Από τους μικροαστούς στους «μη προνομιούχους» και από τους «μικρομεσαίους» στα μεσοαστικά στρώματα, η δεκαετία του 1980 πέρασε μέσα από την εύθραυστη, πρώτη μεταδικτατορική περίοδο για να καταλήξει στην πόρτα μιας μεσοστρωματικής, μαζικής δημοκρατίας δυτικού τύπου.

Ads

Από το Βήμα της Κυριακής (25/07/10)

Της κ. Έφης Γαζή*

Η «δεκαετία του 1980» στην Ελλάδα είναι μια δεκαετία που άρχισε νωρίς και τέλειωσε αργά. Συμπύκνωσε στο εσωτερικό της πολύπλευρες διαστάσεις της Μεταπολίτευσης του 1974, ενώ εγκαινίασε μια σειρά κοινωνικών, οικονομικών, αλλά και πολιτισμικών μετασχηματισμών, που επρόκειτο να σημαδέψουν τη χώρα για πολλά χρόνια.

Ads

Μπορούμε να κατανοήσουμε τη δυναμική της δεκαετίας του 1980 μέσα σε επάλληλους κύκλους που περιλαμβάνουν την Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο. Σε αυτό το πλαίσιο, τα έτη 1981 και 1989 κατέχουν κεντρική σημασία. Η επίσημη ένταξη της Ελλάδας στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, το 1981, είχε καταλυτικές επιπτώσεις για τη χώρα, ενώ σηματοδότησε την απαρχή μιας πορείας διεύρυνσης της ΕΟΚ. Η Ελλάδα έγινε το δέκατο μέλος της Κοινότητας καταλαμβάνοντας μια ιδιαίτερη, συμβολική θέση στη μετάβαση από τον μονοψήφιο στον διψήφιο αριθμό των χωρών που σταδιακά εντάχθηκαν στην ΕΟΚ. Αυτή η συμβολική θέση ενισχύθηκε από το γεγονός ότι η Ελλάδα εντάχθηκε μόνη της, ενώ προηγουμένως ομάδες κεντροευρωπαϊκών κυρίως χωρών γίνονταν μέλη της Κοινότητας, εγκαινιάζοντας έτσι τη διεύρυνση προς τον «μεσογειακό Νότο». Παράλληλα, ευρωπαϊκά προγράμματα, όπως τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα, αλλά και το πρόγραμμα ΕSΡRΙΤ για την επέκταση της υπολογιστικής τεχνολογίας στην εποχή της ανακάλυψης του προσωπικού υπολογιστή και των πρώτων εφαρμογών του Διαδικτύου ή το ΕRΑSΜUS για την ενίσχυση της κινητικότητας στην ευρωπαϊκή τριτοβάθμια εκπαίδευση, εγκαινιάστηκαν κατά τη δεκαετία του 1980 υπογραμμίζοντας τους νέους προσανατολισμούς της Κοινότητας και επιφέροντας αργά αλλά σταθερά αλλαγές μακράς διάρκειας στις ευρωπαϊκές κοινωνίες.

Η πτώση του Τείχους του Βερολίνου, το 1989, και κατ΄ επέκταση η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, αποτελεί ένα δεύτερο ορόσημο της δεκαετίας. Η ανάδυση του μετακομμουνιστικού κόσμου μετέβαλε δραστικά τις ιδεολογικές και πολιτικές πραγματικότητες μέσα και έξω από την Ευρώπη, σε συνέχεια της κυριαρχίας των συντηρητικών κυβερνήσεων της Μάργκαρετ Θάτσερ στη Μεγάλη Βρετανία και του Ρόναλντ Ρίγκαν στις ΗΠΑ κατά τα προηγούμενα χρόνια. Αν και οι μεταβολές αυτές δεν έγιναν αμέσως αισθητές στην Ελλάδα, η συγκεκριμένη ημερομηνία δεν πρέπει να περνάει απαρατήρητη για έναν επιπλέον λόγο: ένα πρώτο μεγάλο κύμα μετανάστευσης από τις πρώην ανατολικές χώρες έφθασε σε μια χώρα που ως τότε- με εξαίρεση το προσφυγικό ρεύμα της περιόδου 1915-1922- ήταν σημείο αναχώρησης και όχι τόπος προορισμού. Οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές επιπτώσεις αυτού του μεταναστευτικού ρεύματος, επρόκειτο να είναι καθοριστικές στα χρόνια που έρχονταν.

Στο εσωτερικό αυτών των επάλληλων κύκλων, τα έτη 1981 και 1989 έχουν τη δική τους θέση στο «ελληνικό ημερολόγιο», ασύμμετρη ίσως αλλά όχι απόλυτα ανεξάρτητη από τις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες εξελίξεις. Η άνοδος του ΠαΣοΚ στην εξουσία το 1981 διαμόρφωσε ένα νέο τοπίο εντός της Μεταπολίτευσης.

Η εδραίωση των δημοκρατικών ελευθεριών και η υπέρβαση του μετεμφυλιακού κράτους, οι αναδιανεμητικές πολιτικές, η δημιουργία υποδομών του κοινωνικού κράτους, οι μεταρρυθμίσεις του συστήματος Υγείας και του εκπαιδευτικού συστήματος μετέβαλαν τις κοινωνικές πραγματικότητες, ιδιαίτερα κατά το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1980. Στο άλλο άκρο της δεκαετίας, η πολιτική και θεσμική κρίση του 1989 επισφράγισε μια περίοδο βαθιά τραυματισμένη από την πολιτική πόλωση, τη θεσμική απορρύθμιση, τον λαϊκισμό και τα επιχειρηματικο-πολιτικά σκάνδαλα. Σε αυτό το πλαίσιο, το πρόσωπο της ελληνικής κοινωνίας σταδιακά άλλαξε. Από τους μικροαστούς στους «μη προνομιούχους» και από τους «μικρομεσαίους» στα μεσοαστικά στρώματα, η δεκαετία του 1980 πέρασε σαν υπνοβάτης της ιστορίας μέσα από την εύθραυστη, πρώτη μεταδικτατορική περίοδο για να καταλήξει στην πόρτα μιας μεσοστρωματικής, μαζικής δημοκρατίας δυτικού τύπου. Δεν συνέβαλε μόνο η κοινωνική κινητικότητα και η αλλαγή των οικονομικών μεγεθών προς αυτή την κατεύθυνση. Η διευθέτηση μνημονικών τόπων, όπως ο Εμφύλιος, η επανατοποθέτηση του άξονα Δεξιά- Αριστερά (ή ορθότερα, αντι-Δεξιά σε εκείνη την περίοδο), η αναζήτηση της ταυτότητας των συλλογικών υποκειμένων μέσα από τη διερώτηση και τη νέα οριοθέτηση έμφυλων, οικογενειακών, διαγενεακών ρόλων, η μεταβολή των όρων της πολιτικής επικοινωνίας στις συνθήκες του αναδυόμενου οπτικού πολιτισμού, η μαζικοποίηση και σταδιακή εμπορευματοποίηση των πολιτισμικών προϊόντων και πρακτικών, η απορρύθμιση του διπόλου «λόγια/ υψηλή» και «λαϊκή/ χαμηλή» κουλτούρα, οι νέοι τρόποι ζωής (life style) και κατανάλωσης έχουν το δικό τους μεγάλο μερίδιο σε αυτή τη διαδικασία. Δεν πρόκειται για επιφαινόμενο, αλλά για μια αργόσυρτη και βαθιά μεταβολή στην πολιτική και κοινωνική εμπειρία και στη συγκρότηση του συλλογικού φαντασιακού.

* Η κυρία Έφη Γαζή είναι επίκουρη καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.