Μπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να έδωσε τα χρήματα, το Εθνικό Κέντρο Αμεσης Βοήθειας (ΕΚΑΒ), όμως, ουδέποτε απέκτησε το πληροφοριακό σύστημα για το οποίο χρηματοδοτήθηκε, όπως διαπίστωσαν οι ελεγκτές της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης Απάτης (ΟLΑF) κατά πρόσφατο έλεγχό τους στην κεντρική υπηρεσία του ΕΚΑΒ.

Ads

Το 1999, το ΕΚΑΒ έλαβε από το Β΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης (ΚΠΣ) 1.087.959 ευρώ για να καλύψει κατά 75% το κόστος εγκατάστασης και λειτουργίας Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος (ΟΠΣ). Το κέντρο του συστήματος επρόκειτο να λειτουργήσει στο Συντονιστικό Κέντρο από το οποίο γίνεται η διαχείριση των επειγόντων περιστατικών. Ενδεικτικό της ανάγκης του πληροφοριακού συστήματος, είναι το γεγονός ότι μόνον ο τομέας της Αθήνας δέχεται καθημερινά περί τις 11.000 κλήσεις. Το σύστημα παραλήφθηκε οριστικά το 2001, αλλά ουδέποτε τέθηκε σε λειτουργία, εκτός από μικρές αποσπασματικές εφαρμογές που και αυτές στην πορεία τροποποιήθηκαν ή αντικαταστάθηκαν. Ως σήμερα το σύστημα δεν λειτουργεί.

«Το σύστημα του ΕΚΑΒ δεν είχε καταστεί λειτουργικό από την ημερομηνία έγκρισης της λειτουργίας του. Το βασικό του λογισμικό παρουσίασε προβλήματα» αναφέρει μεταξύ άλλων η έκθεση της ΟLΑF. Η υπόθεση άρχισε να διερευνάται στα τέλη του 2006, όταν η υπηρεσία έλαβε μια ανώνυμη καταγγελία για το σύστημα που χρηματοδοτήθηκε, αλλά ποτέ δεν λειτούργησε στο ΕΚΑΒ. «Η ΟLΑF διενήργησε επιτόπιο έλεγχο και διαπίστωσε ότι οι ισχυρισμοί της ανώνυμης πηγής ήταν σε μεγάλο βαθμό βάσιμοι».

Η τελική έκθεση της ΟLΑF- η σύνταξη της οποίας ολοκληρώθηκε στις αρχές αυτής της χρονιάς και έχει κοινοποιηθεί στο υπουργείο Οικονομικών και στην Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου- καταλήγει σε σειρά παρατυπιών οι οποίες δίνουν στην Ευρώπη το δικαίωμα να ζητήσει πίσω τα χρήματα που είχαν εκταμιευτεί από το Β΄ ΚΠΣ για το εν λόγω έργο. Οπως αναφέρει το σχετικό κείμενο της έκθεσης: «Η αδυναμία να τεθεί σε λειτουργία το Ολοκληρωμένο Σύστημα Πληροφοριών θεωρείται ότι ακυρώνει τη σχετική δράση. Θα παρακαλούσαμε να προβείτε στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να γίνει η ανάκτηση των σχετικών ποσών και η επιστροφή τους στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Επιπλέον, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές έχουν λάβει γνώση των στοιχείων της υπόθεσης, προκειμένου να προχωρήσουν στις σχετικές διαδικασίες, καθώς προκύπτουν ενδείξεις για αξιόποινες πράξεις».

Ads