Η κυβέρνηση εξήγγειλε κάλπες το Φθινόπωρο. Όχι στο πλαίσιο εκλογών αλλά για τη διενέργεια δημοψηφίσματος. Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Κώστας Χρυσόγονος επισημαίνει στο tvxs.gr κινδύνους συνταγματικής εκτροπής αλλά και ουσίας ενόψει μιας αμφίβολης διαδικασίας, τόσο ως προς τους όρους της όσο και ως προς την τελική της υλοποίηση.

Ads

«Όπως έλεγε και ο μακαρίτης Ανδρέας Παπανδρέου, αυτά είναι ζητήματα που ανάγονται στην αρμοδιότητα άλλων επιστημών…», τονίζει χαριτολογώντας ο κ. Χρυσόγονος, ερωτώμενος τι ακριβώς αντιλαμβάνεται ο ίδιος ως πρακτικό στόχο της πρόσφατης βαρύγδουπης εξαγγελίας, η οποία μεσολάβησε κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής συζήτησης με αντικείμενο την ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, εν μέσω αιτημάτων αλλά και σεναριολογίας για πρόωρες εκλογές.

Μόνο για ένα πράγμα δηλώνει σίγουρος: «Συνταγματικό ή αναθεωρητικό δημοψήφισμα δεν νοείται. Απαγορεύεται από το άρθρο 110 του Συντάγματος. Αποκλειστική αρμοδιότητα για την αναθεώρηση του Συντάγματος έχει η Βουλή, και μάλιστα δύο διαδοχικές (η πρώτη διαπιστώνει την ανάγκη αναθεώρησης και η δεύτερη αναθεωρεί, αφού μεσολαβήσουν βουλευτικές εκλογές)».

Προειδοποιώντας για τον κίνδυνο συνταγματικής εκτροπής, ο ίδιος προσθέτει πως «αναθεώρηση του Συντάγματος δεν επιτρέπεται αν δεν περάσει 5ετία από την προηγούμενη αντίστοιχη, άρα το νωρίτερο που μπορεί να ξεκινήσει η διαδικασία αναθεώρησης είναι το Μάιο του 2013 με τη Βουλή που θα υπάρχει τότε».

Ads

Ο κ. Χρυσόγονος εφιστά την προσοχή σε ακόμη ένα ενδεχόμενο: «Υπάρχει και ο κίνδυνος της συνταγματικής εκτροπής με την έννοια ότι η έκφραση του λαού μέσα από το δημοψήφισμα έχει μια ιδιαίτερη βαρύτητα και άρα, ανάλογα με την ενδεχομένως παραπειστική διατύπωση του ερωτήματος, μπορούμε να παρασυρθούμε σε πολύ επικίνδυνους δρόμους». Πάντως, η συνταγματικότητα ενός δημοψηφίσματος μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, κάτι το οποίο δεν είναι απαραίτητο να προηγηθεί της διαδικασίας (η οποιαδήποτε ένσταση ασκείται εντός 10 ημερών από τη δημοσίευση του αποτελέσματος).

Ζητούμενο αποτελεί ο χαρακτήρας και τα ζητήματα τα οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει το επικείμενο (;) δημοψήφισμα. Σύμφωνα με τον κ. Χρυσόγονο, «το Σύνταγμα επιτρέπει δημοψήφισμα είτε για ψηφισμένο νομοσχέδιο (αποκλειομένων όμως των δημοσιονομικών, πράγμα που σημαίνει ότι το Μεσοπρόθεσμο και ο εφαρμοστικός νόμος δεν θα μπορούσαν να τεθούν σε δημοψήφισμα), είτε για κρίσιμο εθνικό θέμα. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να αφορά τη συμμετοχή της Ελλάδας στη διαδικασία του Μνημονίου και του μηχανισμού ευρωπαϊκής στήριξης εν γένει: ‘Θέλετε ή δεν θέλετε το Μνημόνιο;’».

Ο ίδιος αναρωτιέται για ποιο λόγο η κυβέρνηση προωθεί τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, εφόσον «αν έχει την πρόθεση να προχωρήσει σε αλλαγές προς την κατεύθυνση εξυγίανσης του πολιτικού συστήματος, θα μπορούσε να το κάνει και με νόμο». Σε αυτό το πλαίσιο, παραπέμπει σε προτάσεις φορέων όπως η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς οι οποίες «έχουν διατυπωθεί από το Δεκέμβριο του 2010 και θα μπορούσαν να βρουν κοινή αποδοχή, αν πραγματικά το πολιτικό σύστημα επιθυμούσε να εξυγιανθεί».

Υπενθυμίζεται ότι ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, γνωστοποιώντας την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε δημοψήφισμα, είχε δηλώσει: «Στην κορυφή των προτεραιοτήτων μας, είναι ένα νέο Σύνταγμα, εύληπτο, κατανοητό στον κάθε πολίτη. Δεν θα περιορίσουμε την προσπάθειά μας σε μια τεχνητή αναθεώρηση. (…) Προτίθεμαι να δημιουργήσω μια Επιτροπή 20-25 προσωπικοτήτων που θα εκπροσωπούν ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, η οποία θα καταγράψει και επεξεργαστεί προτάσεις για τις αλλαγές στο πολιτικό σύστημα. Από τη λειτουργία της Βουλής, τον αριθμό των βουλευτών, την ευθύνη των υπουργών, τη χρηματοδότηση των κομμάτων, τη θητεία εκλεγμένων αξιωματούχων, το εκλογικό σύστημα, μέχρι τη δικαιοσύνη και πολλά άλλα ακόμη, τα οποία θα παραδοθούν στην κυβέρνηση, να τα επεξεργαστεί η αρμόδια Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας και αμέσως μετά να πάμε σε δημοψήφισμα. Δηλαδή, το Φθινόπωρο, να πάμε σε δημοψήφισμα για τις μεγάλες αλλαγές σε αυτό τον τόπο».

Από την πλευρά του, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Ηλίας Μόσιαλος ανέφερε πως το θέμα της άρσης μονιμότητας στο Δημόσιο θα μπορούσε να αποτελεί ένα από τα ερωτήματα, για τα οποία διαβεβαίωσε ότι δεν θα διατυπωθούν στη μορφή εκβιαστικών διλημμάτων.

Ανεξάντλητη είναι η συζήτηση αναφορικά με τα κίνητρα και τις συνθήκες της κυβερνητικής ανακοίνωσης για δημοψήφισμα, η οποία αποδίδεται σε προσπάθεια εκτόνωσης της κοινωνικής έντασης, σε ελιγμό με σκοπό την αποφυγή εκλογών ή σε πραγματική πρόθεση για τη διεκδίκηση κοινωνικής νομιμοποίησης. Άλλωστε, οι εξαιρετικά δύσκολες ημέρες για την κυβέρνηση, κατά τις οποίες μεσολάβησε η εξαγγελία, διαμορφώνουν κλίμα δυσπιστίας ως προς την αξιοπιστία της κυβερνητικής δέσμευσης.