Η απόφαση για πώληση των παραρτημάτων των τριών κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα ελήφθη στο πλαίσιο της συμφωνίας της 15ης Μαρτίου, στο Eurogroup, και αποτελούσε απαραίτητο όρο του Μνημονίου, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ομίλου Πειραιώς Κωνσταντίνος Λοϊζίδης.

Ads

 
Όπως είπε τους όρους και την περίμετρο της συναλλαγής διαμόρφωσε η ΕΕ και δεν μπορούσε να τους αλλάξει καμία κυβέρνηση. «Η πώληση των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα τέθηκε ως απαραίτητος όρος του μνημονίου για να απομονωθούν τα ελληνικά τραπεζικά δίκτυα των κυπριακών τραπεζών, αλλά και για να μην παρασύρουν και τις μητρικές τους τράπεζες στην Κύπρο».
 
Σύμφωνα με τον Φιλελεύθερο, ο Κωνσταντίνος Λοϊζίδης υποστήριξη πως η τιμή πώλησης που συμφωνήθηκε συνολικά και για τα τρία δίκτυα καταστημάτων ήταν πολύ υψηλότερη από τις αντίστοιχες συγκρίσιμες συναλλαγές που έγιναν στην Ελλάδα.
 
Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ανέφερε σε επιστολή της στη Βουλή ότι το δανειακό χαρτοφυλάκιο των τριών τραπεζών, ύψους 23,9 δισ. ευρώ πωλήθηκε με αποτίμηση 16,2 δισ. ευρώ, λόγω των συσσωρευμένων προβλέψεων επί των δανείων και της εκτίμησης της Pimco για μελλοντικές ζημιές.
 
Ερωτηθείς σε ποιο βαθμό η τιμή πώλησης αντικατοπτρίζει τις συνθήκες της αγοράς και πώς συγκρίνεται με τις χρηματιστηριακές τιμές των τραπεζών, είπε ότι «έχουν γίνει πρόσφατα τρεις πωλήσεις ξένων τραπεζών στην Ελλάδα».
 
Και στις τρεις περιπτώσεις, είπε, οι ξένες μητρικές τράπεζες (Societe Generale και Credit Agricole Γαλλίας και η BCP Πορτογαλίας) δέχθηκαν ουσιαστικά μηδενικό τίμημα πώλησης (περίπου 2 εκ. ευρώ), να ανακεφαλαιοποιήσουν πλήρως τις τράπεζες (3,7 δισ. ευρώ) και επιπροσθέτως ανέλαβαν την υποχρέωση να επενδύσουν σημαντικά ποσά (πέραν των 550 εκ. ευρώ) στις αυξήσεις κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών. «Ουσιαστικά πλήρωσαν για να φύγουν από την Ελλάδα» τόνισε.
 
Για τη Λαϊκή Τράπεζα ο Κωνσταντίνος Λοϊζίδης είπε ότι είχε αποδειχθεί πως ήταν αδύνατο να βρει οποιονδήποτε αγοραστή και υπήρχε ορατός κίνδυνος να καταρρεύσει.