπ που διεξήχθη για λογαριασμό της εφημερίδας Λα Ρεπούμπλικα: το 59% των ερωτηθέντων δηλώνει «κάθετα αντίθετο» στην δημιουργία πυρηνικών αντιδραστήρων, ενώ ένα ακόμη 17% απαντά ότι «είναι σχετικά αντίθετο». Το 69% του στατιστικού δείγματος θεωρεί, επίσης, ότι η λύση είναι η αποκλειστική χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, για τις οποίες θα ήταν διατεθειμένο να πληρώσει και πιο ακριβούς λογαριασμούς ρεύματος και θέρμανσης.

Ads

Μια από τις ερμηνείες παρατηρητών όσον αφορά την κίνηση της κυβέρνησης είναι ότι προσπαθεί να προκαταλάβει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος με το μορατόριουμ, μειώνοντας το ενδιαφέρον για το θέμα και άρα και την συμμετοχή στην ψηφοφορία ώστε αυτή να μην ξεπεράσει το 50% που θα καθιστούσε το αποτέλεσμά του δεσμευτικό.