Ο απεσταλμένος του ΔΝΤ Bob Traa
 

Ads

Το ΔΝΤ εύχεται να υπήρχαν χρήματα για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, αλλά ευθύς αμέσως υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα έχει αποκλειστεί από τις αγορές. Η κυβέρνηση δηλώνει ότι επιθυμεί τη συνεχή παρουσία της τρόικας στην Αθήνα «για να μη δημιουργούνται παρεξηγήσεις». Λίγες ώρες πριν από την «πολυδιαφημισμένη» τηλεδιάσκεψη που ανάμεσα σε άλλα θα έκρινε το μέλλον των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα, οι θεσμικοί εκπρόσωποι των Ελλήνων επιχειρηματιών κλήθηκαν από το βρετανικό όμιλο να ακούσουν τα επιχειρήματα του ειδικού απεσταλμένου του ΔΝΤ στην Αθήνα Bob Traa για την ασκούμενη οικονομική πολιτική, υπό την παρουσία (για ένα σύντομο χρονικό διάστημα) των υπουργών Οικονομικών Ευάγγελου Βενιζέλου και Ανάπτυξης Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, και στη συνέχεια να απευθύνουν τυχόν προτάσεις ή ενστάσεις. Τι διεμήφθη στην εκδήλωση του Economist στην Αθήνα ανάμεσα στον ειδικό απεσταλμένο του ΔΝΤ Bob Traa, τους εκπροσώπους των Ελλήνων επιχειρηματιών και τους αρμόδιους υπουργούς της κυβέρνησης.

 
Ένα χαρακτηριστικό ερώτημα ήταν αυτό του προέδρου της ΓΣΕΒΕΕ (μικρομεσαίες επιχειρήσεις) Δημήτρη Ασημακόπουλου: «Δεν φοβάστε μήπως τελικά σκάσει το άλογο που τραβάει το κάρο;». Ο εκπρόσωπος των μικρομεσαίων είχε προηγουμένως καυτηριάσει την άποψη των κ.κ. Traa και Χρυσοχοϊδη περί εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων ως απάντησης στην κρίση, επισημαίνοντας ότι «μία επιχείρηση δεν μπορεί ποτέ να είναι εξαγωγική αν πρώτα δεν σταθεί στα «πόδια» της εντός της εσωτερικής αγοράς». Είχε, παράλληλα, αναρωτηθεί ρητορικά: «ποιοι και πόσοι θα ωφεληθούν από τις αλλαγές που εφαρμόζονται», υπογραμμίζοντας το υπαρκτό ενδεχόμενο μιας «κοινωνικής απονενοημένης αντίδρασης». Ο ίδιος διαμήνυσε ότι, σε αντίθεση με τις έως τώρα επιλογές, χρειάζεται έμφαση στη βάση της αναπτυξιακής διαδικασίας, στις μικρές επιχειρήσεις, μέσα από τομείς όπως τα αγροτικά προϊόντα και τα τρόφιμα που ανάμεσα σε άλλα «μπορούν να βάλουν φραγμό στις εισαγωγές». Μάλλον αφοπλιστικά, ο κ. Traa συμφώνησε με τη συλλογιστική του κ. Ασημακόπουλου, ο οποίος έθετε το ζήτημα των αντοχών του «αλόγου» που «τραβάει το κάρο», για να διαμηνύσει: «Δεν ξέρουμε πού μπορούμε να βρούμε τα χρήματα για να τονώσουμε την οικονομία». Σύμφωνα με τον απεσταλμένο του ΔΝΤ, ο οποίος δήλωσε πως «δεν υπάρχουν μαγικοί τρόποι», είναι «όντως μεγάλο το πρόβλημα της ρευστότητας», το οποίο κατά τη γνώμη μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με «ιδιωτικοποιήσεις οι οποίες θα φέρουν κεφάλαια στη χώρα δίνοντας καύσιμο στην οικονομία».
 
Νωρίτερα, ο κ. Traa άκουγε τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ (τουριστικές επιχειρήσεις) Ανδρέα Ανδρεάδη να ζητά φορολογικές ελαφρύνσεις για τον τουρισμό, υπό την επισήμανση ότι ο κλάδος παρουσίασε αύξηση μεγαλύτερη του 10% για το 2011, με «εντυπωσιακά αποτελέσματα όπου εφαρμόστηκαν μέτρα μείωσης φόρων». Το στέλεχος του ΔΝΤ ήταν κατηγορηματικό: «Πριν από τις όποιες φορολογικές μειώσεις χρειάζεται η διασφάλιση της αντίστοιχης χρηματοδότησης». Έως τότε, «δεν μπορεί μεμονωμένα ο κάθε τομέας να ζητά διακριτική αντιμετώπιση, λειτουργώντας οπορτουνιστικά, καθιστώντας σε τελική ανάλυση πολύπλοκο το φορολογικό σύστημα (σ.σ. είχε προηγηθεί η διατύπωση του αιτήματος για απλό και αμετάβλητο φορολογικό σύστημα)». Ο ίδιος πρόσθεσε: «Ο φορολογικός κώδικας στην Ελλάδα αποτελείται από 744 σελίδες. Δεν αποτελεί έκπληξη η αδυναμία συλλογής φόρων» και επέμεινε: «Δεν μπορούμε να κάνουμε εξαιρέσεις».
 
Από τους διαλόγους ανάμεσα στον εκπρόσωπο του ΔΝΤ και τους Έλληνες επιχειρηματίες σίγουρα ξεχώρισαν οι στιχομυθίες με τον πρόεδρο του ΕΒΕΑ (έμποροι και βιομήχανοι) Κώστα Μίχαλο και τον επικεφαλής του ΣΕΛΠΕ (λιανεμπόριο) Θοδωρή Βάρδα. «Η πολιτική που ασκείται είναι αναποτελεσματική και πρέπει να αλλάξει», τόνισε ο κ. Μίχαλος, προτάσσοντας την «ενδυνάμωση του παραγωγικού ιστού της χώρας». Όπως ανέφερε, «η μείωση των δημοσίων υπαλλήλων ή η οριζόντια περικοπή των μισθών τους δεν θα πετύχει τίποτα χωρίς την αναδιοργάνωση του ιδιωτικού τομέα». Ο ίδιος έκανε λόγο για «υποβάθμιση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών μέσω της αυστηρής λιτότητας η οποία δεν εξασφαλίζει την εξόφληση των χρεών μας», ανέδειξε ως μοναδική λύση την επιστροφή σε ρυθμό ανάπτυξης μέσα από την επανεκκίνηση της οικονομίας και επισήμανε τον κίνδυνο «ρήξης της κοινωνικής συνοχής». Ο κ. Traa επανέλαβε ότι «δεν υπάρχουν χρήματα για την Ελλάδα από τις αγορές» και ανέδειξε «πρακτικό ζήτημα» σε σχέση με την ασκούμενη πολιτική, υποστηρίζοντας πως «δεν υπάρχει εναλλακτική». Στο ίδιο σημείο αξίωσε «περισσότερη δουλειά» από την Ελλάδα, η οποία «έχει σημειώσει πρόοδο σε κάποια σημεία», τάχθηκε κατά της επιβολής νέων φόρων και αξίωσε τη «συρρίκνωση του δημόσιου τομέα ο οποίος αποδείχθηκε αναποτελεσματικός, με την παράλληλη μεταφορά των πόρων στον ιδιωτικό τομέα, μέσω απλών κανόνων και στο πλαίσιο ενός ισότιμου παιχνιδιού».
 
Σε νεότερη παρέμβαση του κ. Μίχαλου, κατά την οποία υποστήριξε πως «έχουμε μείνει σε επίπεδο εξαγγελιών, έχουμε πρόβλημα αποτελεσματικότητας», ο υπουργός Ανάπτυξης Μιχάλης Χρυσοχοϊδης έκανε λόγο για ένα «πολύ μαζικό νομοθετικό έργο το οποίο δεν έχει προλάβει να υλοποιηθεί στο σύνολό του». Λίγο πριν, απαντώντας σε αιτιάσεις που έκαναν λόγο για υψηλή φορολόγηση των επιχειρήσεων στην Ελλάδα, ο ίδιος δήλωνε ότι οι αντίστοιχοι φόροι κινούνται «σε λογικό πλαίσιο» και κυμαίνονται στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ ρώτησε επιπλέον τον κ. Traa αν ο ίδιος -στην περίπτωση που θα ήταν στέλεχος της κυβέρνησης στη χώρα του- θα έβαζε την υπογραφή του στη διεκπεραίωση ιδιωτικοποιήσεων με τις τιμές των μετοχών της εκάστοτε εταιρείας του Δημοσίου στο 1/10 της πραγματικής τους αξίας. Ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ απάντησε χαρακτηριστικά πως ο ίδιος ζητούσε έγκαιρα από την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει στις αποκρατικοποιήσεις με ευνοϊκότερους όρους (έφερε ως παράδειγμα τον ΟΤΕ) και μάλιστα προειδοποίησε πως, «αν αργήσετε», οι τιμές των μετοχών αντίστοιχων εταιρειών του Δημοσίου θα μειωθούν κι άλλο, καθώς η χώρα θα οδεύει προς τη χρεοκοπία.
 
Σειρά είχε ο κ. Βάρδας, ο οποίος αφού εκτίμησε την ύφεση της ελληνικής οικονομίας για το 2011 όχι στο 5,5% (το οποίο μόλις είχαν ομολογήσει οι κ.κ. Βενιζέλος και Traa) αλλά στο 6,5-7%, στηλίτευσε την πολιτική της τρόικας και της ελληνικής κυβέρνησης: «Δίνουμε ασπιρίνες στην ελληνική οικονομία η οποία θα έχει πεθάνει πριν περάσει ο πονοκέφαλος». Έκανε λόγο για προηγούμενες «νεφελώδεις εξηγήσεις από τον κ. Traa γιατί δεν πέτυχε το πρόγραμμα που έχει εφαρμοστεί έως σήμερα» και ζήτησε άμεσες μαζικές επενδύσεις, αξιοποίηση των κεφαλαίων του ΕΣΠΑ και συνέχιση των μεγάλων έργων όπως οι αυτοκινητόδρομοι. «Η τρόικα έχει κάνει λάθος στην περίπτωση της Ελλάδας», υποστήριξε, υπογραμμίζοντας πως καθημερινά «υποτιμώνται οι τζίροι των επιχειρήσεων αλλά όχι και τα χρέη τους». Ο απεσταλμένος του ΔΝΤ στην Αθήνα αναγνώρισε ως απαραίτητη την αύξηση των επενδύσεων και, αφού σημείωσε ότι «υπάρχουν τα εργαλεία» μέσω του επενδυτικού προγράμματος της κυβέρνησης, διαπίστωσε πως «παρατηρούνται χρονοτριβές».
 
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της ΕΕΤ (τράπεζες) Βασίλης Ράπανος ζήτησε ευελιξία από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις αξιώσεις της για ενέχυρα κατά την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες. Ο κ. Traa εμφανίστηκε μάλλον θετικός, λέγοντας γενικότερα πως «θα απαιτηθεί περισσότερος χρόνος και θα πρέπει να προσαρμοστεί ο βηματισμός μας», καθώς κατά τη γνώμη του μετά από τις δημοτικές εκλογές το Νοεμβρίου του 2010 εξασθένησε η υλοποίηση των λεγόμενων διαρθρωτικών αλλαγών από την κυβέρνηση.
 
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Δασκαλόπουλος μίλησε για «αναχρονισμό που έχει καθηλώσει την ελληνική οικονομία» αλλά και για «συνειδητή ολιγωρία της κυβέρνησης και του πολιτικού συστήματος που μπορεί να αποβεί μοιραία», καθώς «δεν τολμήσαμε να απελευθερώσουμε πλήρως τα επαγγέλματα, να προχωρήσουμε σε ιδιωτικοποιήσεις, πάνω απ’ όλα να βάλουμε «μαχαίρι» στο πελατειακό κράτος και να περιορίσουμε τον κρατικό παρεμβατισμό, να αντιμετωπίσουμε τη μάστιγα της φοροδιαφυγής». «Αυτά είναι τα νέα μέτρα που απαιτούνται και όχι νέοι φόροι και χαράτσια επί δικαίων και αδίκων», κατέληξε. Για τον κ. Traa, το ερώτημα αναφορικά με την Ελλάδα είναι το εξής: «Θα μειώσει δραματικά το εισόδημα ή θα εφαρμόσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ώστε να αυξήσει τις εξαγωγές σε επίπεδο που θα μπορεί να διατηρήσει υψηλό εισόδημα στην οικονομία;». Όπως ανέφερε, στη δεύτερη περίπτωση χρειάζεται «μετασχηματισμός της οικονομίας», κάτι που «με μία ενδεχόμενη υποτίμηση θα ήταν πιο εύκολο, αλλά η χώρα έχει επιλέξει να παραμείνει στην Ευρωζώνη».
 
Και την ώρα που ο ειδικός απεσταλμένος του ΔΝΤ στην Αθήνα δεχόταν ευθεία κριτική για τις επιλογές της τρόικας τις οποίες υλοποιεί η ελληνική κυβέρνηση, και χαρακτήριζε απαραίτητο το δραματικό τόνο ο οποίος συχνά διέπει τις αξιώσεις της τρόικας προκειμένου να επιτυγχάνεται εγρήγορση, ο υπουργός Οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος χαρακτήριζε πολύτιμη την τεχνογνωσία του διεθνούς οργανισμού. Επιβεβαίωνε καθυστέρηση στην πραγματική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, υπογράμμιζε ότι χρειάζεται ταχύτητα στον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων, έκανε λόγο για πλεονάζον προσωπικό και στο στενό και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και αναγνώριζε ότι όποιους φόρους και τέλη επέβαλε η κυβέρνηση οφείλονταν στις αδυναμίες του φοροελεγκτικού μηχανισμού οι οποίες θα αποκατασταθούν μαζί με τις αδικίες μέσα από το νέο φορολογικό σύστημα το οποίο αναμένεται μέσα στον Οκτώβριο. Εν τέλει, τόνιζε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα επιθυμούσε η παρουσία της τρόικας στην Αθήνα να είναι συνεχής «ώστε να μη δημιουργούνται παρεξηγήσεις» κατά τη διάρκεια των επισκέψεών της στη χώρα.