Φθηνές, δύσκολα ελεγχόμενες ουσίες κάνουν θραύση στην Ελλάδα της κρίσης. Πρόκειται για τα συνθετικά ναρκωτικά, η εξάπλωση της χρήσης των οποίων αποτελεί πρόβλημα διεθνών διαστάσεων. Στην Ελλάδα, η αύξηση της διάθεσής τους (αρχές του 2011) συνδέεται στενά με τη φτηνή τους τιμή, αφού μπορούν να παρασκευαστούν ακόμη και στο σπίτι, αλλά και με τα αυξημένα επίπεδα κατάθλιψης, που έχουν ως αποτέλεσμα οι χρήστες να ενδιαφέρονται λιγότερο για την προστασία της υγείας τους. Της Ιουλίας Κιλέρη

Ads

Την Τρίτη, ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ, Χαράλαμπος Πουλόπουλος, παρουσίασε την ετήσια έκθεση του ΟΗΕ για τα ναρκωτικά, η οποία χαρακτηρίζει τα συνθετικά ναρκωτικά ή «νόμιμα ψυχοτρόπα» («legal highs») ή «ψυχοτρόπα βότανα» («herbal highs») ως τη νέα μεγάλη πρόκληση για τη δημόσια υγεία σε πολλές χώρες. Οι ουσίες αυτές δεν υπόκεινται σήμερα σε διεθνή έλεγχο, αλλά έχουν παρόμοιο ψυχοδραστικό αποτέλεσμα με τα ελεγχόμενα ναρκωτικά.
 
Με αφορμή την παρουσίαση της έκθεσης, ο κ. Πουλόπουλος μίλησε στο tvxs.gr για την εξάπλωση της χρήσης των ουσιών αυτών στην Ελλάδα της κρίσης, κάνοντας ειδική αναφορά στη Σίσα. Η ουσία αυτή είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στους ανοικτούς χώρους συνάθροισης των χρηστών («πιάτσες») της Αθήνας. Φτιάχνεται από την ουσία Shisha, που καπνίζεται κυρίως σε χώρες της Μέσης Ανατολής, και είναι μεθαμφεταμίνη, η οποία ενώνεται με υδροχλωρικό οξύ και υγρά μπαταρίας. Βάσει στοιχείων, κυρίως καπνίζεται, αλλά γίνεται και ενδοφλέβια. Οι κυριότερες παρενέργειες της ουσίας που αναφέρθηκαν ήταν αϋπνία, παραισθήσεις και επιθετικότητα.
 
Ένας από τους βασικούς λόγους διάδοσης της Σίσα και άλλων συνθετικών ναρκωτικών είναι η φτηνή τιμή τους, καθώς παρασκευάζονται πιο εύκολα σε σχέση με την ηρωίνη ή άλλες ουσίες. Το κόστος της Σίσα, η οποία είναι γνωστή και ως «κοκαΐνη των φτωχών», εκτιμάται στα τρία ευρώ ανά δόση.
 
Τα ναρκωτικά αυτά προτιμώνται και σε σχέση με τις διώξεις, καθώς, όπως εξηγεί ο κ. Πουλόπουλος, «κάποιος μπορεί να αισθάνεται πιο προστατευμένος όταν τα παρασκευάζει μόνος του από το να βγει στη μαύρη αγορά και να πάρει ναρκωτικά».
 
Πέρα από το οικονομικό, ο διευθυντής του ΚΕΘΕΑ επισημαίνει πως ένα ακόμη στοιχείο είναι η ίδια η κατάσταση της κρίσης, που δημιουργεί μεγαλύτερη κατάθλιψη, περισσότερη αυτοκαταστροφικότητα και οι χρήστες ενδεχομένως παίρνουν λιγότερα μέτρα προστασίας για την υγεία τους.
 
«Το θέμα είναι ότι και με την κρίση στην Ελλάδα δημιουργούνται μικρά εργαστήρια όπου παρασκευάζονται συνθετικά ναρκωτικά. Τα συνθετικά διακινούνται κυρίως μέσω του διαδικτύου ή και μέσω ταχυδρομείου, δηλαδή μπορεί κάποιος μπορεί να παραγγέλνει από διάφορες χώρες, όπου μπορεί να είναι νόμιμες κάποιες ουσίες ή κάποια συστατικά. Το αποτέλεσμα είναι να διακινούνται πιο εύκολα και να είναι πολύ δύσκολος ο έλεγχος της διακίνησής τους», εξηγεί ο κ. Πουλόπουλος.
 
Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι η συνεχής εμφάνιση νέων συνθετικών. Όπως προκύπτει και από την έκθεση του ΟΗΕ, στην Ευρώπη ο αριθμός των ανακοινώσεων για την εμφάνιση νέων ουσιών έχει αυξηθεί από πέντε το χρόνο, όπως ήταν μεταξύ 2000 και 2005, σε περίπου δεκαπλάσιο νούμερο το 2011, αριθμός που αντιστοιχεί στην εμφάνιση μίας νέας ουσίας σχεδόν κάθε εβδομάδα. «Αυτή είναι μια πολύ σημαντική αλλαγή. Όπως καταλαβαίνετε το παράνομο εμπόριο συνεχώς εξελίσσεται», επισημαίνει ο κ. Πουλόπουλος, τονίζοντας πως το γεγονός ότι «δεν έχει γίνει κανένας έλεγχος, υπάρχει αρκετή αυθαιρεσία στον τρόπο παρασκευής τους και στον τρόπο ελέγχου τους» καθιστά τα νέα αυτά ναρκωτικά περισσότερο επικίνδυνα για την υγεία. Σε πολλές χώρες αυξάνονται τα περιστατικά στα επείγοντα και οι τηλεφωνικές κλήσεις στα κέντρα δηλητηριάσεων, ενώ έχουν σημειωθεί και θάνατοι μετά από χρήση αυτών των ουσιών.
 
Για τον διευθυντή του ΚΕΘΕΑ, το θέμα είναι «να υπάρξει ένας μηχανισμός – που έχει αναπτυχθεί στη χώρα μας – έγκαιρης ενημέρωσης, δηλαδή ένα σύστημα όπου συμμετέχουν περισσότεροι οργανισμοί και ενημερωνόμαστε ουσιαστικά από τους χρήστες που φτάνουν στα δικά μας θεραπευτικά προγράμματα για να ξέρουμε ποιες είναι οι νέες ουσίες που κυκλοφορούν και ποιους κινδύνους εγκυμονούν. Επίσης χρειάζεται οπωσδήποτε να αναπτυχθούν τα προγράμματα πρόληψης και παρέμβασης, κυρίως για αυτές τις ουσίες. Δηλαδή τα προγράμματα πρόληψης θα πρέπει να αναπτυχθούν και μέσω του διαδικτύου πλέον – και δεν αναφέρομαι μόνο στην ενημέρωση, αναφέρομαι σε διαδραστικά προγράμματα που να απευθύνονται σε όσο το δυνατόν περισσότερους νέους και να τους βάλουν σε μια διαδικασία μη χρήσης αυτών των ουσιών ή κατανόησης των κινδύνων που εγκυμονούν αυτές οι ουσίες».