«Δεν γνωρίζουµε περιορισµούς καθ’ οποιαδήποτε χρονική στιγµή στην πρόσβαση, τις υπερπτήσεις ή την ανάπτυξη ακόµη και των πιο ευαίσθητων στρατιωτικών υλικών στη βάση» υποστηρίζουν Αμερικανοί αξιωματούχοι, αναφερόμενοι στη βάση της Σούδας, σύμφωνα με απόρρητα τηλεγραφήματα που διέρρευσαν στο Wikileaks. Όπως αναφέρουν τα «Νέα», σύμφωνα με τα τηλεγραφήματα, οι ελληνικές κυβερνήσεις παρείχαν διευκολύνσεις στη βάση της Σούδας, «χωρίς κανέναν περιορισµό», που έπρεπε να µείνουν «αλώβητες». Εξάλλου οι Αμερικανοί παραδέχονται στα εν λόγω τηλεγραφήματα ότι οι ελληνοαμερικανικές στρατιωτικές σχέσεις ήταν σημαντικότερες από οποιαδήποτε διαφωνία στα πολιτικά ζητήµατα.

Ads

Όπως προκύπτει από απόρρητο τηλεγράφημα του αµερικανού πρεσβευτή Τσαρλς Ρις η ελληνική κυβέρνηση είχε συμφωνήσει το 2007 για περαιτέρω συνδρομή στο Ιράκ. Στις 2 Μαΐου 2007 γράφει ότι η Ελλάδα έχει δηλώσει την προθυµία της να συµβάλει περισσότερο στο Ιράκ και σηµειώνει ότι έχει συνδράµει µε όλους τους τρόπους. «Η Ελλάδα παρείχε εκτεταµένη υποστήριξη για τον ανεφοδιασµό αεροσκαφών και άλλες τεχνικές δραστηριότητες στη βάση της Σούδας» αναφέρει και υποστηρίζει ότι ομάδα των ελληνικών Ειδικών Δυνάμεων είχε αναπτυχθεί πάνω από τη βάση της Σούδας για αρκετούς µήνες, για την ασφάλεια των αµερικανικών στρατιωτικών επιχειρήσεων. Σημειώνει δε, ότι οι ελληνικές Ένοπλες ∆υνάµεις «πήραν κάθε διαθέσιµο βυτιοφόρο και οδηγό για να παράσχουν καύσιµα στα αµερικανικά αεροσκάφη», πράγμα που επέτρεψε τον ανεφοδιασμό κάθε B52 που χτυπούσε το Ιράκ από τα δυτικά. Επιπλέον όταν υπήρξε περιορισμός των καυσίμων η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία έκανε εκτροπή στο 100% στον δικό της αγωγό καυσίµων για να εξυπηρετήσει τις δυνάμεις των ΗΠΑ.

Η βάση της Σούδας ήταν εξαιρετικά σημαντική για τις ΗΠΑ γι’ αυτό και οι Αμερικάνοι είχαν από κοντά τους τοπικούς άρχοντες της Κρήτης, ώστε να αλλάξει η αρνητική εικόνα για την αμερικανική βάση. Σε εμπιστευτικό τηλεγράφημα στις 27 Μαρτίου 2007, ο Ρις περιγράφει τη συνάντησή του στα Χανιά µε τον νέο νοµάρχη και κάνει λόγο για υποδοχή πολύ διαφορετική από τις συνήθως «παγερές συναντήσεις µε την παλιά αριστερίστικη τοπική ηγεσία». «Τέτοιες συζητήσεις σε άλλο πλαίσιο θα ήταν απίθανες, αλλά στην περίπτωση της βάσης της Σούδας εκπροσωπούν ριζική αλλαγή από την κατάσταση που είχε επικρατήσει για αρκετά χρόνια. Προηγουµένως, οι τοπικοί πολιτικοί ήταν ανοικτά εχθρικοί προς τη βάση και δεν ενδιαφέρονταν για επισκέψεις αµερικανικών πλοίων, παρά τα σηµαντικά οικονοµικά οφέλη για την τοπική κοινωνία» σημειώνει σε τηλεγράφημα στο οποίο αναφέρεται στη συνάντηση του με το νομάρχη Χανίων, Γρηγόρη Αρχοντάκη, τον δήµαρχο Χανίων Κυριάκο Βιρβιδάκη και τον δήµαρχο Ακρωτηρίου Μιχάλη Κυνηγό.

Ο νομάρχης Χανίων, σύμφωνα με το τηλεγράφημα υποστηρίζει ότι αποτελεί βασική του προτεραιότητα η ενίσχυση των δεσμών ανάμεσα στην κοινωνία των Χανίων και τη βάση καθώς κάτι τέτοιο «δεν θα είχε μόνο οικονομικά οφέλη αλλά θα άλλαζε και την πολιτική ατμόσφαιρα». Από την πλευρά του ο δήμαρχος του Ακρωτηρίου αναφέρει στον Ρις ότι υπήρχε αντιαµερικανικό κλίµα στη Σούδα, «αλλά δεν ήταν χειρότερο απ’ οπουδήποτε αλλού στην Ελλάδα». Υποστήριξε δε, ότι «η δουλειά του δεν ήταν η εξωτερική πολιτική, αλλά η ευηµερία του Ακρωτηρίου».

Ads

Σε νέα συνάντηση του κ. Αρχοντάκη τον Ιούλιο του 2007, με τους Αμερικανούς, ο νομάρχης Χανίων τους πιέζει για περισσότερες επισκέψεις αµερικανικών πλοίων στη Σούδα. Σύμφωνα με τηλεγράφημα του Αµερικανού επιτετραµµένου στην Αθήνα Τόµας Κάντριµαν, ο κ. Αρχοντάκης αναφέρει ότι δεν θέλει τις επισκέψεις τόσο για το οικονομικό όφελος, όσο για τα «πολιτικά οφέλη» γιατί μια τέτοια κίνηση θα έδειχνε την αμερικανική στήριξη στην τοπική κοινωνία. Ισχυρίστηκε δε, ότι με εξαίρεση μια κομμουνιστική μειοψηφία, η τοπική κοινωνία ήταν «πολύ φιλοαμερικανική».

«Προηγουµένως, τρέµαµε να τηλεφωνήσουµε στους τοπικούς πολιτικούς… Τώρα, ο νοµάρχης και οι άλλοι αξιωµατούχοι καλωσορίζουν τις επισκέψεις των αµερικανικών πλοίων, γι’ αυτό ενθαρρύνουµε το Ναυτικό να εκµεταλλευθεί αυτή τη νέα συµπεριφορά» σχολιάζει ο Κάντριµαν.

Εξάλλου, σε τηλεγράφημά του, στις 31 Μαρτίου 2008, ο Ντάνιελ Σπέκχαρντ αναφέρει ότι µπορεί οι συνεισφορές της Ελλάδας στο Ιράκ και το Αφγανιστάν να είναι «περιορισµένες», αλλά δεν ισχύει το ίδιο σε άλλες περιπτώσεις. «Όταν η Τουρκία αρνήθηκε να επιτρέψει στη συµµαχία των ΗΠΑνα επιχειρήσει από τις βάσεις της πέρυσι, η Αµερικανική Πολεµική Αεροπορία µετέφερε 6 τάνκερ KC-135 από το Ιντσιρλίκ στη βάση της Σούδας, όπου οι Ελληνες βοήθησαν στον ανεφοδιασµό τους. Για τις επίγειες αµερικανικές δυνάµεις, το σύµπλεγµα της Σούδας επέτρεψε στο 4ο Μηχανοκίνητο Τµήµα Πυροβολικού να µετακινηθεί γρήγορα από τον Βορρά στον Νότο εγκαίρως για την έναρξη του πολέµου. Η Ελλάδα επιτρέπει περισσότερες από 24.000 υπερπτήσεις τον χρόνο» αναφέρει ο Αμερικανός πρεσβευτής.

Ο ίδιος στις 24 Ιουνίου 2008, αναφέρει σε τηλεγράφημά του ότι έχουν δημιουργηθεί σύννεφα στις διµερείς σχέσεις από τις διαφωνίες για το Σκοπιανό, την ελληνοτουρκική διένεξη για τον Αϊ-Στράτη, τον ρόλο του ΝΑΤΟ και τις σχέσεις της κυβέρνησης Καραµανλή µε τη Ρωσία. Πάντως επισημαίνει ότι η στρατιωτική συνεργασία παραμένει καλή και πρέπει να παραµείνει «αλώβητη». Υποστηρίζει ότι η ελληνική κυβέρνηση αποδείχθηκε πολύ συνεργάσιµος εταίρος στη Σούδα αλλά ότι δεν θέλει να προβάλλεται κάτι τέτοιο για λόγους εσωτερικής πολιτικής. «∆εν γνωρίζουµε περιορισµούς καθ’ οποιαδήποτε χρονική στιγµή στην πρόσβαση, τις υπερπτήσεις ή την ανάπτυξη ακόµη και των πιο ευαίσθητων στρατιωτικών υλικών στη βάση» σημειώνει, υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις µετά την 11η Σεπτεµβρίου έχουν χορηγήσει 28.000 άδειες υπερπτήσεων αµερικανικών πολεµικών αεροσκαφών το χρόνο για τις επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν και το Ιράκ.

«Σε πολλούς τοµείς, η συνεργασία µας µε τους Έλληνες εξαρτάται περισσότερο από προσωπικές σχέσεις, παρά από θεσµικούς δεσµούς. Το να κάνεις τους Ελληνες να πουν “ναι” σε δύσκολα θέµατα γενικά απαιτεί ένα καλό επιχείρηµα, σε συνδυασµό µε κανάκεµα. Οι Έλληνες είναι επιρρεπείς στην κολακεία και προσβάλλονται εύκολα»
συμβουλεύει.

Στις 12 Νοέμβριου του 2009 και ενόψει της επίσκεψης του Αµερικανού υφυπουργού Αµυνας Αλεξάντερ Βέρσµποου στην Αθήνα, ο Ντάνιελ Σπέκχαρντ σε απόρρητο τηλεγράφηµα επαναλαµβάνει τη σηµασία της ναυτικής βάσης της Σούδας και το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι από τους µεγαλύτερους αγοραστές αµερικανικών όπλων. «Το µήνυµά σας θα πρέπει να είναι ότι θέλουµε να ξοδέψουµε 32 δισ. δολάρια στην κρητική οικονοµία, για να αναβαθµίσουµε τη στρατηγική µας σχέση, να προστατεύσουµε το περιβάλλον και να διατηρήσουµε τη βάση της Σούδας ως εγκατάσταση – κλειδί για την Ελλάδα, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ» υποστηρίζει και επισημαίνει ότι αναμένονται διεθνείς διαγωνισμοί ύψους 6 δις δολαρίων τα επόμενα δυο χρόνια. Αναφερόµενος στο πρόβληµα συστηµάτων αυτοπροστασίας που έχει προκύψει µε αµερικανικά F16 µε ευθύνη της εταιρείας Raytheon, σηµειώνει πως αυτό σηµαίνει ότι «πολλά από τα µαχητικά αεροσκάφη της Ελλάδας που κάνουν αναχαιτίσεις στο Αιγαίο δεν έχουν σύστηµα αυτοπροστασίας». Ωστόσο, συµβουλεύει τον υφυπουργό Άµυνας να ενισχύσει την προσπάθεια της κυβέρνησης Παπανδρέου για διαφάνεια και δίκαιους διαγωνισµούς, εκτιµώντας ότι στο παρελθόν η ελληνική εθνική ασφάλεια «και οι αµερικανικές εταιρείες υπέφεραν όταν οι αποφάσεις λαµβάνονταν µε πολιτικό κριτήριο».

Στις 11 Νοεµβρίου του 2008, ο Ντάνιελ Σπέκχαρντ σε τηλεγράφημά του αναφέρει ότι η επίσκεψη του αρχηγού του ΓΕΕΘΑ στρατηγού ∆ηµήτριου Γράψα στην Ουάσιγκτον είναι μια ευκαιρία να αναγνωριστεί η στήριξη της Ελλάδας στις αμερικανικές επιχειρήσεις, ενώ επισημαίνει και πάλι το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι σημαντικός αγοραστής αμερικανικών εξοπλισμών. Σημειώνει ότι οι τελευταίες αποφάσεις προμηθειών είναι πολιτικές και επιδιώκουν ισορροπία ανάμεσα στις ΗΠΑ, την ΕΕ και τη Ρωσία. Όσο για τον Δημήτριο Γράψα τον περιγράφει ως «ανοικτό». «Είναι θετικά διακείµενος απέναντι στις ΗΠΑ κι έχει πιέσει τις ελληνικές Ένοπλες ∆υνάµεις να µιµηθούν τον αµερικανικό σχεδιασµό, τις προµήθειες και την εκπαίδευση». Υποστηρίζει δε, ότι ο στρατηγός είναι «καχύποπτος µε τη Ρωσία και τις προσπάθειες για προµήθειες αµυντικού υλικού από αυτήν». Συγκεκριμένα το τηλεγράφημα αναφέρει ότι ο αρχηγός του ΓΕΕΘΑ είχε πει στον ακόλουθο Άµυνας της αµερικανικής πρεσβείας ότι λυπόταν που η Ελλάδα είχε αγοράσει ρωσικά BMP3 ενώ τόνισε ότι θα υποστήριζε την αποστολή ελληνικών δυνάμεων στο Ιράκ και αύξηση των δυνάμεων της χώρας στο Αφγανιστάν. Ο Σπέκχαρντ πάντως ξεκαθαρίζει ότι ο στρατηγός Γράψας έχει μικρή επιρροή επί των αποφάσεων για τις προμήθειες.