H αποποινικοποίηση των ναρκωτικών βρίσκεται και πάλι στην επικαιρότητα τις τελευταίες ημέρες, ύστερα από την παρουσίαση των βασικών αξόνων του υπό κατάρτιση νομοσχεδίου για τα ναρκωτικά στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής από τον υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μιλτιάδη Παπαϊωάννου. Οι αντιδράσεις για το θέμα της αποποινικοποίησης είναι ποικίλες, με το νομοσχέδιο να κρίνεται από «θετικό» έως «καταστροφικό».

Ads

Στις βασικές διατάξεις του νομοσχεδίου περιλαμβάνεται η πλήρης αποποινικοποίηση της χρήσης ναρκωτικών ουσιών ως συμπεριφοράς ενέχουσας αποκλειστικά και μόνο αυτοπροσβολή του ίδιου του χρήστη. Η κατοχή και η προμήθεια, αλλά και η καλλιέργεια φυτών κάνναβης, σε ποσότητες που δικαιολογούν την ατομική χρήση αναγνωρίζεται ως πταίσμα, ενώ αντίθετα η διακίνηση ναρκωτικών ουσιών αναγνωρίζεται κακούργημα.

Σημειώνεται πως οι περιπτώσεις διακίνησης χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες, ενώ ανάλογη κλιμάκωση προβλέπεται και για τις ποινές. Παράλληλα κατοχυρώνεται το δικαίωμα στη θεραπεία κάθε εξαρτημένου δράστη αξιόποινης πράξης, είτε πρόκειται για εγκλήματα του νόμου περί ναρκωτικών είτε για άλλα εγκλήματα που φέρονται ότι τελέστηκαν για να διευκολυνθεί η χρήση ναρκωτικών ουσιών. Από την πρώτη κατηγορία εξαιρείται το αδίκημα της διακίνησης, ενώ από τη δεύτερη εξαιρούνται εγκλήματα όπως η ανθρωποκτονία, ο βιασμός κ.α.

Σημειώνεται πως αν ο χρήστης ολοκληρώσει με επιτυχία το θεραπευτικό πρόγραμμα προβλέπεται η οριστική αποχή από την ποινική δίωξη, η υποχρεωτική αναστολή της ποινής που επιβάλλεται και η υποχρεωτική αναγνώριση ελαφρυντικής περίστασης υπέρ του.

Ads

Αντίθετοι με το σχέδιο που παρουσίασε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δηλώνουν ΝΔ, ΛΑΟΣ και ΚΚΕ. Ειδικότερα, η ΝΔ αφήνει αιχμές για το χρόνο που επέλεξε η κυβέρνηση να ανακοινώσει το νομοσχέδιο για την αποποινικοποίηση. «Είναι εξαιρετικά δύσκολο να κατανοήσουμε το χρόνο που επέλεξε υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μιλτιάδης Παπαϊωάννου», τονίζει ο υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Δικαιοσύνης της ΝΔ, Κώστας Τζαβάρας, υποστηρίζοντας πως «σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, όπου η δυστυχία και η οικονομική εξαθλίωση πλήττουν μαζικά την ελληνική κοινωνία, τέτοιες αποφάσεις, όχι μόνο δεν γιατρεύουν, αλλά επιδεινώνουν το πρόβλημα».

Ο Κώστας Τζαβάρας επισημαίνει πως το πρόβλημα μπορεί να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο αν «η έννοια της αποποινικοποίησης πάρει τη διάσταση της απενοχοποίησης ή νομιμοποίησης των ναρκωτικών». «Επιβάλλεται η συγχώνευση όλων των υπηρεσιών, οργανισμών, σωματείων κ.λπ. και η ίδρυση ενός κεντρικού και ενιαίου Εθνικού Συμβουλίου κατά των ναρκωτικών. Μια Αρχή, ένα Σχέδιο, μια Δράση. Αυτή πρέπει να είναι η κατεύθυνση για μια αληθινή και αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος. Δεν πρέπει όμως στο όνομα οποιασδήποτε “φιλελευθεροποίησης” να υποτιμάμε τους ισχυρούς δεσμούς που εξακολουθούν να κρατούν οργανικά ενωμένα τα ναρκωτικά με το έγκλημα και το βρώμικο χρήμα», καταλήγει ο υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Δικαιοσύνης της ΝΔ.

Κατηγορηματικά αντίθετο στο νομοσχέδιο για τα ναρκωτικά δηλώνει το ΚΚΕ κάνοντας λόγο για «ναρκοκαταστολή». «Η νομιμοποίηση των ναρκωτικών που εξήγγειλε η κυβέρνηση με δήθεν δάκρυα για τους χρήστες που φυλακίζονται στοχεύει μόνο στο μυαλό και την ψυχή κυρίως των νέων ανθρώπων, αλλά και όλου του λαού. Μια νεολαία μισοζαλισμένη, με σκυμμένο το κεφάλι βολεύει το πέρασμα της πολιτικής τους. Μια νεολαία που στερείται τα δικαιώματά της στην Παιδεία, την Υγεία, τον πολιτισμό, τον αθλητισμό, αλλά έχει «δικαίωμα» να καλλιεργεί χασίς σε γλάστρες, είναι ακίνδυνη για το σύστημα που με νύχια και δόντια υπερασπίζονται», τονίζεται σε ανακοίνωση του ΚΚΕ.

«Αυτοί που χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τους χρήστες, τους ονομάζουν πρόβλημα που πρέπει να απομακρυνθεί από το κέντρο της Αθήνας και να μοιραστεί σε όλα τα νοσοκομεία, τους καταδικάζουν να είναι για πάντα εξαρτημένοι με τη μεθαδόνη, που θα την μοιράζει το ίδιο το κράτος, αλλά και ιδιώτες γιατροί και φαρμακεία», σημειώνει το ΚΚΕ και καταλήγει:

«Για πρόληψη, θεραπεία, επανένταξη δεν γίνεται κανένας λόγος. Το ΚΚΕ για άλλη μια φορά δηλώνει την αντίθεσή του με όλα τα ναρκωτικά. Η δημιουργία ενός αντιναρκωτικού μετώπου είναι επιτακτική ανάγκη. Η υπεράσπιση του δικαιώματος των χρηστών για θεραπεία δημόσια και δωρεάν είναι ζήτημα συνολικά του λαϊκού κινήματος. Είναι επιτακτικό καθήκον όλων των εργαζομένων και του λαού ο αγώνας για να μην περάσει το νέο σχέδιο απελευθέρωσης των ναρκωτικών».

Από την πλευρά του το ΛΑΟΣ, δια στόματος του εκπροσώπου του, Κωστή Αϊβαλιώτη, σκωπτικά δήλωσε πως «προφανώς η κυβέρνηση έχει καταλάβει ότι για να ανεχτούν κι άλλο οι Έλληνες το ΠΑΣΟΚ πρέπει να ΄ναι μαστουρωμένοι».

Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Μιχάλης Κριτσωτάκης, σημειώνει πως είναι θετικά προσκείμενος σε κάθε παρέμβαση που δεν οδηγεί στην καταστολή της χρήσης, τονίζοντας πως ο απεξαρτημένος έχει δικαίωμα και στη δεύτερη ευκαιρία. Το «Μέτωπο» σε ανακοίνωσή του τονίζει πως «αποτελεί προφανή αντίφαση και υποκρισία η εξαγγελία ενός τέτοιου μέτρου την ίδια ώρα που η κυβερνητική πολιτική κατεδαφίζει το κράτος πρόνοιας και συστηματοποιεί την περιστολή της δημοκρατίας και των λαϊκών και εργατικών κατακτήσεων».

Επιφυλάξεις- μέχρι την παρουσίαση του πλήρους νομοσχεδίου- διατηρούν οι Οικολόγοι Πράσινοι, που συμμετέχουν και στη Συμμαχία «Αλλάξτε Πολιτική για τα Ναρκωτικά». Η εκπρόσωπος Τύπου, Ελεάννα Ιωαννίδου, επισημαίνοντας πως ο βασικός στόχος πρέπει να είναι η καταπολέμηση του εμπορίου, τονίζει πως παρά τις προθέσεις «ασήμαντες φαινομενικά λεπτομέρειες μπορούν να τονώσουν το εμπόριο, αντί να το καταπολεμήσουν. «Ελπίζουμε αυτή την φορά η κυβέρνηση να νομοθετήσει με γνώμονα την υγεία των πολιτών και οι εξαγγελίες της που κινούνται στην κατεύθυνση των προτάσεων της Συμμαχίας, να μην είναι απλά επικοινωνιακές ή εισπρακτικού χαρακτήρα», καταλήγει.

«Θετικές ρυθμίσεις» αναγνωρίζει στο νομοσχέδιο η ΔΗΜΑΡ, σημειώνοντας στην ανακοίνωσή της πως «είναι επιτακτική ανάγκη να εξορθολογιστεί η ποινική νομοθεσία αναφορικά με την αντιμετώπιση των ναρκωτικών. Πρέπει να παταχθεί όσο γίνεται περισσότερο η εμπορία των ναρκωτικών».

«Κάθε κίνηση που αντιμετωπίζει τον τοξικομανή σαν ασθενή και τον διαχωρίζει από τους εμπόρους ναρκωτικών, είναι θετική. Οι τοξικομανείς θα πρέπει να έχουν την δυνατότητα θεραπείας και επανένταξης. Στους εμπόρους πρέπει να εξαντλείται η αυστηρότητα του νόμου. Σε ό,τι αφορά τη χορήγηση μεθαδόνης από τα νοσοκομεία, άποψη που είχε υποστηρίξει πρώτη η πρόεδρος της Δημοκρατικής Συμμαχίας Ντόρα Μπακογιάννη, είναι θετική εξέλιξη. Για να αποδώσει σωστά θα πρέπει να οργανωθεί σε ειδικές πτέρυγες, να ανατεθεί στο κατάλληλο προσωπικό και να επεκταθεί σε όλα τα νοσοκομεία της χώρας», ήταν το σχόλιο του γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής της Δημοκρατικής Συμμαχίας, Γιάννη Οικονόμου.

Αντιδράσεις για το νέο νομοσχέδιο υπήρξαν και από κέντρα απεξάρτησης.Μιλώντας στο tvxs.gr, ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ, Χαράλαμπος Πουλόπουλος, αναγνώρισε το νομοσχέδιο ως ένα πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, υπογραμμίζοντας ωστόσο πως «πολλά είναι αυτά που πρέπει να γίνουν ακόμη». Από την πλευρά τους, οι εργαζόμενοι του ΚΕΘΕΑ σε ανακοίνωσή τους αναφέρουν πως με τις τελευταίες εξαγγελίες δόθηκε «η αφορμή να εκδηλωθεί για μια ακόμη φορά η παθογένεια του δημόσιου διαλόγου για το κρίσιμο αυτό κοινωνικό ζήτημα». Οι εργαζόμενοι διακρίνουν «θετικά στοιχεία στις κατευθύνσεις που δημοσιοποιήθηκαν», ωστόσο, σημειώνουν πως το νομοσχέδιο «ανασύρεται σήμερα από την κυβέρνηση χάριν της συγκυρίας». Επιπλέον διατηρούν επιφυλάξεις σχετικά με το τελικό κείμενο που θα ψηφιστεί.

«Είναι χαρακτηριστικό ότι όλη η συζήτηση μοιάζει να επικεντρώνεται στην αποποινικοποίηση της χρήσης ουσιών πυροδοτώντας μια αντιπαράθεση ανάμεσα σε αυτούς που πανηγυρίζουν για το ελευθεριακό και εκσυγχρονιστικό πνεύμα του νομοσχεδίου, αναγορεύοντας την χρήση και την εξάρτηση σε γεγονός ελευθερίας, και σε εκείνους που διακρίνουν μια κομπίνα της κυβέρνησης για να μαστουρώσει την κοινή γνώμη σε καιρούς μνημονίου, λες και η αύξηση των φαινομένων εξάρτησης δεν προκαλείται από την ίδια την κοινωνική και οικονομική κρίση αλλά από την διαθεσιμότητα των ναρκωτικών», σημειώνεται στην ανακοίνωση.

Σχετικά με τα μέτρα που προβλέπει το νομοσχέδιο οι εργαζόμενοι του ΚΕΘΕΑ χαρακτηρίζουν ως «παραφωνία» την ελάφρυνση της ποινής για καλλιέργεια κάνναβης, «κατάλοιπο ίσως νεανικό ή επικοινωνιακό τρυκ, κινδυνεύει να περάσει λάθος μηνύματα, και να αποενοχοποιήσει συμβολικά την εξάρτηση μεταθέτοντας το πρόβλημα στον τρόπο προμήθειας της ουσίας», όπως τονίζουν στην ανακοίνωση. Παράλληλα, οι εργαζόμενοι σημειώνουν πως «η εναλλακτική δυνατότητα της θεραπείας αντί της έκτισης ποινής όχι μόνο δημιουργεί κίνητρα για μια πορεία απεξάρτησης και κοινωνικής επανένταξης αλλά αποκαθάρει και την ιδέα του σωφρονισμού από την παγίδα της εκδικητικότητας».

Ωστόσο, όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση, «η πραγματικότητα απέχει από τις διακηρύξεις». «Το δικαίωμα στην θεραπεία είναι συνάρτηση της φροντίδας της πολιτείας για την απεξάρτηση και την Δημόσια Υγεία γενικότερα. Η διαρκής μείωση των προϋπολογισμών των οργανισμών, η ασφυξία της θεσμοθετημένης πλέον συνεχούς μείωσης του προσωπικού όταν οι ανάγκες γιγαντώνονται, το φημολογούμενο συν- χωνευτήρι με μόνο κριτήριο την μείωση του κόστους, η εγκατάλειψη του ποιοτικού κριτηρίου, η μονομερής αναζήτηση λύσεων στο «φτηνό» υποκατάστατο, είναι τουλάχιστον αντιφατικά με τις καλές προθέσεις που διατυπώνονται στο σχέδιο νόμου. Ο ενταφιασμός του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τα ναρκωτικά, του σχεδίου δηλαδή που θα μετουσιώσει τις προθέσεις και τα νομοθετήματα σε εφαρμόσιμη πολιτική, είναι μια ακόμη αξιοσημείωτη αντίφαση», τονίζουν και καταλήγουν:

«Αγωνιζόμαστε και διεκδικούμε αυτές οι αρχές που μοιάζει να γίνονται αποδεκτές στο σχέδιο νόμου να γίνουν σεβαστές από την πολιτεία και στο επίπεδο της καθημερινής πράξης κι όχι να αποτελέσουν μια κενή ρητορεία, χρήσιμη μόνο για να συγκαλύψει τον καιάδα των πολιτικών του μνημονίου, στον οποίο ρίχνονται καθημερινά οι εξαρτημένοι μαζί με τις οικογένειες τους, αλλά και τους εργαζόμενους στην απεξάρτηση».

Την ίδια στιγμή, η ψυχίατρος Κατερίνα Μάτσα, Επιστημονικά Υπεύθυνη της Μονάδας Απεξάρτησης 18 ΑΝΩ, σε ανακοίνωσή της κάνει λόγο για «αόριστες» προτάσεις και τονίζει πως «το νομοσχέδιο που θα προκύψει ως αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων ανάμεσα στα συναρμόδια υπουργεία ,δεν μπορεί παρά να ενταχθεί στο γενικότερο κλίμα καταστολής που κλιμακώνεται».

«Μετά τη βίαιη καταστολή της γενικής απεργίας της 29ης του Ιούνη, τις αστυνομικές «επιχειρήσεις» σκούπα, ενάντια στο κίνημα των αγανακτισμένων της πλατείας Συντάγματος, του Λευκού Πύργου και των άλλων πλατειών, στο όνομα της «εκκαθάρισης» τους από τους τοξικομανείς, μετά τις επίσημες εξαγγελίες περί διανομής των υποκατάστατων από τα φαρμακεία βάσει συνταγής και τη σχεδιαζόμενη, χουντικής έμπνευσης, νομοθετική απαγόρευση των διαδηλώσεων, για ποια φιλελευθεροποίηση μπορεί να γίνεται λόγος και μάλιστα όταν πρόκειται για ένα καθαρά κοινωνικό πρόβλημα όπως αυτό των ναρκωτικών;», διερωτάται η Κατερίνα Μάτσα.

«Τέτοιες προτάσεις, όπως προβάλλονται τη συγκεκριμένη στιγμή, επιχειρούν να καλύψουν το τραγικό κενό που δημιουργεί η απουσία μιας κεντρικά σχεδιασμένης πολιτικής για τα ναρκωτικά σε όλους τους τομείς- της πρόληψης, της θεραπείας και της κοινωνικής επανένταξης-η de facto (λόγω μνημονιακής πολιτικής) υποβάθμιση των «στεγνών» προγραμμάτων και η ολοκληρωτική καταστροφή του κράτους πρόνοιας. Φαίνεται πως επιχειρείται να δοθεί ένα δημοκρατικό προσωπείο στην παμπάλαια νεοφιλελεύθερη συνταγή διαχείρισης του τραγικά οξυμένου προβλήματος των ναρκωτικών , που θυμίζει την παλιά Ρώσικη παροιμία για το βαρέλι με το μέλι που έχει μέσα του πολλές κουταλιές πίσσας», καταλήγει η κ. Μάτσα.