Απόηχος του παρελθόντος

Ads

Πρόσφατες μελέτες που αντικείμενο έχουν την ιστορία της βεντέτας καταδεικνύουν ότι το εν λόγω φαινόμενο δεν είναι καινούριο. Αντίθετα, πρόκειται για ένα κατάλοιπο του μακρινού παρελθόντος που βρίσκει τις ρίζες του στην αρχαιότητα και σε κάποιες υποτυπώδεις κωδικοποιήσεις του τότε ισχύοντος δικαίου.

Η βεντέτα, ο φόνος δηλαδή που διαπράττεται με κίνητρο την εκδίκηση για έναν άλλο φόνο, ξεκινά από τις αρχαίες δικαιικές αρχές που εμφανίστηκαν στους λαούς της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Μάλιστα, ανάλογα με τον πολιτισμό στον οποίο απαντήθηκε αυτή η εκδικητική απονομή δικαιοσύνης, προσέλαβε και διαφορετικό τίτλο όπως αρχή της ανταπόδοσης, της ταυτοπάθειας ή του αντιπεπονθότος. Πιο συγκεκριμένα, καταγραφές του Αριστοτέλη αναφέρονται στον εθιμικό «νόμο της ανταπόδοσης» βάσει του οποίου «όποιος διαπράξει ένα αδίκημα μόνο σαν πάθει ό,τι έκαμε δίκη σωστή θα γίνει» (Ηθικά Νικομάχεια). Άλλες μεταγενέστερες διατυπώσεις κάνουν λόγο για την αρχή του ισόποινου. Παραδειγματική είναι η περίπτωση του οθωμανικού δικαίου κατά το οποίο το έγκλημα της ανθρωποκτονίας δικαιωνόταν μόνο με φόνο ή με «εξαγορά του αίματος», δηλαδή με χρηματική αποζημίωση στους συγγενείς του θύματος.

Αυτό που προκαλεί τη μεγαλύτερη εντύπωση στους μελετητές είναι ότι οι περισσότερες αρχαίες κοινωνίες που εφάρμοζαν το ισόποινο ήταν θεοκρατικές, αλλά παρόλα αυτά αυτή η μορφή απονομής δικαιοσύνης υπήρξε προϊόν καθαρά ανθρώπινης βούλησης και δεν δικαιολογήθηκε ποτέ ως επιταγή ενός θεού.

Ads

Σήμερα, στο πλαίσιο της εξέλιξης του ποινικού δικαίου μέσα στους αιώνες, επικρατεί το σωφρονιστικό σύστημα -αντί του τιμωρητικού- που επιτάσσει τη «διαπαιδαγώγηση του εγκληματία» και όχι τον ψυχρό κολασμό του. Έτσι, στα εκσυγχρονισμένα δίκαια η δόλια ανθρωποκτονία προβλέπει φυλάκιση (κάθειρξη κατ΄ ακριβολογία), ενώ η χρηματική αποζημίωση έπεται ως ικανοποίηση της ψυχικής οδύνης της οικογένειας του θύματος.

Η βεντέτα στην Κρήτη

Η κρητική -όπως και κάθε άλλη- βεντέτα στηρίζεται στον άγραφο «νόμο του αίματος». Στην Κρήτη, συναντάται από τα πολύ παλιά χρόνια και εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να επιβιώνει ως μία από τις πιο χαρακτηριστικές εκδηλώσεις της κρητικής ιδιαιτερότητας. Στην ουσία της η βεντέτα είναι ένα έθιμο. Ένας κοινωνικός κώδικας, ο οποίος στοιχειοθετείται από τις έννοιες της τιμής και της προστασίας. Μοχλοί για να ξεκινήσει αυτός ο ιδιωτικός πόλεμος μεταξύ δύο οικογενειών στην Κρήτη είναι η προστασία της υπόληψης, της ατομικής και κατά συνέπεια της οικογενειακής τιμής, κατόπιν κάποιας οποιουδήποτε είδους προσβολής.

Αν και παλαιότερα βεντέτες στην Κρήτη ξεκινούσαν ακόμα και λόγω κτηματικών διαφορών (ζωοκλοπές, καταπατήσεις κ.α.), σήμερα αφορμή συνιστά συνήθως ένας φόνος. Η πρώτη δολοφονία βέβαια μπορεί από πίσω της να κρύβει πολύ ασήμαντα κίνητρα, όπως η μία εξύβριση. Το αποτέλεσμά της όμως, εθιμικά θα είναι η έναρξη μίας βεντέτας που ποτίζει με μίσος τις γενιές των εμπλεκόμενων οικογενειών και οδηγεί σε ατέλειωτο κύκλο αντεκδίκησης με θύματα ανθρώπους, των οποίων το σφάλμα δεν είναι παρά το επώνυμό τους.

Η περίπτωση Σαρτζετάκη-Πεντάρη

Η πιο σφοδρή και αιματηρή βεντέτα που γνώρισε η Κρήτη ήταν αυτή μεταξύ των οικογενειών Σαρτζετάκη και Πεντάρη στα Χανιά. Η διάρκειά της έφτασε τα 70 χρόνια, ενώ πολλοί από τους άμεσα ή έμμεσα εμπλεκόμενους αναζήτησαν καταφύγιο σε άλλες περιοχές της Ελλάδας μακριά από την Κρήτη. Από το 1910 οι δύο οικογένειες φόνευαν διαδοχικά μέλη η μία της άλλης για κτηματικές διαφορές. Η βεντέτα έληξε σιωπηρά το 1985 αφού είχε μετρήσει πάνω από 60 θύματα. Αιτία υπήρξε η διαμεσολάβηση ανθρώπων με κύρος, και συγκεκριμένα το ότι ο βουλευτής Ευάγγελος Πεντάρης, απόγονος των μεν, ψήφισε για πρόεδρο της δημοκρατίας τον απόγονο των δε Χρήστο Σαρτζετάκη.

Περιπτώσεις σαν και την παραπάνω υπάρχουν πολλές στα χρονικά των κρητικών βεντετών και κατά καιρούς όλο και κάτι ακούγεται στις ειδήσεις. Το πιο γνωστό περιστατικό είναι αυτό του αγρότη Γιάννη Παπαδόσηφου, ο οποίος εισερχόμενος το 1988 μέσα στο δικαστήριο του Εφετείου Πειραιά φώναξε στους δικαστές «Σεις, μωρέ, δεν ήσασταν άξιοι να κρίνετε τον φονιά» και στη συνέχεια πυροβόλησε το δολοφόνο του γιου του Γιάννη Βενιεράκη.

Στις μέρες μας, οι βεντέτες στην Κρήτη έχουν εξασθενίσει αν και στις ορεινές και πιο σκληροπυρηνικές περιοχές των Χανίων, του Ρεθύμνου και του Ηρακλείου η προστασία της οικογενειακής τιμής εξακολουθεί να είναι αρχή στην οποία δεν γίνονται εκπτώσεις.

Μανιάτικη βεντέτα

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο χώρο της Ελλάδας, μπορεί όλη τη «δόξα» να απολαμβάνουν οι Κρητικοί, αλλά βεντέτες υπήρχαν κάποτε και στη Μάνη. Οι ελάχιστες αναφορές που υπάρχουν στα δημοτικά τραγούδια σε συνδυασμό με ορισμένες ημιτελείς έρευνες υποστηρίζουν ότι η μανιάτικη βεντέτα διαφέρει από την κρητική, γιατί έχει κώδικες τιμής πιο ισχυρούς και τελετουργικό περίπλοκο, αφού για παράδειγμα τα αρσενικά παιδιά μιας «ατιμασμένης» οικογένειας ανατρέφονταν με μοναδικό σκοπό μεγαλώνοντας να πάρουν το αίμα του συγγενούς τους θύματος πίσω.

Σκοπός της μανιάτικης βεντέτας ήταν η επικράτηση μεταξύ των πατριών (οικογενειών). Επρόκειτο για το λεγόμενο «γδικιωμό» ή δικιωμό- που αφορούσε αρχικά το σόι ή την οικογένεια και όχι το άτομο. Ήταν η τιμωρία μιας πράξης που είχε γίνει σε βάρος της οικογένειας.

Την τιμωρία στη Μάνη αποφάσιζε ψύχραιμα ένα οικογενειακό συμβούλιο, ενώ δεν ήταν απαραίτητο να τιμωρηθεί προσωπικά ο ένοχος της πράξης. Η βεντέτα μπορούσε να στραφεί και εναντίον άλλου μέλους της αντίπαλης οικογένειας.

Συχνά στόχος ήταν η ολοκληρωτική εκμηδένιση της αντίπαλης οικογένειας. Το πρώτο χτύπημα δε γινόταν ποτέ απροειδοποίητα. Η πλευρά που προκαλούσε κήρυσσε επίσημα τον πόλεμο, χτυπούσαν οι καμπάνες, τα δυο αντίπαλα μέρη πήγαιναν στους πύργους τους κι από κει και πέρα κάθε μέσο καταστροφής ήταν επιτρεπτό.

Είναι γνωστό ότι η Μανιάτικη βεντέτα κρατούσε σαν την Κρητική πολλά χρόνια και μεταδιδόταν από γενιά σε γενιά, με αποτέλεσμα να έχουν ξεκληριστεί ολόκληρες οικογένειες. Εκείνο που δεν ίσχυε παρά μόνο για τη μανιάτικη βεντέτα είναι το λεγόμενο «ψυχικό», η μεγαλειώδης πράξη που έκανε τους άσπονδους εχθρούς, εγκάρδιους φίλους (ψυχαδερφούς) και έτσι έληγε μία βεντέτα.

Σύγχρονες βεντέτες

Βεντέτες διαφορετικής υφής με ως επί το πλείστον πολιτικό-οικονομικά κίνητρα είναι αυτές που υφίστανται στη νότια Ιταλία- εκεί όπου κυριαρχεί η Μαφία και μπαίνουν όλοι στη μάχη της επικράτησης και της παντοδυναμίας. Αντίθετα, στο Αφγανιστάν και σε χώρες της Μέσης Ανατολής υπηρετούν εθιμικά και με σεβασμό την αρχή «του οφθαλμός αντί οφθαλμού», οπότε και οι βεντέτες -εάν δημιουργηθούν- έχουν μικρή έκταση.