Την ανησυχία τους για τον εμπρησμό σπιτιού στον Άγιο Λαυρέντιο εκφράζουν με ανακοίνωσή τους κάτοικοι του Πηλίου. Επισημαίνουν ότι το περιστατικό είναι πολύ πιο σοβαρό από την απλή πυρπόληση ενός παλιού σπιτιού και έχει να κάνει με την αποδοχή της άλλης άποψης και τη δημοκρατία σε ένα χωριό. Εκφράζουν την άποψη ότι οι ιδιοκτήτες έγιναν θύματα εμπρηστικής επίθεσης εξαιτίας της πολιτικής και κοινωνικής τους δράσης και αναρωτιούνται: «αν προχτές ο ανεπιθύμητος ξένος ήταν ο Αλβανός και σήμερα είναι ο Αθηναίος με πολιτική και κοινωνική δράση, αύριο ποιός θα είναι;».

Ads

Ακολουθεί η ανακοίνωση των κατοίκων:

Ο Άγιος Λαυρέντιος είναι από τα τελευταία γραφικά χωριά του Πηλίου, που δεν έχει πληγεί από την άμετρη τουριστική ανάπτυξη. Μ’ αυτό το κριτήριο τον επέλεξε πριν τρία χρόνια ως τόπο μόνιμης κατοικίας ένα νεαρό ζευγάρι από την Αθήνα, μία ζωγράφος και ένας κοινωνικός ανθρωπολόγος. Δεν δούλευαν στους αγρούς, όπως η πλειοψηφία των συγχωριανών τους, αλλά διακοσμούσαν κτίρια, κυρίως ταβάνια με κλασικά μοτίβα. Έμεναν σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι, το οποίο τους είχε παραχωρηθεί από τον Αθηναίο ιδιοκτήτη του, και το οποίο επισκεύαζαν συνεχώς με πολλή προσωπική εργασία. Όμως, παρά τις αρκετές φιλίες, που ανάπτυξαν στο χωριό, για κάποιους ήταν ανεπιθύμητοι, όπως, δυστυχώς, είχαν αποδειχτεί από κάποιους ανεπιθύμητοι για το ίδιο χωριό στις αρχές του 1990 και αρκετοί Αλβανοί, οι οποίοι είχαν αντιμετωπιστεί με εξαιρετικά βίαιο τρόπο.

Στις 20 Δεκεμβρίου το νεαρό ζευγάρι έφυγε από το χωριό για διακοπές. Στις 10 το βράδυ της 26ης Δεκεμβρίου, έλαβαν τηλεφώνημα από γείτονά τους ότι το σπίτι καίγεται. Έφτασαν εσπευσμένα στις 4 το πρωί της 27ης. Εκεί βρήκαν τους πυροσβέστες να παλεύουν ακόμα με τις φλόγες (το σπίτι ήταν παλιό, το πάτωμα και η οροφή του από παλιά ξύλα και στο ισόγειο είχαν χρώματα για τις διακοσμητικές εργασίες τους). Οι πρώτες πληροφορίες, που τους έδωσαν, μιλούσαν για εμπρησμό, καθώς το λουκέτο της εισόδου βρέθηκε διαρρηγμένο και δεν υπήρχε περίπτωση βραχυκυκλώματος, αφού ο γενικός ηλεκτρικός διακόπτης ήταν κλειστός. Παρά το σοκ της απώλειας όχι μόνο όλων των προσωπικών τους αντικειμένων αλλά και μεγάλου όγκου της δουλειάς τους, από την οποία ζούσαν (σχεδίων, αρχείων, υλικών, εργαλείων), ξαφνικά διαπίστωσαν ότι ορισμένα παλαιότερα «ατυχήματα», που τους είχαν συμβεί, δεν έμοιαζαν πλέον και τόσο τυχαία: στην αρχή του καλοκαιριού είχαν βρει σπασμένη τη μοτοσικλέτα τους και λίγο καιρό αργότερα κάποιος με ένα αγροτικό είχε σπρώξει το αμάξι τους, που είχε ξεμείνει σε έναν επαρχιακό δρόμο, προς το γκρεμό!

Ads

Η αστυνομία δεν ασχολήθηκε καθόλου με τον εμπρησμό. Ασχολήθηκε, όμως, με τα θύματά του! Ήρθε την επομένη να ανακρίνει το ζευγάρι, κατόπιν υπόδειξης ορισμένων ντόπιων, επειδή κάποιος είχε ξύσει κάποια αυτοκίνητα στην πλατεία του χωριού. Παρότι το ζευγάρι δεν είχε μείνει στο χωριό (μήπως είχε και σπίτι πιά;), ο αστυνομικός απευθύνθηκε με πολύ επιθετικό τρόπο στους πυρόπληκτους. Η δικηγόρος τους πήγε στον ανακριτή της πυροσβεστικής και την διαβεβαίωσαν προφορικά ότι το πόρισμα είναι διάρρηξη και εμπρησμός από πρόθεση.

Στις 29 Δεκέμβρη κάλεσαν συνέλευση στο χωριό. Συμμετείχαν πάνω από 100 άτομα και πέρα από τον αποτροπιασμό για τέτοια γεγονότα, που βλάπτουν τη φήμη (και τον τουρισμό) του χωριού, δηλώθηκε από μερικούς η υπόνοια πως ίσως ο εμπρησμός να είχε να κάνει με το … σκοτεινό παρελθόν των δύο νεαρών, δηλαδή με τις πολιτικές απόψεις και δράσεις τους, κυρίως στο Βόλο, σε κοινωνικά και οικολογικά θέματα. Διατυπώθηκε, επίσης, και η υπόνοια πως ίσως οι εμπρηστές να προέρχονται από το χωριό. Κάτι, που άλλωστε, μάλλον είναι πιθανό, καθώς το σπίτι που κάηκε βρισκόταν στην άκρη ενός δαιδαλώδους καλντεριμιού και κανείς δεν μπορούσε να το προσεγγίσει με αυτοκίνητο ή μοτοσικλέτα και να αναχωρήσει γρήγορα, αφού το κάψει.

Το συμβάν είναι πολύ πιο σοβαρό από την απλή πυρπόληση ενός παλιού σπιτιού. Έχει να κάνει με την αποδοχή της άλλης άποψης και τη δημοκρατία σε ένα χωριό. Γιατί αν προχτές ο ανεπιθύμητος ξένος ήταν ο Αλβανός και σήμερα είναι ο Αθηναίος με πολιτική και κοινωνική δράση, αύριο ποιός θα είναι;

Δεκάξι χρόνια πριν

Το 1994 η ίδια περιοχή είχε απασχολήσει τα μέσα ενημέρωσης καθώς είχαν σημειωθεί επεισόδια σε βάρος Αλβανών μεταναστών από ομάδα κατοίκων του Αγίου Λαυρεντίου.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της Ελευθεροτυπίας εκείνη τη χρονιά, το περιστατικό κρατήθηκε μυστικό για ένα μήνα περίπου και έγινε γνωστό από μερικούς κατοίκους του χωριού που διαμαρτυρήθηκαν έντονα για τη συμπεριφορά των συγχωριανών τους. Τα επεισόδια έγιναν, σύμφωνα με τις καταγγελίες, οι οποίες όμως επιβεβαιώνονται και από αστυνομικές πηγές, στο χωριό Αγιος Λαυρέντιος Πηλίου το βράδυ της 20ής Ιουλίου του 1994, όταν τελείωνε το πανηγύρι της γιορτής του προφήτη Ηλία. Το βράδυ εκείνο νεαρός Αλβανός χτυπήθηκε άγρια από μεγάλη ομάδα κατοίκων του χωριού, ενώ όλοι οι συμπατριώτες του που εργάζονταν στον Αγιο Λαυρέντιο εξαναγκάστηκαν σε ομαδική φυγή και οι παράγκες που τους στέγαζαν στην άκρη του χωριού κατεδαφίστηκαν από τους ίδιους ανθρώπους. Το πρωί της επομένης μέρας δυο Αλβανοί που είχαν απομείνει στο χωριό διώχτηκαν κακήν κακώς, ενώ ένας τρίτος για να διαφύγει πήδηξε από τοίχο ύψους 10 μέτρων.

Τα επεισόδια και οι προεκτάσεις τους δυσαρέστησαν πολλούς από τους κατοίκους του Αγίου Λαυρεντίου, μονίμους και μη, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που έκαναν λόγο για “ρατσιστική έκρηξη”. Ως αιτιολογία προβαλλόταν το γεγονός ότι οι νέοι άνθρωποι του χωριού χάνουν μεροκάματα και μαστίζονται από ανεργία, τη στιγμή που Αλβανοί εργάτες με φθηνά ημερομίσθια παίρνουν δουλειές σε κτήματα και οικοδομές. Ο διοικητής του αστυνομικού σταθμού Αγριάς που ρωτήθηκε σχετικά, αναφέρθηκε σε “μικροεπεισόδια με Αλβανούς στην πλατεία του χωριού εκείνη την ημέρα. Μηνύσεις δεν υποβλήθησαν από καμία πλευρά και ούτε κλήθηκε η Αστυνομία στην περιοχή του Αγίου Λαυρεντίου για κάποιο σχετικό θέμα”.