Το πρόγραμμα σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας έχει κάνει δυνατή αρχή και οι μέχρι τώρα επιδόσεις έχουν πετύχει τους στόχους, κυρίως ως απόρροια της πιστής εφαρμογής του δημοσιονομικού προγράμματος, όπως και σημαντικών μεταρρυθμίσεων που σε πολλές περιπτώσεις προωθήθηκαν νωρίτερα του προβλεπομένου, σημειώνεται στην πρώτη έκθεση για την αποτίμηση της πορείας υλοποίησης του Μνημονίου Συνεργασίας, η οποία δημοσιοποιήθηκε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικές προκλήσεις, σημειώνεται πάντως στην έκθεση.

Ads

Στην έκθεση έκτασης 107 σελίδων του ΔΝΤ σημειώνεται, επίσης, ότι η ύφεση εξελίσσεται όπως είχε προβλεφθεί, αλλά ο πληθωρισμός είναι υψηλότερος του προβλεπομένου λόγω των αυξήσεων στους έμμεσους φόρους. Πάντως οι επιπτώσεις δεν αναμένεται να έχουν μόνιμο χαρακτήρα καθώς, όπως επισημαίνεται, έχει περιορισθεί η αύξηση των εισοδημάτων.

Στο κρατικό επίπεδο, αναφέρεται, η δημοσιονομική εξυγίανση προχωρά ικανοποιητικά και ξεπερνά τους στόχους που είχαν τεθεί εξισορροπώντας έτσι το έλλειμμα που καταγράφεται στο τοπικό επίπεδο.

Η ρευστότητα στο τραπεζικό σύστημα χαρακτηρίζεται σφιχτή αλλά επαρκής, υποστηριζόμενη από τα προγράμματα στήριξης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) όπως και άλλα μέτρα που έχουν ληφθεί, ενώ υπογραμμίζονται οι μεταρρυθμίσεις ουσίας στο συνταξιοδοτικό σύστημα και την αγορά εργασίας οι οποίες έχουν θεσπισθεί νωρίτερα του προβλεπομένου. Στο πλαίσιο αυτό τονίζεται ότι βρίσκονται σε εξέλιξη και άλλες σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Παρά τα ελαφρώς μικρότερα έσοδα, μέχρι το τέλος Ιουνίου επιτεύχθηκαν οι στόχοι που είχαν τεθεί σχετικά με τις επιδόσεις, αναφέρει η έκθεση, αλλά επισημαίνει αδυναμίες σε ό,τι αφορά τον έλεγχο των δαπανών στο τοπικό επίπεδο.

Ads

Επιπλέον, τονίζεται ότι για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών κινδύνων που παραμένουν σημαντικοί, προβλέπονται ότι μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου θα έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται βήματα για την καλύτερη λειτουργία των φοροεισπρακτικών μηχανισμών. Στο πλαίσιο αυτό, επισημαίνεται ότι αν και η κυβέρνηση εμφανίζεται αποφασισμένη, η προσπάθεια συγκρούεται με μια βαθιά ριζωμένη κουλτούρα φοροδιαφυγής, αλλά και έντονες αντιδράσεις από το εσωτερικό της Εφορίας.

Τονίζεται δε ότι η όποια πρόοδος αναμένεται να είναι σταδιακή ενώ υπογραμμίζεται η ανάγκη να δοθεί έμφαση στην αναζήτηση των εύπορων φοροφυγάδων, λόγω των ανησυχιών που υπάρχουν σχετικά με το κατά πόσον την όλη προσπάθεια διέπει αίσθημα δικαίου.

Ολόκληρο το κείμενο μπορείτε να διαβάσετε στη διεύθυνση: https://www.imf.org/external/pubs/cat/longres.cfm?sk=24208.0

Την αντίδραση της αντιπολίτευσης προκάλεσε η έκθεση.

ΓΣΕΕ: Διπλάσιο φόρο οι εργαζόμενοι (35%) από τα αφεντικά (16%)

Στην ετήσια έκθεση της Εργατικής Συνομοσπονδίας για την ελληνική οικονομία, η οποία παρουσιάζεται επίσημα αύριο, χαρακτηρίζεται ως «ελληνικό παράδοξο» το γεγονός ότι η παρελθούσα περίοδος «ήταν μία περίοδος σημαντικής αύξησης του ΑΕΠ και της ανισοκατανομής του εισοδήματος, κατά την οποία θα έπρεπε να μειωθούν τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος», αναφέρει το σχετικό άρθρο της Ελευθεροτυπίας.

Τα ελλείμματα δεν μειώθηκαν γιατί οι κυβερνήσεις «προσέφεραν απαλλαγές και… απελευθέρωση της φοροδιαφυγής στα υψηλά εισοδήματα και εξ αυτού του γεγονότος (το Δημόσιο) κατέφυγε σε δανεισμό για να καλύψει την απώλεια εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού, με παράλληλη επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου τουλάχιστον κατά 20% για τις μελλοντικές γενεές των μισθωτών φορολογουμένων».

Στην έκθεση της η ΓΣΕΕ παραθέτει μάλιστα και συγκριτικά στοιχεία για τη… φοροαπαλλαγή που απολαμβάνουν οι επιχειρήσεις. Σύμφωνα με μελέτη του ΟΟΣΑ (2009), «η πραγματική φορολογική επιβάρυνση της εργασίας στην Ελλάδα (35,1%, 2007) αντιστοιχεί στον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (36,4%, 2006), ενώ η πραγματική φορολόγηση για τα κέρδη ανέρχεται σχεδόν στο ήμισυ του μέσου όρου της Ε.Ε. των 25 (15,9% για την Ελλάδα, έναντι 33,0% στην Ε.Ε. των 25)».

Συνακόλουθη των ανωτέρω είναι και η οπισθοδρόμηση των εργασιακών εισοδημάτων και κοινωνικών δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα: το επίπεδο σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις τιμές καταναλωτή «είναι 94% (ακριβή χώρα), η παραγωγικότητα της εργασίας είναι 92% (χώρα πολλών ωρών και έντασης εργασίας) και οι μισθοί είναι 82% (χαμηλοί μισθοί σε σχέση με το επίπεδο παραγωγικότητας και των τιμών), το επίπεδο των οποίων συμπαρασύρει και το επίπεδο των συντάξεων σε αντίστοιχα χαμηλά επίπεδα».

Ως προς την αναδιανομή του πλούτου η ΓΣΕΕ υποδεικνύει τόσο τη μεγάλη ακίνητη περιουσία όσο και τις επιχειρήσεις. Υποστηρίζει μάλιστα ότι «οι μεγάλες περιουσίες θα έπρεπε να αναλάβουν το κύριο βάρος της προσαρμογής, οι φοροαπαλλαγές των επιχειρήσεων να επανεξετασθούν, ο έλεγχος των ανώτερων εισοδημάτων που φοροδιαφεύγουν να γίνει εξονυχιστικός κ.λπ. Η αναλογία των εισοδημάτων ιδιοκτησίας προς τις αμοιβές εργασίας (λαμβάνοντας υπόψη και την αυτοαπασχόληση) στην Ελλάδα το 2009 ανερχόταν σε 0,43, ενώ στις περισσότερες από τις άλλες χώρες της Ε.Ε. των 15 βρισκόταν στην περιοχή 0,1-0,3 (μέσος όρος ζώνης του ευρώ 0,25)».

Επιπροσθέτως προτείνει «αύξηση της φορολογίας κατά 10 μονάδες του ΑΕΠ, η οποία θα προέλθει κατά το ήμισυ από την πραγματική αποκατάσταση της φορολογικής δικαιοσύνης και το άλλο μισό από την αναδιανομή του εισοδήματος και την επιβολή ενός πράσινου φόρου». Με αυτό τον τρόπο θα εξασφαλιστεί η πληρωμή των τόκων του δημοσίου χρέους, αλλά θα υπάρχουν και πόροι διαθέσιμοι. Υπολογίζεται δε ότι με επενδύσεις 4 δισ. ευρώ τον χρόνο δημιουργούνται 200.000 ώς 250.000 θέσεις εργασίας σε κοινωνικές υπηρεσίες.

Σε διαφορετική περίπτωση, καταλήγει η ΓΣΕΕ, το κράτος θα αποπληρώσει τα χρέη του προς τους μεγάλους πιστωτές του, που είναι οι τράπεζες, συλλέγοντας πόρους από τους φορολογούμενους με διαρκώς μειούμενους φορολογικούς συντελεστές επί των κερδών και των άλλων εισοδημάτων ιδιοκτησίας και διαρκώς αυξανόμενο βάρος επί των εισοδημάτων της εργασίας. Σε αυτή την πολιτική, όπου το χρηματιστικό κεφάλαιο δεν τιμωρείται για την κρίση που προκάλεσε, αλλά αποζημιώνεται από αυτούς στους οποίους θα έπρεπε να λογοδοτήσει, η δημοσιονομική προσαρμογή έχει έντονα άνισο πρόσημο, διότι καλούνται οι εργαζόμενοι, πρωτίστως δε οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, να αναλάβουν το βάρος της προσαρμογής.

Στο μεταξύ, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η απασχόληση στη χώρα μας μειώθηκε 2,3% το δεύτερο τρίμηνο του 2010 σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2009. Αντιστοίχως, η απασχόληση τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27, όσο και στην ευρωζώνη, μειώθηκε το ίδιο διάστημα 0,6%. Πρόκειται για τετραπλάσια μείωση στην Ελλάδα σε σχέση με την υπόλοιπη ΕΕ.

Διαβάστε επίσης:
Η Ελλάδα θα πετύχει το στόχο της μείωσης του ελλείμματος λέει ο Γ. Παπακωνσταντίνου