Με «μελανά» χρώματα περιγράφει όλες τις εκδοχές για τη διαχείριση του ελληνικού δημόσιου χρέους η γερμανική εφημερίδα Hannoversche Allgemeine η οποία επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα: «Πώς θα απαλλαγεί η Ελλάδα από το χρέος;». Σε αυτό το πλαίσιο, παραθέτει 3 σενάρια τα οποία συνοδεύει με τη διαπίστωση πως είναι «όλα προβληματικά».

Ads

Σενάριο πρώτο: Η Ελλάδα θα τα καταφέρει

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα φέρουν την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας και σε συνδυασμό με τις ιδιωτικοποιήσεις θα καταστήσουν βιώσιμο το χρέος το 2013. Έως τότε όμως η χώρα θα κατρακυλά ολοένα και βαθύτερα στην ύφεση. Άλλωστε είναι αμφίβολο αν η ελληνική κυβέρνηση θα μπορέσει να υλοποιήσει στην πράξη τις εξαγγελλόμενες ρυθμίσεις. Οι αγορές χρήματος άλλωστε δεν δείχνουν να πιστεύουν το συγκεκριμένο σενάριο.

Σενάριο δεύτερο: «Κούρεμα»

Μια περικοπή του χρέους της τάξης του 30% θα ανακουφίσει πραγματικά την Ελλάδα. Ωστόσο, αυτή θα πλήξει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας για μεγάλο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να εξαρτιέται και πάλι από τα δάνεια της ΕΕ. Παράλληλα, θα κινδυνεύσουν με κατάρρευση οι τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία. Μία «κομψότερη» αναδιάρθρωση του χρέους θα ήταν η ανταλλαγή των ελληνικών ομολόγων με νέα, εγγυημένα από την Ευρωζώνη, όμως με αυτόν τον τρόπο θα έμπαιναν από την «πίσω πόρτα» τα -ανεπιθύμητα για το Βερολίνο- ευρωομόλογα.

Ads

Σενάριο τρίτο: Επιμήκυνση αποπληρωμής

Η αποπληρωμή του ελληνικού δημόσιου χρέους θα επιμηκυνθεί, σε συνδυασμό με μία μείωση των επιτοκίων, και οι παλιοί τίτλοι θα ανταλλαχθούν με νέους, μεγαλύτερης διάρκειας. Με αυτόν τον τρόπο, ωστόσο, δεν θα μειωθεί το ύψος του χρέους αλλά στην ουσία θα παραταθεί η αποπληρωμή του. Άλλωστε, σε αυτή την περίπτωση οι τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες ρευστότητας καθώς θα λάβουν αργότερα τα χρήματα που δάνεισαν και θα εισπράξουν λιγότερους τόκους.

Ο συντάκτης του άρθρου Gerd Höhler επισημαίνει ότι οι χρηματαγορές έχουν ήδη προεξοφλήσει την ολοένα και πιο πιθανή αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, με μεγάλο ποσοστό κρατικών ομολόγων να έχει χάσει τουλάχιστον το 20% της ονομαστικής αξίας.